Ο οίκος αξιολόγησης Standard and Poor’s ανέβασε την πιστοληπτική ικανότητα της ελληνικής οικονομίας κατά μία βαθμίδα, φτάνοντας στο ΒΒΒ από ΒΒΒ-, με τις προοπτικές (outlook) να παραμένουν σταθερές.
Με αυτή την απόφαση, ο αμερικανικός οίκος τοποθέτησε την Ελλάδα ένα επίπεδο πάνω από την επενδυτική βαθμίδα, όπως είχαν κάνει προηγουμένως οι DBRS και Scope Ratings.
Ο S&P είχε απονείμει την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του 2023, ενώ το Απρίλιο του 2024 είχε αναβαθμίσει σε θετικές τις προοπτικές του αξιόχρεου.
Ο οίκος αναμένει ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει πρωτογενή πλεονάσματα περίπου στο 2,7% έως το 2028, με τη μέση ανάπτυξη να παραμένει στο 2,3% κατά τη διάρκεια αυτού του χρονικού πλαισίου.
Η αναβάθμιση προέκυψε λόγω της δημοσιονομικής πειθαρχίας της χώρας. Συγκεκριμένα, αναφέρει:
- Οι προσπάθειες βελτίωσης της φορολογικής συμμόρφωσης, σε συνδυασμό με ανθεκτική οικονομική ανάπτυξη, επιτρέπουν στην Ελλάδα να υπερκαλύπτει τους δημοσιονομικούς στόχους.
- Παρά το δύσκολο διεθνές περιβάλλον, αναμένονται σταθερές μειώσεις στο καθαρό χρέος προς το ΑΕΠ, με τον οίκο να αναμένει μέση ετήσια μείωση έξι ποσοστιαίων μονάδων τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
- Η ταμειακή θέση του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) παρέχει στην Ελλάδα ένα πρόσθετο απόθεμα ασφαλείας, εκτιμώμενης αξίας 15% του ΑΕΠ, καλύπτοντας σχεδόν τρία χρόνια από τις επερχόμενες λήξεις χρέους.
Κατά συνέπεια, ο οίκος αναβάθμισε την πιστοληπτική του αξιολόγηση για την Ελλάδα σε «BBB/A-2» από «BBB-/A-3», με σταθερές προοπτικές.
Οι Προοπτικές
Οι σταθερές προοπτικές ισορροπούν τη σταθερή οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση της Ελλάδας με τα υψηλά επίπεδα εξωτερικού και δημόσιου χρέους, σύμφωνα με τον οίκο.
«Θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε σε αναβάθμιση των αξιολογήσεων αν οι εξωτερικές ανισορροπίες της Ελλάδας βελτιωθούν σημαντικά, π.χ., αν μειωθεί η εξάρτηση της οικονομίας από τις εισαγωγές. Μια ουσιαστική μείωση του εξωτερικού χρέους θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε αναβάθμιση», αναφέρεται.
«Αντίθετα, θα μπορούσαμε να κάνουμε υποβάθμιση εάν οι δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας επιδεινωθούν σημαντικά», προσθέτει.
Η Αιτιολόγηση της Αναβάθμισης
Η Ελλάδα υπερέβη τους δημοσιονομικούς της στόχους για το 2024, με τον οίκο να εκτιμά ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα φτάσει περίπου στο 3,5% του ΑΕΠ, αντί του αρχικού στόχου 2,1% του ΑΕΠ.
Η υπεραπόδοση αποδίδεται σε υποεκτέλεση προγραμματισμένων επενδύσεων, καθώς και σε προσπάθειες φορολογικής συμμόρφωσης. Ο οίκος αναμένει ότι η κράτηση των σφιχτών δημοσιονομικών πολιτικών θα διατηρηθεί, με μέσο πρωτογενές πλεόνασμα 2,7% του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2025-2028.
Μετά τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης, το νέο υπουργικό συμβούλιο παραμένει προσηλωμένο στη δημοσιονομική ορθότητα και την αναγκαία αναπλήρωση των αποθεμάτων.
Ο οίκος αναμένει ότι η κυβέρνηση θα χρησιμοποιήσει τα πρόσθετα έκτακτα έσοδα για την ενίσχυση δημόσιων επενδύσεων σε υποδομές.
Η ελληνική οικονομία αναμένεται να συνεχίσει να υπερτερεί της ευρωζώνης, με προβλεπόμενο μέσο ρυθμό ανάπτυξης πραγματικού ΑΕΠ 2,3% έως το 2028.
Ο S&P αναφέρει ότι η βελτίωση του καθαρού δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ είναι σαφής και συνεχής, προβλέποντας ότι θα μειωθεί στο 114% έως το 2028, 50 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το επίπεδο του 2019, γεγονός που καταδεικνύει μία από τις πιο ισχυρές βελτιώσεις παγκοσμίως.
Η οικονομική δραστηριότητα είναι ανθεκτική, με τον οίκο να προβλέπει μέσο ρυθμό ανάπτυξης 2,4% για τα έτη 2025-2026.
Δηλώσεις Κυβερνητικών Αξιωματούχων
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Κωστής Χατζηδάκης, τόνισε ότι η αναβάθμιση από τον S&P ενισχύει την εμπιστοσύνη της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας στην ελληνική οικονομία.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης δήλωσε ότι η αναβάθμιση αποτελεί ένα ισχυρό μήνυμα εμπιστοσύνης στη χώρα, προδιαγράφοντας ένα νέο κεφάλαιο αναπτυξιακής πορείας.
Ο αναπληρωτής υπουργός Νίκος Παπαθανάσης επεσήμανε ότι η αναβάθμιση αυτή αναγνωρίζει τη δουλειά που έχει γίνει για τη βελτίωση της οικονομίας και την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων.
Προσεχείς Ειδήσεις
Σύμφωνα με πληροφορίες, την Τρίτη του Πάσχα αναμένεται η επικύρωση δημοσιονομικών στοιχείων από την Eurostat, με τις αρχικές εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Η κυβέρνηση σκοπεύει να αποπληρώσει δάνεια που έλαβε στο πλαίσιο του πρώτου μνημονίου μέχρι το 2031, μειώνοντας το δημόσιο χρέος γύρω στο 135% έως το 2027.