Στην «μάχη» για το 2025, οι εταιρείες που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών ετοιμάζονται να αξιοποιήσουν τα δικά τους «όπλα». Με την ελληνική αγορά να φτάνει σε επίπεδα 15ετίας, στα 1.800 σημεία, αναζητούν νέο «αφήγημα» για να συνεχίσουν την ανοδική πορεία τους. Για κάποιες, το κλειδί είναι η υψηλή αξία των ιδίων κεφαλαίων, άλλες στηρίζονται στην ανθεκτική κερδοφορία τους, ενώ κάποιες εκμεταλλεύονται τη διαφορά μεταξύ θεμελιωδών μεγεθών και χρηματιστηριακής αποτίμησης. Υπάρχουν και περιπτώσεις που συνδυάζουν όλα τα παραπάνω.
Αναλύοντας 107 εταιρείες της Κύριας Αγοράς του Χ.Α. που παρουσίασαν θετική κερδοφορία την τελευταία οικονομική χρήση, διαπιστώνουμε ότι πολλές μετοχές μπορούν να εκμεταλλευτούν την ελκυστική αποτίμηση, προκειμένου να προσελκύσουν νέους αγοραστές, τόσο στην εγχώρια αγορά όσο και στο εξωτερικό. Αυτή η προοπτική βασίζεται στην αυξημένη λογιστική αξία (82,1 δισ. ευρώ το 2024, από 75,2 δισ. ευρώ το 2023) και στην «φουσκωμένη» ετήσια κερδοφορία (11,5 δισ. ευρώ το 2024, από 10,5 δισ. ευρώ το 2023).
Σύμφωνα με τα δεδομένα που συγκέντρωσε και επεξεργάστηκε η «Ν», τουλάχιστον 42 εισηγμένες (39,2% του συνόλου) έχουν χρηματιστηριακή αξία μικρότερη από τη λογιστική τους αξία. Την ίδια στιγμή, 37 εισηγμένες (34,5% του συνόλου) προβλέπουν ότι η ετήσια κερδοφορία του 2024 θα έχει δείκτη P/E (Price to Earnings) κάτω από 10x, παρά τη συνεχιζόμενη ανοδική πορεία της αγοράς για πέντε συναsecutive χρόνια.
Τα παραπάνω «όπλα» αποκτούν ιδιαίτερη σημασία σε ένα ευμετάβλητο εξωτερικό περιβάλλον, όπου οι αβεβαιότητες από ζητήματα όπως ο εμπορικός πόλεμος και οι γεωπολιτικές προκλήσεις παραμένουν. Η ικανοποιητική λογιστική αξία, η ανθεκτική κερδοφορία και η ελκυστική αποτίμηση των ελληνικών εισηγμένων μπορούν να λειτουργήσουν ως σημαντικά «αναχώματα» σε μια ενδεχόμενη επανάληψη των αρνητικών γεγονότων που παρατηρήσαμε στις αρχές Απριλίου.
Ίδια κεφάλαια
Αναφορικά με τη λογιστική αξία των εισηγμένων, θα πρέπει να σημειώσουμε ορισμένα βασικά σημεία. Η λογιστική αξία αναφέρεται στην καθαρή θέση της επιχείρησης, δηλαδή το άθροισμα του μετοχικού κεφαλαίου, των αποθεματικών (αδιάθετα κέρδη) και των κεφαλαίων τρίτων.
Συνήθως, συγκρίνεται με τη χρηματιστηριακή αξία, δηλαδή την τρέχουσα αποτίμηση της εταιρείας στο Χρηματιστήριο. Αυτή η σύγκριση παράγει τον δείκτη Price to Book Value (P/BV), ο οποίος ενσωματώνει την αναλογία λογιστικής προς χρηματιστηριακή αξία.
Θετική πρόγευση κερδών από τις εισηγμένες (και) για το 2025
Σύμφωνα με τη θεωρία, όσο πιο κοντά στο 1x είναι ο δείκτης αυτός (λογιστική αξία = χρηματιστηριακή αξία), τόσο πιο ορθά αποτιμημένη θεωρείται μια εισηγμένη βάσει των ιδίων κεφαλαίων της. Ωστόσο, δεν είναι πάντα κανόνας, καθώς υπάρχουν τομείς όπου η χρηματιστηριακή αξία υπερτερεί της λογιστικής αξίας, καθιστώντας τον δείκτη P/BV άνω του 1x.
Αυτή τη στιγμή, το Χ.Α. διαθέτει τουλάχιστον 42 μετοχές, όπου η λογιστική αξία είναι μικρότερη από τη χρηματιστηριακή, με τον δείκτη P/BV να είναι κάτω από 1x. Επιπλέον, 26 άλλες εισηγμένες παρουσιάζουν δείκτη λίγο άνω του 1x, δηλαδή στο εύρος 1x – 1,5x, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι το 63,5% των μετοχών του Χ.Α. διαπραγματεύεται με P/BV κάτω από 1,5x.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι στον δείκτη MSCI Europe, ο μέσος P/BV ανέρχεται στο 2,0x, ενώ για τις Αναδυόμενες Αγορές είναι στο 1,8x.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν 33 εισηγμένες με P/BV άνω του 2x. Αυτό δε σημαίνει ότι όλες οι μετοχές είναι υπερτιμημένες, καθώς η κάθε περίπτωση θα πρέπει να εξετάζεται μεμονωμένα, λαμβάνοντας υπόψη περισσότερους παράγοντες εκτός από τη λογιστική αξία.
Επιπλέον, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι τρέχουσες χρηματιστηριακές τιμές δεν αντικατοπτρίζουν μόνο την παρούσα κατάσταση των θεμελιωδών στοιχείων αλλά και τις μελλοντικές προοπτικές της επιχείρησης. Γι’ αυτό οι υψηλοί δείκτες αποτίμησης συχνά περιλαμβάνουν εκτιμήσεις για την ανάπτυξη της εταιρείας.
Χρηματιστήριο – Εισηγμένες: Οι «12» που απογειώνουν τον φετινό τζίρο
Κερδοφορία
Για μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα σχετικά με τα «όπλα» της ελληνικής αγοράς, εξετάζουμε τον δείκτη P/E, που δείχνει τη σχέση μεταξύ της ετήσιας κερδοφορίας και της τιμής της μετοχής. Αυτός ο δείκτης αναδεικνύει το χρόνο που απαιτείται για ανάκτηση της επένδυσης μέσω της ετήσιας κερδοφορίας, χωρίς να υπολογίζονται τα μερίσματα ή η άνοδος της μετοχής.
Ένας δείκτης κάτω του 10x (δηλαδή λιγότερα από 10 χρόνια) θεωρείται ιδιαίτερα ικανοποιητικός, αν και μπορεί να γίνουν αποδεκτές υψηλότερες τιμές ανάλογα με τις προοπτικές της επιχείρησης, τον τομέα δραστηριοποίησης και την κατάσταση της οικονομίας.
Στην αγορά της Αθήνας, υπάρχουν τουλάχιστον 37 μετοχές με P/E κάτω από 10x. Αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς οι μετοχές απολαμβάνουν σταθερή ανοδική πορεία την τελευταία πενταετία, καταγράφοντας ράλι άνω του 122%. Αν προσθέσουμε και τις 27 μετοχές με P/E μεταξύ 10x και 15x, προκύπτει ότι σχεδόν το 60% (59,8% για την ακρίβεια) διαπραγματεύεται σε αρκετά ελκυστικές τιμές βάσει της ετήσιας κερδοφορίας.
Συγκρίνοντας με το εξωτερικό, ο μέσος P/E του MSCI Europe είναι 15,3x, ενώ για τις Αναδυόμενες Αγορές κυμαίνεται στο 14,4x.
Χρηματιστήριο – Επιτήρηση: Ποιες εισηγμένες βλέπουν φως στο τούνελ
Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι η ετήσια κερδοφορία επηρεάζεται συχνά από (θετικούς ή αρνητικούς) έκτακτους παράγοντες, με συνέπεια ο δείκτης P/E να μην αποκαλύπτει πάντα την πλήρη εικόνα. Για το λόγο αυτό, κάθε επιλογή θα πρέπει να συνδυάζει περισσότερα από ένα κριτήρια, ώστε οι επενδυτές να αποκτούν μια όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη εικόνα πριν από τις αποφάσεις τους.
(Τα παραπάνω αποτελούν προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας και δεν αποτελούν προτροπή για αγορά, πώληση ή διακράτηση οποιασδήποτε μετοχής)