Μια διεθνής ομάδα ερευνητών έχει κατορθώσει να αναγνωρίσει και να μελετήσει πολλές μεσαιωνικές επιγραφές που θυμίζουν γκράφιτι, σε έναν από τους πιο ιερούς χώρους της Χριστιανοσύνης, το «Υπερώο της Ιερουσαλήμ». Σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση, εκεί πραγματοποιήθηκε ο Μυστικός Δείπνος.
Στην κορυφή του Όρους Σιών στην Ιερουσαλήμ, βρίσκεται ένας χώρος μεγάλης θρησκευτικής σημασίας για τις τρεις κύριες μονοθεϊστικές θρησκείες παγκοσμίως. Οι Εβραίοι και οι Μουσουλμάνοι θεωρούν αυτόν τον τόπο ως τον τάφο του Δαβίδ, ενώ σύμφωνα με τη Χριστιανική παράδοση, εκεί έγινε ο Μυστικός Δείπνος του Ιησού με τους αποστόλους πριν από τη Σταύρωσή Του.
Το «Υπερώο» κατασκευάστηκε από Σταυροφόρους και έχει μαγέψει προσκυνητές από όλο τον κόσμο επί αιώνες. Σήμερα, χάρη στη συνεργασία της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών (ÖAW) και της Ισραηλινής Αρχής Αρχαιοτήτων (IAA), έχουν αποκαλυφθεί νέες λεπτομέρειες στους τοίχους του ιερού χώρου.
Αξιοποιώντας προηγμένες ψηφιακές τεχνολογίες όπως η πολυφασματική φωτογραφία και η απεικόνιση μετασχηματισμού ανάκλασης (RTI), η ερευνητική ομάδα έχει φέρει στο φως επιγραφές, εραλδικές ασπίδες και ζωγραφιές που ήταν προηγουμένως αόρατες.
Τα ευρήματα καταγράφηκαν σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο έγκριτο περιοδικό Liber Annuus και προσφέρουν νέα πληροφορίες για τους προσκυνητές που επισκέπτονταν την Ιερουσαλήμ από τον 13ο έως τον 15ο αιώνα.
Μία από τις πιο εντυπωσιακές ανακαλύψεις είναι η ταυτοποίηση μιας ασπίδας που ανήκει στην οικογένεια Tristram von Teuffenbach, από την περιοχή Murau της Στυρίας.

Αυτή η εραλδική ασπίδα ήταν σκαλισμένη στον τοίχο του «Υπερώου», πιθανότατα κατά τη διάρκεια του προσκυνήματος το 1436, όταν ο αρχιδούκας Φρειδερίκος των Αψβούργων, μελλοντικός αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, επισκέφθηκε τους Αγίους Τόπους συνοδευόμενος από εκατό αυστριακούς ευγενείς.
Η σύνδεση του εμβλήματος με την περιοχή του είναι αποτέλεσμα του μακροχρόνιου ερευνητικού προγράμματος Corpus Vitrearum, που χρηματοδοτείται από το αρχαιολογικό ινστιτούτο της Αυστρίας, το οποίο εξετάζει την ιστορία των βιτρό από τη μεσαιωνική εποχή.
Τι αποκαλύπτουν οι επιγραφές
Το “ρεπερτόριο” των επιγραφών δεν περιορίζεται μόνο στη Γερμανία. Μια από τις πιο αποκαλυπτικές είναι μια επιγραφή στην αρμενική γλώσσα, χρονολογημένη στα Χριστούγεννα του 1300. Αυτή η λεπτομέρεια ενισχύει την υπόθεση ότι ο Βασιλιάς Χετούμ Β’ της Αρμενίας και οι δυνάμεις του έφτασαν στη Συρία τον Δεκέμβριο του 1299, μετά τη νίκη τους στην Τρίτη Μάχη του Χομς (Wādī al-Khaznadār).
Η δε θέση της επιγραφής, χαρακτηριστική των αρμενικών ευγενών, ενισχύει τη συγκεκριμένη θεωρία, η οποία αποτελεί αντικείμενο διαφωνίας μεταξύ των ιστορικών για πολλά χρόνια. Εξίσου σημαντική είναι η ανακάλυψη μιας επιγραφής στην αραβική γλώσσα που λέει “…ya al-Ḥalabīya”.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι, ανάλογα με την κατάληξη -ya που δηλώνει το θηλυκό γένος, η φράση θα μπορούσε να προέρχεται από χριστιανή προσκυνητρία από το Χαλέπι της Συρίας. Αυτή η λεπτομέρεια μπορεί να χαρακτηριστεί μοναδική στο επιγραφικό αρχείο της εποχής, προσφέροντας αντίκτυπο στη συμμετοχή των γυναικών στα μεσαιωνικά προσκυνήματα.
Οι τοίχοι του «Υπερώου» αποκαλύπτουν ονόματα και σύμβολα άλλων σπουδαίων προσωπικοτήτων της εποχής, όπως ο Johannes Poloner από το Regensburg, που κατέγραψε το ταξίδι του στην Ιερουσαλήμ το 1421-22.
Ανακαλύφθηκε επίσης μια ζωγραφιά με κάρβουνο που απεικονίζει την εραλδική ασπίδα της εξέχουσας οικογένειας von Rümlingen, με καταγωγή από τη Βέρνη. Συλλογικά, αυτά τα γκράφιτι παρέχουν μια εις βάθος ιστορία της γεωγραφικής σύνθεσης των προσκυνητών:
Εκτός από την Αυστρία, τη Γερμανία και την Αρμενία, υπάρχουν επίσης αποδείξεις για προσκυνητές από τη Σερβία, τη Βοημία και αραβόφωνες χριστιανικές κοινότητες του Λεβάντε.

Νέα προοπτική
Ο Ilya Berkovich, ερευνητής στο αρχαιολογικό ινστιτούτο της Αυστρίας και ένας από τους συγγραφείς της μελέτης, τονίζει ότι τα γκράφιτι προσφέρουν μία νέα προοπτική όσον αφορά την ποικιλία και την πολυπλοκότητα των μεσαιωνικών Προσκυνηματικών διαδρομών στην Ιερουσαλήμ, σε αντίθεση με την κυρίαρχη δυτική προσέγγιση που υπήρχε μέχρι τώρα.
Οι ενέργειες καταγραφής και ανάλυσης είναι αποτέλεσμα εκτενούς συνεργασίας πολλών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων σε Αυστρία, Ισραήλ και Αρμενία. Πολλές από τις επιγραφές που δεν ήταν ευδιάκριτες, υποβλήθηκαν σε ψηφιακή επεξεργασία στο εργαστήριο της ψηφιακής βιβλιοθήκης “Leon Levy”, που ασχολείται με τους παπύρους της Νεκράς Θάλασσας.
Συνολικά, έχουν εντοπιστεί περίπου 40 επιγραφές, συμπεριλαμβανομένων πέντε εραλδικών ασπίδων. Δημιουργείται έτσι ένα προηγούμενο σώμα γνώσεων για την κατανόηση αυτού του ιερού τόπου ως σημείου συνάντησης πολιτισμών, θρησκειών και προσωπικών ιστοριών κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα.