Η επιθετική πολιτική δασμών του Αμερικανού προεδρικού ηγέτη Ντόναλντ Τραμπ έχει προκαλέσει αλλαγές στις εμπορικές ροές και την ανάπτυξη μεγάλων οικονομιών, ακόμη και πριν από την εφαρμογή της, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία.
Η πιο σημαντική επίπτωση παρατηρήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 0,3% το πρώτο τρίμηνο, πρώτη φορά από το 2022, όταν η οικονομία άρχισε να ανακάμπτει μετά την πανδημία. Αυτή η πτώση ήταν αναπάντεχη, καθώς η προ διέτια ανάπτυξή ήταν ισχυρή, φτάνοντας το 2,3% το δ’ τρίμηνο του 2020. Αν και οι αναλυτές περίμεναν επιβράδυνση, δεν αναμέναν αρνητική ανάπτυξη.
Ραγδαία αύξηση εισαγωγών στις ΗΠΑ
Η αιτία της αρνητικής έκπληξης οφείλεται κυρίως στην εντυπωσιακή αύξηση των εισαγωγών στις ΗΠΑ, που έφτασε το 51%, καθώς οι επιχειρήσεις έσπευσαν να προμηθευτούν προϊόντα πριν από την επιβολή δασμών, προσπαθώντας να αποφύγουν τις συνέπειες από τις αυξήσεις τιμών που θα προκύψουν. Ήταν ορατός ο αντίκτυπος, με την συμβολή των εισαγωγών να φτάνει τις πέντε ποσοστιαίες μονάδες, ένα πρωτοφανές νούμερο για την οικονομία των ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια.
Η συζήτηση για τους δασμούς ξεκίνησε αμέσως μετά την ανάληψη της προεδρίας από τον Τραμπ, αλλά οι πρώτες ενέργειες για τις εισαγωγές από τον Καναδά, το Μεξικό και την Κίνα εφαρμόστηκαν στα τέλη Φεβρουαρίου και αρχές Μαρτίου, με τους γενικούς δασμούς να ανακοινώνονται στις 2 Απριλίου. Αυξήθηκε έτσι ο μέσος δασμολογικός συντελεστής πάνω από το 20%, το υψηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί εδώ και έναν αιώνα.
Στη συνέχεια, ο Τραμπ μείωσε τους δασμούς στο 10%, παρέχοντας περιθώριο 90 ημερών για να υπάρξουν νέες εμπορικές συμφωνίες μέσω διαπραγματεύσεων. Από τον Μάρτιο, επιβλήθηκαν και κλαδικοί δασμοί, συγκεκριμένα στο αλουμίνιο και τον χάλυβα (25%) και αργότερα στα αυτοκίνητα.
Μείωση δημόσιων δαπανών
Η μείωση των δημόσιων δαπανών, κατά 5,1% συνολικά (1,4% σε ομοσπονδιακό επίπεδο), συνέβαλε επίσης αρνητικά στο ΑΕΠ, στο πλαίσιο προσπαθειών περιορισμού του ελλείμματος και του χρέους. Η κατανάλωση συνέχισε να αυξάνεται, αλλά με πιο αργούς ρυθμούς (1,8% σε σύγκριση με 4% προηγούμενα τρίμηνα). Αντίθετα, οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 7,8%, κυρίως λόγω των αυξήσεων στον κεφαλαιουχικό εξοπλισμό (22,5%), που μπορεί να αντανακλά τη βιασύνη των επιχειρήσεων να προετοιμαστούν για τις δασμολογικές επιβαρύνσεις.
Αν και η συνολική εικόνα του ΑΕΠ δεν δείχνει είσοδο σε ύφεση αυτή τη στιγμή, η αμερικανική οικονομία έχει υποστεί αρνητικές συνέπειες από την εμπορική πολιτική του Τραμπ και την αβεβαιότητα που δημιουργεί. Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν ότι είναι πιθανό να κινηθεί προς ύφεση εντός του β’ εξαμήνου του 2025.
Η ταχεία αποθεματοποίηση προϊόντων στις ΗΠΑ οδήγησε σε αύξηση των εξαγωγών από την Κίνα και άλλους σημαντικούς εμπορικούς εταίρους, συμπεριλαμβανομένων των χωρών της ΕΕ. Στην Κίνα, η μεταποιητική δραστηριότητα είχε αυξηθεί λόγω υψηλών παραγγελιών από τις ΗΠΑ, αλλά μετά την επιβολή δασμών, οι παραγγελίες μειώθηκαν σημαντικά, σύμφωνα με έρευνες.
Αυτή η κατάσταση αυξάνει την πίεση για την κινέζικη κυβέρνηση να λάβει μέτρα στήριξης της οικονομίας, αν και δεν είναι βέβαιο ότι θα είναι αρκετά για να διατηρήσουν τη διάσταση ανάπτυξης κοντά στο 5%. Οικονομολόγος της Capital Economics εκτιμά ότι η δημοσιονομική στήριξη πιθανόν να μην αντισταθμίσει πλήρως την πτώση της εξωτερικής ζήτησης και ταυτόχρονα προβλέπει μείωση της ανάπτυξης στο 3,5% φέτος.
Τα δεδομένα για το ΑΕΠ της Ευρωζώνης
Τα στοιχεία για το ΑΕΠ της Ευρωζώνης στο πρώτο τρίμηνο ήταν πιο θετικά από αναμενόμενο, καθώς κατέγραψε αύξηση 0,4% σε σύγκριση με 0,2% του δ’ τριμήνου του 2024 και 1,2% ετησίως. Η ανάλυση των στοιχείων της Eurostat θα γίνει νωρίς τον Ιούνιο, αλλά πιθανώς η αύξηση να προήλθε σε μεγάλο βαθμό από τις αυξήσεις των εξαγωγών λόγω της αποθεματοποίησης στις ΗΠΑ.
Ο αρνητικός αντίκτυπος από τους δασμούς στις ΗΠΑ αναμένεται να γίνει ορατός στα στοιχεία του β’ τριμήνου, καθώς οι Ευρωπαίοι εξαγωγείς θα πρέπει να αντιμετωπίσουν δασμούς 10% στα περισσότερα προϊόντα και 25% για αυτοκίνητα, αλουμίνιο και χάλυβα. Αυτό το αρνητικό σοκ ζήτησης θα πλήξει και την Ευρωζώνη, επιφέροντας αβεβαιότητα στους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ