Η ναυτιλιακή βιομηχανία βρίσκεται σε καθοριστικό σταυροδρόμι, καθώς καλείται να περιορίσει δραστικά τις εκπομπές ρύπων και να υιοθετήσει πιο βιώσιμες πρακτικές.
Στην ενεργειακή μετάβαση, οι επενδύσεις στην παραγωγή εναλλακτικών καυσίμων είναι απαραίτητες, υπογράμμισε ο γενικός γραμματέας του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ), Arsenio Dominguez, σε εκδήλωση στο Μονακό.
Ωστόσο, η συζήτηση για την πράσινη μετάβαση προκάλεσε ανησυχίες από κορυφαίους φορείς του κλάδου. Στελέχη της ελληνικής ναυτιλίας επισήμαναν ότι η απανθρακοποίηση δεν μπορεί να επιτευχθεί άμεσα χωρίς επαρκή διαθεσιμότητα και ανταγωνιστικές τιμές στα νέα καύσιμα.
Η πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, Μελίνα Τραυλού, υπογράμμισε την ανάγκη για δίκαιες και ρεαλιστικές πολιτικές, τονίζοντας την υποτίμηση του ρόλου των μεταβατικών καυσίμων, όπως το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), που αποτελούν σημαντικό βήμα προς τη βιώσιμη ναυτιλία.
Το φόρουμ στο Μονακό
Στο φόρουμ για τη χρηματοδότηση της γαλάζιας οικονομίας στο Μονακό, ο επικεφαλής του ΙΜΟ δήλωσε ότι οι κανονισμοί από μόνοι τους δεν είναι επαρκείς και απαιτούν επενδύσεις για την ανάπτυξη τεχνολογιών και την αξιοποίηση εναλλακτικών καυσίμων, ώστε να αντικατασταθούν οι 350 εκατ. τόνοι μαζούτ που καίγονται ετησίως από τα πλοία.
Πρόσθεσε ότι η αναβάθμιση των λιμενικών υποδομών θα απαιτήσει ασφαλή παροχή καθαρής ενέργειας στα πλοία που προσεγγίζουν λιμάνια παγκοσμίως.
Επιπλέον, ο ΙΜΟ έχει εγκρίνει νέους κανονισμούς για καύσιμα και εκπομπές πλοίων καθαρού μηδενικού επιπέδου, που αναμένεται να επιβεβαιωθούν τον Οκτώβριο. Ο κ. Dominguez τόνισε ότι αυτοί οι κανονισμοί θα ισχύουν για όλα τα ποντοπόρα πλοία, ανεξαρτήτως σημαίας, και κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να προχωρήσει σε συγκεκριμένες δράσεις.
Επίσης, προειδοποίησε ότι σχεδόν 500.000 ναυτικοί θα χρειαστούν εκπαίδευση μέχρι το 2030 και ότι τα πρωτόκολλα ασφαλείας πρέπει να ενισχυθούν για τους νέους τύπους καυσίμων.
«Η απομάκρυνση από τον άνθρακα έχει κόστος. Έχουμε ήδη επενδύσει στην περιβαλλοντική ρύπανση. Ήρθε η ώρα να επενδύσουμε στην καθαριότητα και τη βιωσιμότητα για τις μελλοντικές γενιές», δήλωσε ο γενικός γραμματέας του ΙΜΟ. Η Christine Cabau-Woehrel, εκτελεστική αντιπρόεδρος της γαλλικής CMA CGM, χαρακτήρισε τη μετάβαση ως «πλήρη μετασχηματισμό των ναυτιλιακών επιχειρήσεων», προσθέτοντας ότι «θα είναι μια μακρά και δύσκολη διαδικασία, αλλά επιθυμούμε να ηγηθούμε».
Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Ναυτιλιακό Συμβούλιο, τουλάχιστον 200 πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων λειτουργούν ήδη με καύσιμα μηδενικών ή σχεδόν μηδενικών εκπομπών, ενώ σχεδόν το 80% των νέων παραγγελιών διαθέτουν αυτήν την υβριδική ικανότητα.
«Η βιομηχανία των τακτικών γραμμών έχει ήδη επενδύσει 150 δισ. δολάρια στην αποcarbonization, κάτι πρωτοφανές για τον τομέα των μεταφορών», δήλωσε ο πρόεδρος του Παγκόσμιου Ναυτιλιακού Συμβουλίου (WSC), Joe Kramek, προσθέτοντας ότι η ναυτιλιακή κοινότητα χρειάζεται την προμήθεια εναλλακτικών καυσίμων, που συνιστά μια τεράστια επενδυτική ευκαιρία.
Οι ελληνικοί φορείς
Με την υιοθέτηση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος από την MEPC 30, η πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, Μελίνα Τραυλού, καλωσόρισε τις θετικές πτυχές της συμφωνίας του ΙΜΟ, όπως η αναγνώριση της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» και η μετακύλιση του κόστους συμμόρφωσης στον φορέα εμπορικής εκμετάλλευσης. Ωστόσο, επισήμανε ότι η υποβάθμιση των μεταβατικών καυσίμων, όπως το LNG, υπονομεύει τις επενδύσεις και τις προσπάθειες για απεξάρτηση από τον άνθρακα.
Ο πρόεδρος της Martecma (Ένωση Τεχνικών Διευθυντών της Ελληνικής Ναυτιλίας), Πάνος Κουρκουντής, ανέφερε πρόσφατα ότι οι τρέχουσες τιμές βιοκαυσίμων σημαίνουν ότι ένα πλοίο με συμβατικά καύσιμα θα επιβαρύνεται ετησίως με πρόστιμο μικρότερο από το κόστος βιοκαυσίμου bio30 μέχρι το 2030. Για να γίνουν τα βιοκαύσιμα και το LNG ανταγωνιστικά, οι τιμές τους πρέπει να πλησιάσουν αυτές των συμβατικών καυσίμων, πρόσθεσε.
Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι για τον αντικατάσταση των 216 εκατ. τόνων συμβατικών καυσίμων που καταναλώνονται ετησίως από την ποντοπόρο ναυτιλία, απαιτείται η παραγωγή 440 εκατ. τόνων πράσινης μεθανόλης ή 470 εκατ. τόνων πράσινης αμμωνίας ετησίως, ενώ οι σημερινές παγκόσμιες παραγωγές ανέρχονται μόλις σε 3,2 και 6,4 εκατ. τόνους αντίστοιχα.
Κατά παρόμοιο τρόπο είναι και οι διαφορές παραγωγής και ζήτησης για το μεθάνιο και το υδρογόνο, ενώ υπογράμμισε ότι οι απαιτούμενες ποσότητες πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας για την παραγωγή αυτών των καυσίμων δεν μπορούν να επιτευχθούν σε λίγες δεκαετίες.