Καθώς η ένταση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν εισέρχεται σε μια νέα φάση με συνεχιζόμενες επιθέσεις και από τις δύο πλευρές, τα διεθνή ΜΜΕ αποτυπώνουν μια εικόνα ανησυχίας: στρατιωτικές επιχειρήσεις που στοχεύουν σε κεντρικές ιρανικές δομές, αυξημένη κατασκοπεία, αβέβαια αποτελέσματα από τις συγκρούσεις, περιορισμένη πρόοδο στη διπλωματία και στρατηγικές κινήσεις από τις ΗΠΑ που φαίνεται να στοχεύουν όχι μόνο στην Τεχεράνη, αλλά πιθανώς και στο Πεκίνο.
Σύμφωνα με ανάλυση του Guardian, η στρατιωτική εκστρατεία του Ισραήλ κατά του πυρηνικού και βαλλιστικού προγράμματος του Ιράν δεν θα εξασφαλίσει εύκολα τους μακροπρόθεσμους στρατηγικούς του στόχους, ακόμα και αν ο Μπενιαμίν Νετανιάχου καταφέρει να πείσει τον Τραμπ να συμμετάσχει στον πόλεμο.
Οι αναλυτές διακρίνουν τη μεταξύ τους διαφορά: η άμεσα επιτυχής στρατιωτική δράση του Ισραήλ κατά ιρανικών στρατιωτικών υποδομών και επιστημόνων δεν συνδέεται με τον ευρύτερο στρατηγικό στόχο του Τελ Αβίβ για αλλαγή καθεστώτος στην Τεχεράνη. Σύμφωνα με τον Guardian, η στρατηγική του Ισραήλ έχει στοιχηματίσει στην εμπλοκή των ΗΠΑ, ελπίζοντας στην αμερικανική υποστήριξη μέσω εξοπλισμού που το Ισραήλ δεν διαθέτει.
Το βρετανικό μέσο επισημαίνει τον κίνδυνο, υπογραμμίζοντας ότι αν και η αμερικανική εμπλοκή μπορεί να υπάρξει, το Ισραήλ ίσως δεν επιτύχει τους τελικούς στρατηγικούς του στόχους. Αντίθετα, υπάρχει κίνδυνος για περιφερειακή αποσταθεροποίηση, απρόβλεπτες αντιδράσεις και εξάντληση πόρων.
Ο Νετανιάχου, η «υπαρξιακή απειλή» και η Μοσάντ στο Ιράν
Πάνω από τρεις δεκαετίες, το Ισραήλ προειδοποιεί για την «υπαρξιακή απειλή» που προέρχεται από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου να είναι ο κεντρικός ομιλητής αυτών των προειδοποιήσεων, όπως σχολιάζει το BBC.
Από το βιβλίο του «Fighting Terrorism» το 1995 έως την εμβληματική ομιλία του στον ΟΗΕ το 2012, ο Νετανιάχου συνεχίζει να υποστηρίζει ότι το Ιράν πρέπει να εγκαταλείψει το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Αυτή τη στιγμή, ο στόχος του Ισραήλ είναι να πλήξει την πυρηνική ικανότητα της Τεχεράνης, καθώς η χώρα πλησιάζει στο «σημείο χωρίς επιστροφή» για την ανάπτυξη ενός πυρηνικού όπλου. Το Ιράν, όμως, διακηρύττει ότι το πρόγραμμα του έχει μόνο «ειρηνικούς σκοπούς».
Ωστόσο, όλο και περισσότεροι Ισραηλινοί αξιωματούχοι αφήνουν να εννοηθεί ότι ο έμμεσος στόχος του Τελ Αβίβ είναι αλλαγή καθεστώτος, ελπίζοντας ότι οι αεροπορικές επιθέσεις θα προκαλέσουν εξέγερση κατά του ανώτατου ηγέτη του Ιράν, Αλί Χαμενεΐ, και θα ανατρέψουν τη θεοκρατία στη χώρα.
Αυτή η στρατηγική αποτελεί ένα ριψοκίνδυνο στοίχημα, σχολιάζει η βρετανική μέσο ενημέρωσης, λόγω της μακράς ιστορίας ξένων επεμβάσεων στην περιοχή που υπόσχονται ελευθερία αλλά καταλήγουν σε χάος και βία.
Ταυτόχρονα, οι πρόσφατες στοχευμένες δολοφονίες Ιρανών στρατιωτικών αποδεικνύουν τη βαθιά διείσδυση της ισραηλινής υπηρεσίας πληροφοριών, Μοσάντ, στο Ιράν.
Οι επιθέσεις αυτές φανερώνουν σημαντικά κενά στις ιρανικές υπηρεσίες πληροφοριών. Όπως είχε αποκαλύψει ο πρώην υπουργός Πληροφοριών, Αλί Γιουνεσί, ο πρώην πρόεδρος της χώρας Χασάν Ροχανί είχε προειδοποιήσει τον Χαμενεΐ ότι «η Μοσάντ είναι πιο κοντά μας από τα ίδια μας τα αυτιά», μια δήλωση πολύ επίκαιρη σήμερα.
Αποτυχημένες διπλωματικές προσπάθειες
Οι διπλωματικές προσπάθειες για τη μείωση της έντασης μεταξύ Ιράν και Ισραήλ παραμένουν αποτυχημένες, όπως αναφέρει το NBC News, καταλήγοντας σε «πόζες και κοινότυπες δηλώσεις» παρά σε ουσιαστική πρόοδο.
Σε μια έντονα φορτισμένη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, οι εκπρόσωποι των δύο κρατών αντάλλαξαν κατηγορίες και υποσχέθηκαν να συνεχίσουν τη μάχη.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, απέρριψε τις ευρωπαϊκές προτάσεις για αυτοσυγκράτηση και για τον τερματισμό του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, δηλώνοντας ότι οποιαδήποτε διπλωματική λύση «θα απαιτήσει εμπλοκή των ΗΠΑ».
Επιπλέον, υποστήριξε ότι «η σύγκρουση θα είναι δύσκολη να σταματήσει» όταν ρωτήθηκε για ενδεχόμενη εκεχειρία κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Άλλωστε, ο ίδιος επιθυμεί ένα «πραγματικό τέλος» στο πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.
Παρά το γεγονός ότι ο Τραμπ άφησε ανοιχτό ένα «διπλωματικό παράθυρο» δύο εβδομάδων για διαπραγματεύσεις με την Τεχεράνη, ο Ιρανός ΥΠΕΞ, Αμπάς Αραγτσί, δήλωσε στο NBC News ότι η χώρα του «δεν εμπιστεύεται τις ΗΠΑ» και πρόσθεσε ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι οι υπεύθυνες για τις επιθέσεις του Ισραήλ από την αρχή».
Τόνισε επίσης ότι «το Ιράν δεν θα επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων όσο συνεχίζονται οι επιθέσεις του Ισραήλ», καθώς η σύγκρουση εισέρχεται στην ένατη ημέρα της.
Από την άλλη πλευρά, ο Ιρανός πρόεδρος, Μασούντ Πεζεσκιάν, δήλωσε ότι η χώρα του δεν θα σταματήσει τις πυρηνικές της δραστηριότητες ούτε θα εγκαταλείψει το δικαίωμα να αναπτύξει ένα ειρηνικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Επιπλέον, υψηλόβαθμος Ιρανός αξιωματούχος ανέφερε στο Reuters ότι οι προτάσεις των ευρωπαϊκών δυνάμεων σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα στο Γενεύη είναι μη ρεαλιστικές και η επιμονή σε αυτές δεν θα φέρει τις δύο πλευρές πιο κοντά σε μια συμφωνία.
Οι αμερικανικοί βομβαρδιστές B-2 στον Ειρηνικό – Μήνυμα προς το Πεκίνο;
Η μετακίνηση των αμερικανικών βομβαρδιστικών B-2 προσθέτει μια νέα γεωπολιτική διάσταση στη σύγκρουση Ισραήλ-Ιράν. Αν και η αποστολή των βομβαρδιστικών δεν έχει πλήρως αποσαφηνιστεί μέχρι στιγμής, ανέφεραν πηγές ότι τα αεροσκάφη απογειώθηκαν από βάση στο Μιζούρι με προορισμό τον Ειρηνικό, αντί για τη Μέση Ανατολή.
Σύμφωνα με το FoxNews, τα βομβαρδιστικά φέρονται να ανεφοδιάστηκαν κατά τη διάρκεια της πτήσης από το Μιζούρι, κάτι που υποδηλώνει ότι απογειώθηκαν με μειωμένες δεξαμενές λόγω του φορτίου τους.
Αναφορικά με το νησί Γκουάμ, όπου οι ΗΠΑ διατηρούν στρατιωτική βάση, τα βομβαρδιστικά B-2 μπορούσαν να εξοπλιστούν με τη βόμβα GBU-57 Massive Ordnance Penetrator, βάρους 13,6 τόνων (30.000 λίβρες), σχεδιασμένη για την καταστροφή βαθιά υπόγειων στόχων.
Αυτή η βόμβα θεωρείται ικανή για επιθέσεις κατά του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, περιλαμβανομένων εγκαταστάσεων όπως το Φορντό.
Η εγκατάσταση εμπλουτισμένου ουρανίου στο Φορντό βρίσκεται βαθιά μέσα σε βουνά κοντά στην πόλη Κομ, με εκτιμώμενο βάθος 80-90 μέτρων κάτω από την επιφάνεια, σύμφωνα με το CNN.
Όπως αναφέρουν οι New York Times, το Ισραήλ δεν έχει ούτε τη βόμβα ούτε τα αεροσκάφη που χρειάζονται για να την εκτοξεύσουν. Επομένως, οποιαδήποτε επίθεση κατά του Φορντό μπορεί να γίνεται μόνο από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ωστόσο, σύμφωνα με το Sky News, ανεξάρτητα από την κατεύθυνση των αμερικανικών βομβαρδιστικών, η κατάσταση παρέχει στις ΗΠΑ την κατάλληλη αφορμή για να εκδηλώσουν μια επίδειξη ισχύος στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, αποτρέποντας την Κίνα από την αντίληψη ότι «η Αμερική αποσπάται» από τον υπόλοιπο κόσμο.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη εγκρίνει την αναδιάταξη της ομάδας κρούσης του αεροπλανοφόρου «USS Nimitz» από την Ασία στη Μέση Ανατολή για την ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ.
Η κρίση με το Ιράν δημιουργεί άμεσες προκλήσεις για την Ουάσινγκτον λόγω της στρατηγικής παρουσίας των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, ενώ παράλληλα αναδεικνύει μακροπρόθεσμες στρατηγικές προκλήσεις, καθώς η Κίνα παρακολουθεί πώς οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιδρούν στα γεγονότα με το Ιράν.
Όπως επισημαίνει το Sky News, «Οι φωνές που καλούν την Αμερική να μην εμπλακεί σε άλλον έναν ξένο πόλεμο, ενθαρρύνουν μια κινεζική ηγεσία που έχει στραμμένο το βλέμμα της στην Ταϊβάν».