Η πρόταση για το Δημοσιονομικό Συμβούλιο ως Ανεξάρτητη Αρχή που θα ελέγχει τα προγράμματα των κομμάτων, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αστεία.
Πιο αποτελεσματικό θα ήταν να υπάρχει ένας μηχανισμός που να αξιολογεί τη συμβατότητα λόγων και πράξεων, αντί για προγραμματικές εκθέσεις γεμάτες ιδέες.
Υπάρχουν κόμματα που ανεύθυνα υπόσχονται διαγραφή του χρέους ή υπονοούν έξοδο από το ευρώ. Θα ελέγξει άραγε αυτό; Ακόμα κι αν η νέα Αρχή δηλώσει ότι αυτά δεν είναι εφικτά για συγκεκριμένους λόγους, το κόμμα θα αντιτείνει τα αντίθετα, όπως συμβαίνει συνήθως.
Επιπλέον, υπάρχει ο κίνδυνος η Αρχή, προσπαθώντας να ευχαριστήσει όλους, να βρει τα πάντα “τέλεια” με τις ανάλογες προϋποθέσεις, διαχύνοντας τις ευθύνες. Οι θέσεις όλων των κομμάτων είναι συχνά μεσσιανικές και υπόσχονται θαύματα, ανεξαρτήτως αν είναι μικρά ή μεγάλα κόμματα, τα οποία λένε άλλα ως αντιπολίτευση και πράττουν διαφορετικά όταν γίνουν κυβέρνηση.
Ορισμένα υποστηρίζουν ότι πρέπει να είμαστε είτε ουδέτεροι είτε υπέρ της Ρωσίας στην Ουκρανία, ενώ άλλα τηρούν την αντίθετη άποψη. Μια σωστή θέση θα φανεί μόνο με την πάροδο του χρόνου. Για παράδειγμα, το 2015 η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ανέδειξε την αντίφαση μεταξύ προεκλογικών υποσχέσεων και μετεκλογικών πρακτικών.
Πολλές από τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ανέφικτες δεδομένων των συνθηκών. Αν όμως η χώρα αποκτούσε μια γερή βιομηχανική βάση και άλλαζε τη δομή της, μπορεί να ήταν δυνατή ακόμα και η έξοδος από το ευρώ, χωρίς σοβαρούς κραδασμούς — όμως, αυτό απαιτεί προετοιμασία, όχι βιαστικές απαντήσεις.
Αντίστοιχα, η δήλωση του Γιώργου Παπανδρέου πριν λίγα χρόνια σχετικά με το “περίστροφο πάνω στο τραπέζι” ως απειλή προς τις ευρωπαϊκές τράπεζες, δεν υποστηρίχθηκε και τελικά απέτυχε.
Οι πολίτες αξιολογούν τα κόμματα και τα προγράμματά τους μέσα από την εμπειρία τους και συχνά τα καταψηφίζουν, κάτι απόλυτα φυσικό. Τα αρμόδια όργανα πρέπει να εστιάζουν στην αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας — αυτό είναι που χρειαζόμαστε άμεσα, όχι αξιολογήσεις κομματικών προγραμμάτων που όλοι γνωρίζουν ότι είναι άδειες υποσχέσεις.