Από το 2019, το Υπουργείο Πολιτισμού έχει θέσει ως προτεραιότητα τη μετατροπή του Παλαιού Ελαιουργείου της Ελευσίνας σε ένα σύγχρονο Διαχρονικό Μουσείο, ικανό να φιλοξενήσει τον μεγάλο αριθμό ευρημάτων που προέρχονται από τις ανασκαφές του Ιερού της Δήμητρας και της Κόρης, καθώς και από σωστικές ανασκαφές στην περιοχή.

Το κτίριο αυτό ανήκει στο συγκρότημα παλιών βιομηχανικών εγκαταστάσεων «ΒΟΤΡΥΣ-ΕΛΑΙΟΥΡΓΕΙΟ», που βρίσκεται νότια του οργανωμένου αρχαιολογικού χώρου. Στις εγκαταστάσεις αυτές λειτουργούσε στο παρελθόν το Σαπωνοποιείο Χαριλάου, το πρώτο εργοστάσιο που ιδρύθηκε στην Ελευσίνα το 1875 και λειτούργησε έως το 1960. Το ακίνητο πέρασε στην κυριότητα της Εθνικής Τράπεζας, από την οποία το Υπουργείο Πολιτισμού το αγόρασε το 2022 για 5.000.000 ευρώ, με στόχο την εγκατάσταση του νέου μουσείου.

Η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη δήλωσε: «Με την ολοκλήρωση της αρχιτεκτονικής μελέτης, το οποίο έχει γνωμοδοτηθεί από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, ένα οραματικό έργο για την Ελευσίνα μπαίνει στην τελική φάση σχεδιασμού και υλοποίησης. Το Παλαιό Ελαιουργείο αποτελεί μέρος της βιομηχανικής και πολιτιστικής κληρονομιάς της πόλης. Από το 1995 φιλοξενεί το πολιτιστικό φεστιβάλ Αισχύλεια και το 2023 συμμετείχε σε πολλές εκδηλώσεις της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας «Ελευσίς 2023». Η Ελευσίνα αξίζει ένα Διαχρονικό Μουσείο που να αντανακλά την ιστορία και την πλούσια αρχαιολογία της. Η δημιουργία του μουσείου παράλληλα με τα αρχαιολογικά έργα του Υπουργείου Πολιτισμού, συνολικού κόστους άνω των 8.000.000 ευρώ, θα συνθέσει μια πολιτιστική ενότητα που εκτείνεται από την αρχαιότητα έως σήμερα, ενοποιώντας τον χώρο με το νέο μουσείο και την παραλιακή περιοχή της πόλης.».

Το ελαιουργείο, το οποίο βρίσκεται δίπλα στην ακτή και στον αρχαιολογικό χώρο, παρήγαγε διάφορα είδη λαδιού και σαπούνι τύπου Μασσαλίας. Το 1892, με την αλλαγή της διεύθυνσης, το εργοστάσιο μετονομάστηκε σε «Χαρίλαος – Κανελλόπουλος Α.Ε.» και συνέχισε να λειτουργεί μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1960.

Το νέο μουσείο θα τοποθετηθεί νότια του εργοστασίου «ΒΟΤΡΥΣ» και στην παραλιακή περιοχή. Η ανάγκη ίδρυσης του μουσείου για την ανάδειξη της μακροχρόνιας ιστορίας της Ελευσίνας έχει επισημανθεί από το 1989. Το 2020, το ρυμοτομικό σχέδιο της περιοχής άλλαξε και προσδιορίστηκαν νέες χρήσεις. Το 2023, το Υπουργείο Πολιτισμού παραχώρησε προσωρινά το τμήμα του Παλαιού Ελαιουργείου για εκδηλώσεις της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας 2023. Το 2024, εγκρίθηκε η μελέτη για τη μετατροπή του Παλαιού Ελαιουργείου σε Διαχρονικό Μουσείο Ελευσίνας, με δωρεά του Ιδρύματος Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου στο Υπουργείο Πολιτισμού.

Το συγκρότημα του «ΕΛΑΙΟΥΡΓΕΙΟΥ» διατηρείται σε μεγάλο βαθμό αναλλοίωτο όπως λειτουργούσε το 1960, με έκταση 26 στρεμμάτων. Διασώζονται 23 κτηριακές μονάδες με συνολική επιφάνεια 11.700 τ.μ. Χαρακτηρίζονται από ποικιλία υλικών και τρόπων δόμησης, με τον κύριο όγκο να χρονολογείται από τον Μεσοπόλεμο έως τις δεκαετίες του 1950 και 1960.

Το συγκρότημα είναι διαμορφωμένο σε διπλή «Γ», με τους νοτιοανατολικούς χώρους υπόστεγους να χρησιμοποιούνται για αποθήκευση, και τους βορειοδυτικούς, διώροφους και τριώροφους, να φιλοξενούν την παραγωγική διαδικασία. Έχει και κτήριο διοίκησης κοντά στην είσοδο προς την παραλία. Κανένας μηχανολογικός εξοπλισμός δεν διασώζεται, εκτός από 28 κυλινδρικές δεξαμενές στον τοίχο με το εργοστάσιο «ΒΟΤΡΥΣ». Το «ΒΟΤΡΥΣ», που ίδρυθηκε το 1898, εξελίχθηκε σε μεγάλη εταιρεία του κλάδου, μέχρι που σταμάτησε τη λειτουργία του το 1974.
Η αρχιτεκτονική μελέτη έχει λάβει υπόψη: α) τη τυπολογία των βιομηχανικών συγκροτημάτων, β) την ανάγκη δημιουργίας ενός εξωτερικού χώρου για πολιτιστικές εκδηλώσεις, γ) την κλίμακα των κτισμάτων που επιτρέπει την εισροή φυσικού φωτός, δ) την επιθυμία διατήρησης του χαρακτήρα των τοίχων για ενίσχυση της βιωματικής εμπειρίας των επισκεπτών, ε) τη λειτουργία του Μουσείου ως πολιτιστικού κόμβου και στ) τη σύνδεση του Μουσείου με την πόλη και το παραλιακό μέτωπο.

Η μελέτη περιλαμβάνει χώρους 3.800 τ.μ., και ενσωματώνει τους όρους του Υπουργείου Πολιτισμού. Δημιουργούνται τέσσερις είσοδοι: οι δύο από την παραλιακή οδό Κανελλοπούλου, μία από την οδό Πεισιστράτου και μία από την κατεύθυνση του αρχαιολογικού χώρου. Στο κτηριολογικό σκέλος, περιλαμβάνονται η κατεδάφιση κτιρίων, η ανέγερση δύο νέων, η αποκατάσταση οκτώ και η διατήρηση τριών κτιρίων. Οι μουσειακές εγκαταστάσεις θα παρουσιάσουν την ιστορία της πόλης από την αρχαιότητα έως το 1830, σε ένα ενιαίο σύνολο, χωριστό από το τμήμα της νεότερης και σύγχρονης ιστορίας.