Ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε αναβολή 40 ημερών στους δασμούς 50% στα ευρωπαϊκά εισαγόμενα προϊόντα στις ΗΠΑ, μετά από μια «ευχάριστη τηλεφωνική συνομιλία» με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Ωστόσο, δεν έχει βρεθεί ακόμα κάποια μόνιμη λύση. Οι δασμοί θα ισχύσουν τελικά στις 9 Ιουλίου αντί για την 1η Ιουνίου.
Η νέα επίθεση του Τραμπ με τους δασμούς φαίνεται να ήταν κυρίως ένα μέσο πίεσης προς την ΕΕ, με τους Financial Times να κάνουν λόγο για «κλασική τακτική εκφοβισμού» του Αμερικανού προέδρου.
Ο Τραμπ συνεχίζει να έχει αρνητική στάση απέναντι στην ΕΕ, επιδιώκοντας χωριστές συμφωνίες με τις διάφορες χώρες, ώστε να μπορέσει να επιβάλει πιο εύκολα τις επιθυμίες των ΗΠΑ.
Επιπλέον, υπάρχει το «Μεγάλο Όμορφο Νομοσχέδιο», που υπόσχεται σημαντικές φορολογικές ελαφρύνσεις για μια δεκαετία, αλλά που θα ήταν πιθανό να ανεβάσει το χρέος των ΗΠΑ στο 145% του ΑΕΠ και να προκαλέσει δημόσιο έλλειμμα 5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ο Τραμπ αναζητά τρόπους να καλύψει αυτές τις «τρύπες» αυξάνοντας τους δασμούς και πίεσε την Ευρώπη να αποδεσμευτεί από τη σχέση της με την Κίνα.
Οι Βρυξέλλες έχουν ήδη προετοιμάσει σειρά αντιμέτρων, συμπεριλαμβανομένων αντι-δασμών αξίας 95 δισεκατομμυρίων ευρώ στις αμερικανικές εξαγωγές. Ωστόσο, είναι προφανές ότι μια απάντηση με «δασμούς στους δασμούς» μπορεί να οδηγήσει σε έναν φαύλο κύκλο.
Η ΕΕ χρειάζεται μια στρατηγική δύο φάσεων:
Η πρώτη φάση είναι να εντοπίσει στρατηγικούς τομείς όπου θα πρέπει να δημιουργηθούν «οδοφράγματα».
Η δεύτερη φάση είναι να ενισχυθεί η εσωτερική ζήτηση, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι εθνικές οικονομικές πολιτικές και η ευρωπαϊκή στρατηγική πρέπει να κατευθυνθούν προς την αύξηση της κατανάλωσης και των επενδύσεων, όπως προτείνουν οι εκθέσεις των Ντράγκι και Λέττα.
Οι δασμοί του Τραμπ θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τη ήδη συρρικνούμενη ευρωπαϊκή μεσαία τάξη και τις επιχειρήσεις, οδηγώντας σε περαιτέρω μείωση της αγοραστικής δύναμης εκατομμυρίων νοικοκυριών.
Για παράδειγμα, ο πρωθυπουργός της χώρας μας σωστά αναφέρει ότι η ανάπτυξη είναι υπερδιπλάσια από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Όμως, με πάνω από 6 στους 10 μισθωτούς να κερδίζουν έως 956 ευρώ καθαρά και τη μέση σύνταξη του ιδιωτικού τομέα να είναι 766 ευρώ, η ζήτηση δεν μπορεί παρά να παραμείνει υποτονική. Το ίδιο ισχύει και για την αντίδραση στον Τραμπισμό.