Μια διεθνής ομάδα ερευνητών από την Ιταλία και τη Γερμανία ανακάλυψε στην αρχαία πόλη Καινούα, σημερινό Marzabotto κοντά στη Βολόνια, τα λείψανα ενός νεογέννητου, που μπορεί να αποτελούν την πρώτη χειροπιαστή απόδειξη των ανθρωποθυσιών στην κουλτούρα των Ετρούσκων.
Οι Ετρούσκοι ήταν ένας παλαιότερος λαός που κατοικούσε στην περιοχή της Ετρουρίας, στη σύγχρονη Ιταλία, κατά την πρώτη χιλιετία π.Χ., με πολιτιστική ακμή από τον 9ο έως τον 4ο αιώνα π.Χ.
Πριν την κυριαρχία των Ρωμαίων, οι Ετρούσκοι διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της ιστορίας και του πολιτισμού της Ιταλίας. Ιστορικοί αναφέρουν ότι οι Ετρούσκοι είχαν εξελιγμένο πολιτισμό, αλλά ίσως να συμμετείχαν και σε ανθρωποθυσίες, κυρίως αιχμαλώτων, με τους μάντεις να διαβάζουν τα σπλάχνα τους για προφητείες.
Σημασία του σκελετού του βρέφους
Ο σκελετός χρονολογείται μεταξύ του 6ου και 4ου αιώνα π.Χ. και βρέθηκε δίπλα σε έναν τοίχο ιερού του ναού της Ούνι, θεάς του γάμου, της οικογένειας και της γονιμότητας, που επίσης προστάτευε τις γυναίκες στην ετρουσκική θρησκεία.
Οι επιστημονικές αναλύσεις δείχνουν ότι το παιδί, ένα αγόρι που γεννήθηκε στην περιοχή, χρησιμοποιήθηκε σε τελετουργικές πρακτικές, κατά τις οποίες τα οστά του αποσαρκώθηκαν πριν από την ταφή του. Υπάρχει μακροχρόνια διαφωνία ανάμεσα στους ιστορικούς σχετικά με την ύπαρξη ανθρωποθυσιών στους Ετρούσκους, όπως αναφέρουν οι Έλληνες και Ρωμαίοι ιστορικοί.

Ορισμένες γραπτές πηγές κατηγορούν τους Ετρούσκους για τα “βάρβαρα” έθιμά τους, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουν βρεθεί αδιάσειστα στοιχεία που να το αποδεικνύουν, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Archaeological and Anthropological Sciences.
Το βρέφος που βρέθηκε στην αρχαία ετρουσκική πόλη Marzabotto ήταν θαμμένο σε μια τάφρο, περιβάλλεται από πολλά τελετουργικά αντικείμενα, όπως θραύσματα κεραμικής με επιγραφές αφιερωμένες στη θεά Βέι και σύμβολα του σταυρού, υποδεικνύοντας μια θρησκευτική διάσταση.
Η τοποθεσία της ταφής υποδηλώνει μια τελετουργική προσφορά για τον καθαγιασμό του ναού. Ο σκελετός, ο οποίος είναι πολύ εύθραυστος, αναλύθηκε μέσω αξονικής τομογραφίας και ραδιοχρονολογίας με άνθρακα.
Τα αποτελέσματα επιβεβαίωσαν ότι επρόκειτο για ένα μωρό που γεννήθηκε πλήρως (38-40 εβδομάδες) και πιθανώς πέθανε αμέσως μετά τη γέννησή του.
Οι ερευνητές επικεντρώνονται στα σημάδια που εντοπίστηκαν στα οστά. Ορισμένα εκ των μακρών οστών παρουσιάζουν σημάδια χρήσης αιχμηρών αντικειμένων, υποδεικνύοντας αποσάρκωση χωρίς ακρωτηριασμό. Αυτό μπορεί να είναι ένδειξη τελετουργικών πρακτικών σχετικών με τη μετά θάνατο ζωή ή κάποιας μορφής προσφοράς.

Ανθρωποθυσία ή φυσικός θάνατος;
Η ερευνητική ομάδα εξέτασε και την πιθανότητα το μωρό να γεννήθηκε θνησιγενές και να ταφεί σε ιερό χώρο για θεϊκή προστασία. Επίσης, αναφέρθηκε ότι ίσως να πραγματοποιήθηκε εμβρυοτομή, μια αρχαία πρακτική σε περιπτώσεις επιπλοκών στην εγκυμοσύνη, αν και η ακεραιότητα του σκελετού αποδυναμώνει αυτή την εικασία.
Παρ’ όλα αυτά, οι ερευνητές καταλήγουν ότι η συμφωνία ανάμεσα στο αρχαιολογικό πλαίσιο και τα ανθρωπολογικά στοιχεία υποστηρίζει την υπόθεση των θυσιών. Η μελέτη συνδέει την περίπτωση με άλλες ετρουσκικές ανακαλύψεις, όπως ταφές παιδιών κοντά σε τείχη στην Ταρκυνία και το Ουρβιέτο ή προσφορές ζώων σε ιερά πηγάδια.
Βρέφη ως μεσολαβητές ανάμεσα στο ανθρώπινο και το θείο
Η μελέτη αναφέρει παραλληλίες με πολιτισμούς της Μεσογείου όπως η Ελλάδα και η Ρώμη, όπου τα νεογέννητα θάβονταν σε μεταβατικούς χώρους, υποδηλώνοντας μια πνευματική μετάβαση. Τα βρέφη, ως μη πλήρως ενσωματωμένα μέλη της κοινωνίας, θεωρούνταν ιδανικοί μεσολαβητές με το θείο.
Επιπλέον, η αποσάρκωση μπορεί να σχετίζεται με πεποιθήσεις για την αναγέννηση, καθώς τα οστά θεωρούνταν οι σπόροι της μελλοντικής ζωής.
Επιφυλάξεις και περιορισμοί της μελέτης
Τέλος, οι συγγραφείς επισημαίνουν τους περιορισμούς της έρευνάς τους, καθώς δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν τη δολοφονία του βρέφους. Τονίζουν την ανάγκη για περισσότερα παρόμοια ευρήματα για να επιβεβαιωθεί ότι πρόκειται για ευρέως διαδεδομένη πρακτική, αν και δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να ήταν μια σπάνια περίπτωση.