Το 60% των πολιτών δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα οικονομικά. Το 88% αναγκάζεται να μειώσει τις βασικές του διατροφικές ανάγκες προκειμένου να καλύψει τις υποχρεώσεις του.
Αυτά είναι μερικά από τα βασικά ευρήματα πρόσφατης έρευνας της Alco, που διεξήχθη για λογαριασμό της ΓΣΕΕ και παρουσιάστηκε λίγο πριν από το Πάσχα, αποδεικνύοντας την προφανή αλήθεια: Η ακρίβεια και η αυξημένη φορολογία (άμεση και έμμεση), σε συνδυασμό με τους χαμηλούς μισθούς (και τις μειωμένες συντάξεις), έχουν σοβαρά πλήξει τα ελληνικά νοικοκυριά.
Ήδη, πριν από την Ανάσταση, η S&P αναβάθμισε την ελληνική οικονομία. Ο γνωστός οίκος αξιολόγησης εκτίμησε ότι η χώρα μας θα διατηρήσει τα πρωτογενή πλεονάσματα γύρω στο 2,7% μέχρι το 2028, ενώ η ανάπτυξη αναμένεται να κυμανθεί γύρω από το 2,3% κατά μέσο όρο.
Αυτές οι προβλέψεις δείχνουν θετικές, αλλά προκαλούν και αντιφάσεις. Το σημαντικό ερώτημα είναι: Γιατί οι Έλληνες πολίτες δεν βιώνουν αυτή την θετική εξέλιξη της οικονομίας; Γιατί αυτό που αντιλαμβάνεται ο οίκος Standard and Poor’s είναι ξένο για τον μισθωτό και τον συνταξιούχο; Γιατί η μέση ελληνική οικογένεια δεν το εισπράττει;
Είναι προφανές ότι η πολιτική δεν βοηθάει προς αυτό. Οι αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων και υπηρεσιών προχωρούν με τόσο ραγδαίο ρυθμό που εξανεμίζουν την όποια θετική απόδοση της οικονομίας. Λίγο πριν το Πάσχα, η ΕΣΕΕ εκτίμησε αύξηση 6% στο πασχαλινό τραπέζι σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο, ενώ οι μισθολογικές αυξήσεις δεν ακολουθούν την ίδια πορεία. Έτσι, το χάσμα μεγαλώνει και η κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας θυμίζει μια επιτυχημένη επέμβαση, αλλά ο ασθενής δυσκολεύεται να επιβιώσει.
Ο Γολγοθάς των Συνταξιούχων
Για τις συντάξεις δεν υπάρχει κανένας λόγος να μιλήσουμε. Φαίνεται σχεδόν αστείο να πιστεύει η κυβέρνηση ότι ένα επίδομα 250 ευρώ, το οποίο θα δοθεί μετά από επτά μήνες και σε μόλις 40% των συνταξιούχων, θα λύσει το πρόβλημα.
Οι συνταξιούχοι τα αποκαλούν έμπαιγμα και επίδομα ντροπής, και δεν είναι δύσκολο να τους κατανοήσει κανείς. Όσοι λαμβάνουν πάνω από 1.100 ευρώ (μεικτά) το μήνα δεν θα δουν ούτε ένα σεντ από αυτό το επίδομα.
Και όσοι τυχαίνει να έχουν συντάξεις μεγαλύτερες από 1.400 ευρώ (μεικτά) πληρώνουν εδώ και 14 χρόνια Εισφορά Αλληλεγγύης (3-14%). Μόνο για φέτος, αυτό το “χαράτσι” αποφέρει στο δημόσιο περίπου 700 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία μάλλον βρήκε η κυβέρνηση για να καλύψει το ποσό του επιδόματος των 250 ευρώ στους χαμηλοσυνταξιούχους.
Αν δεν θυμηθούμε το 2019, όταν η προηγούμενη κυβέρνηση προσέφερε, έστω και με σημαντικές περικοπές, τη μόνιμη επαναφορά της 13ης σύνταξης. Εκείνη η δαπάνη είχε υπολογιστεί στα 1,1 δισ. ευρώ. Ο σημερινός πρωθυπουργός, τότε στην αντιπολίτευση, χαρακτήρισε αυτό το ποσό ως “ψίχουλα”. Λίγους μήνες αργότερα, αφού ανέλαβε, καταργήθηκε αυτή η διάταξη.
Αντ’ αυτού, έχουν δοθεί “σπασμωδικά” επιδόματα κάθε χρόνο, λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, που αφορούσαν πάλι ένα μικρό μέρος των 2,5 εκατομμυρίων συνταξιούχων. Μοναδική εξαίρεση το 2024, που δεν δόθηκε κανένα επίδομα. Φαίνεται πως κρίθηκε ότι δεν υπήρχε ανάγκη ή απλώς δεν ήταν εκλογικό έτος…
Τώρα, έξι χρόνια αργότερα, η κυβέρνηση γιορτάζει ότι θα προσφέρει 360 εκατομμύρια ευρώ στους συνταξιούχους από το υπερπλεόνασμα του 2024, δηλαδή σχεδόν το ¼ του ποσού που ήταν θεσμοθετημένο να δίδεται από το 2019 και μετά. Και έχει καταφέρει να δυσαρεστήσει όλους: το 60% που δεν θα λάβει τίποτα και το 40% που θα πάρει τα 250 ευρώ, που δεν αρκούν και μετά από επτά μήνες αναμονής! Σημαντική επιτυχία.