Γεώργιος Πάνος, καθηγητής Χρηματοοικονομικής Διοίκησης στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και αντεπιστέλλων μέλος της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας Κόμβος – Δίκτυα του Παγκόσμιου Ελληνισμού
Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ δεν περιορίζεται μόνο στις αγορές, τα ελλείμματα και τις στρατηγικές επενδύσεις.
Περιλαμβάνει επίσης τις καθημερινές αποφάσεις που παίρνουμε ως πολίτες: αν θα αποταμιεύσουμε ή θα καταναλώσουμε, εάν θα ζητήσουμε απόδειξη ή θα προτιμήσουμε την αδήλωτη εργασία.
Η Ελλάδα της περιόδου 2025-2040 θα διαμορφωθεί όχι μόνο από πολιτικές πρωτοβουλίες, αλλά και από τις εκατομμύρια ατομικές επιλογές που λαμβάνονται καθημερινά.
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ του πολίτη είναι άμεσα συνδεδεμένη με τα χρηματοοικονομικά. Από τη διαχείριση του νοικοκυριού έως την αποδοτικότητα των αποταμιεύσεων, όλα αυτά σχετίζονται με τη μακροοικονομική σταθερότητα και την κοινωνική ανθεκτικότητα.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της HFCS της ΕΚΤ, το 44,2% των ελληνικών νοικοκυριών δεν έχει αποταμιεύσεις για έκτακτα έξοδα, ενώ στο EU-SILC της Eurostat το ποσοστό φτάνει το 52,3%.
Παρά το γεγονός ότι η ιδιοκατοίκηση φτάνει το 72,5%, μόλις το 11% δηλώνει ότι κατέχει επενδυτικά προϊόντα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την ΑΑΔΕ, σχεδόν το 25% των ελεύθερων επαγγελματιών δήλωσε το 2023 εισόδημα κάτω από 5.000 ευρώ, δείχνοντας μια απόκλιση από την οικονομική πραγματικότητα.
Η ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ εκπαίδευση είναι καθοριστική για αυτήν την κατάσταση.
Η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις του ΟΟΣΑ, με μέσο όρο 12,2/21 σε βασικές γνώσεις, σε αντίθεση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 14,3.
Σε πανελλαδική έρευνα του ΙΟΒΕ και της Τράπεζας της Ελλάδος (2022), μόλις το 29% των ενηλίκων απάντησε σωστά σε ερωτήσεις για τον πληθωρισμό, τον σύνθετο τόκο και τη διαφοροποίηση.
Αυτή η έλλειψη γνώσης οδηγεί σε αδυναμία αξιοποίησης χρηματοοικονομικών εργαλείων και αποξένωση από τον επίσημο τραπεζικό τομέα.
ΤΗΝ ΙΔΙΑ στιγμή, η παραοικονομία συναντά υψηλή κοινωνική αποδοχή. Έρευνα του Ευρωβαρόμετρου (2022) δείχνει ότι το 53% θεωρεί «λογικό» να παρακαμφθεί ο ΦΠΑ για υπηρεσίες χαμηλής αξίας, ενώ το 35% έχει συμμετάσχει σε άτυπες συναλλαγές. Η φοροδιαφυγή εκλαμβάνεται είτε ως μέσο επιβίωσης είτε ως έκφραση δυσπιστίας απέναντι στο κράτος.
Αυτές οι συμπεριφορές δεν αλλάζουν μόνο με ελέγχους, αλλά απαιτούν εκπαίδευση και κοινωνική μετατόπιση.
Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ δεν είναι η ηθικολογία, αλλά στοχευμένες παρεμβάσεις.
Πρώτον, είναι απαραίτητη η καθολική εισαγωγή της χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης στα σχολεία και στα Κέντρα Διά Βίου Μάθησης.
Το υφιστάμενο πρόγραμμα του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής πρέπει να αποκτήσει σταθερότητα και αξιολόγηση.
Ο στόχος είναι, έως το 2030, τουλάχιστον το 80% των νέων να κατανοεί βασικές έννοιες όπως επιτόκια, χρέος, ασφαλιστικά προϊόντα και αποταμίευση. Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι αυτό είναι εφικτό.
Στην Αυστραλία, η χρηματοοικονομική εκπαίδευση έχει ενσωματωθεί στο εθνικό πρόγραμμα σπουδών από το 2011 με το πρόγραμμα «MoneySmart Schools».
Η Εσθονία εισήγαγε σχετικό μάθημα στο Λύκειο το 2014, κατατάσσοντας την κορυφή του Διεθνούς Προγράμματος για την Αξιολόγηση των Μαθητών PISA 2018 στον χρηματοοικονομικό αλφαβητισμό.
Στις ΗΠΑ, πολιτείες όπως η Φλόριντα και η Τζόρτζια έχουν νομοθετήσει την υποχρεωτική διδασκαλία προσωπικών οικονομικών από το 2022, με μετρήσιμα αποτελέσματα σε αποταμίευση και φοιτητικό δανεισμό.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ, η φορολογική συμμόρφωση δεν μπορεί να βασίζεται αποκλειστικά στον φόβο προστίμων.
Απαιτείται κοινωνική εκστρατεία που να συνδέει τη συναλλαγή με το συλλογικό συμφέρον – όπως έχει γίνει με τις καμπάνιες για τη ζώνη ασφαλείας ή το κάπνισμα.
Η μη έκδοση απόδειξης δεν είναι απλώς…
τέλος των δημόσιων εσόδων, αλλά αποδυναμώνει τις τοπικές υπηρεσίες – σχολεία, νοσοκομεία και την καθημερινότητά μας.
ΤΡΙΤΟΝ, η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί να λειτουργήσει ως πυλώνας χρηματοοικονομικής ενημέρωσης.
Πρωτοβουλίες όπως τα εργαστήρια του Ινστιτούτου Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού σε τοπικές κοινότητες και ψηφιακές πλατφόρμες, σε συνεργασία με την Τράπεζα της Ελλάδος, δείχνουν ότι και οι μικρές παρεμβάσεις μπορούν να ενισχύσουν τη γνώση βασικών εννοιών.
Η επέκταση αυτών των εργαλείων, με θεσμική υποστήριξη και τοπική εφαρμογή, μπορεί να γίνει μοχλός κοινωνικής κινητικότητας.
Η Ελλάδα του 2040 χρειάζεται πολίτες που δεν αρκούνται στην ατομική επιβίωση, αλλά κατανοούν τη συστημική φύση των πράξεών τους.
Ο προϋπολογισμός του νοικοκυριού, η επένδυση των αποταμιεύσεων και η έκδοση απόδειξης είναι μορφές συμμετοχής στην οικονομία.
Η χρηματοοικονομική παιδεία, η τεχνολογία και οι θεσμικές συνεργασίες μπορούν να μετατρέψουν αυτή τη συμμετοχή σε συλλογική πρόοδο.
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ δημοσιονομική στρατηγική που μπορεί να έχει επιτυχία χωρίς τη συμμετοχή των πολιτών. Το κράτος μπορεί να ρυθμίζει και να εποπτεύει, αλλά η ευημερία οικοδομείται στην ατομική ευθύνη.
Ο οικονομικός πατριωτισμός των επόμενων δεκαετιών δεν θα είναι ιδεολογικός, αλλά θα κρίνονται στην καθημερινή ζωή – στο λογιστήριο, στον ιατρό, στον δικηγόρο ή στον τεχνικό. Εκεί πρέπει να εστιάσουμε.