Ήταν οι πιο πρωτόγνωρες Κάννες που έχω ζήσει.
Όχι τόσο για το πρόγραμμα των ταινιών, που ήταν κυρίως αδιάφορο με ελάχιστες εξαιρέσεις, όσο για την συγκυρία και τους συνειρμούς που προκαλεί.
Στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ περιλαμβανόταν και το ντοκιμαντέρ «Put Your Soul on Your Hand and Walk», που αφορά την Παλαιστίνια φωτορεπόρτερ Φατμά Χασόνα. Ένα βαθιά ανθρώπινο πορτρέτο μιας νεαρής γυναίκας που θεώρησε την τέχνη ως μορφή αντίστασης. Μία μέρα μετά την ανακοίνωση της συμμετοχής της, η 25χρονη Φατμά σκοτώθηκε μαζί με την οικογένειά της σε ισραηλινό πλήγμα κατά του σπιτιού τους στη βόρεια Γάζα. Η σκηνοθέτιδα του φιλμ, Σεπιντέ Φαρσί, υπαινίχθηκε ότι το κτίριο ίσως στοχοποιήθηκε σκόπιμα, αναδεικνύοντας τον υψηλό αριθμό θυμάτων δημοσιογράφων και φωτογράφων στη Γάζα κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Πριν μερικές δεκαετίες, αυτό το γεγονός θα είχε προκαλέσει εκρηκτικές αντιδράσεις, όπως το 1968, όταν ο Φρανσουά Τριφό και ο Ζαν Λικ Γκοντάρ, μαζί με άλλους τριάντα, κρέμασαν τις κουρτίνες στην Grande Salle για να αποτρέψουν την προβολή της ταινίας «Stres-es tres-tres» του Κάρλος Σάουρα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το Φεστιβάλ να μην διεξαχθεί εκείνη τη χρονιά «σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους εργαζόμενους και τους φοιτητές και ως επίθεση στην παρωχημένη γαλλική κινηματογραφική βιομηχανία». Αυτές οι εποχές φαίνεται να έχουν παρέλθει. Σήμερα, το Φεστιβάλ είναι ένας πολύπλοκος οργανισμός κεφαλαίων, βαρύς και δυσκίνητος, τουλάχιστον χωρίς ντροπή για τις πολιτικές θέσεις των προσκεκλημένων του, σε αντίθεση με τη Μπερλινάλε.
Μέσα σε όλα, ο Τζαφάρ Παναχί ήταν το απόλυτο φαβορί πριν καν προβληθεί επισήμως το πολιτικό θρίλερ «Ένα Απλό Ατύχημα», που κέρδισε τον φετινό Χρυσό Φοίνικα, γυρισμένο υπό καθεστώς απόλυτης μυστικότητας, χωρίς έγκριση από τις ιρανικές αρχές. Ο 64χρονος δημιουργός, που δεν είχε συμμετάσχει στο φεστιβάλ από το 2003, παρέλαβε το βραβείο του από την πρόεδρο της κριτικής επιτροπής, Ζιλιέτ Μπινός, υπογραμμίζοντας από σκηνής: «Το πιο σημαντικό είναι η ελευθερία της χώρας μας».
Απολαύσαμε επίσης τους διάσημους σταρ. Από τον Πέντρο Πασκάλ, τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο, την Ελ Φάνινγκ, την Σκάρλετ Γιόχανσον, τον Τομ Κρουζ, τον Μπιλ Μάρεϊ, τον Γιόακιν Φίνιξ μέχρι την Έμα Στόουν, η παρουσία τους ήταν εντυπωσιακή — ειδικά αν είσαι φωτορεπόρτερ, όπως ο καημένος που δέχθηκε τα μούτρα του από τον Ντένζελ Ουάσινγκτον, ο οποίος δεν αντέχει να του αγγίζουν το σακάκι κατά την πασαρέλα στο κόκκινο χαλί.

Στις υπόλοιπες βραβεύσεις, το Μεγάλο Βραβείο κέρδισε ο Νορβηγός Γιοακίμ Τρίερ για το εξαιρετικό «Sentimental Value», ένα καλογραμμένο ψυχολογικό δράμα που, παρά την σκανδιναβική του προέλευση, δεν είναι καθόλου καταθλιπτικό, αλλά περιέχει στιγμές λυτρωτικού χιούμορ και Τσεχοφικής ειρωνείας. Η Ελ Φάνινγκ έλαμψε στο κόκκινο χαλί, κάνοντάς μας να απορούμε με την απόδοσή της παρά την περιορισμένη συμμετοχή της — όλο το καστ ήταν εντυπωσιακό. Οι «παλιοί» Λικ και Ζαν-Πιερ Νταρντέν αποκόμισαν το Βραβείο Σεναρίου για τις «Νεαρές Μητέρες», επιβεβαιώνοντας ότι το σινεμά που στηρίζεται στην αλήθεια δεν χάνει ποτέ την αξία του. Το Βραβείο Σκηνοθεσίας πήγε στον Κλέμπερ Μεντόνσα Φίλιου για τον «Μυστικό Πράκτορα», ενώ ο πρωταγωνιστής Βάγκνερ Μούρα τιμήθηκε για την ερμηνεία του. Το φιλμ ήταν απολαυστικό από την αρχή μέχρι το τέλος, με μια σχεδόν σέπια, «φθαρμένη» φωτογραφία που θυμίζει τη δεκαετία του ’70, όπου διαδραματίζεται το πολιτικό θρίλερ που χαρακτήραζει με σουρεάλ ξεσπάσματα εκπλήξεις. Επίσης, η Ναντιά Μελιτί ξεχώρισε στην κατηγορία Α’ Γυναικείου Ρόλου για την «Μικρή Αδελφή».

Περισσότερο από όλα, εμπνευστείκαμε από το «Sirat» του Ολιβέ Λάξε, ένα εξαιρετικά ισχυρό road movie. Ξεκινά στην έρημο του Μαρόκου, με ένα rave party στο πουθενά, όπου ο Λουί, συνοδευόμενος από τον γιο του, αναζητά την εξαφανισμένη του κόρη, Μαρίνα. Ένας νέος κόσμος αποκαλύπτεται μπροστά του, του κόσμου των ονειροπόλων ravers, όπου ξεκινά ένα road trip στην έρημο της Σαχάρας αναζητώντας το επόμενο πάρτι της κόρης του. Ωστόσο, το πάρτι σύντομα τελειώνει και η ιστορία καταλήγει σε μια απροσδόκητη τροπή. Δε γνωρίζω αν θα διανεμηθεί στην Ελλάδα, αλλά πρόκειται για σινεμά με πολύ μεγάλη επίδραση που συντονίζεται απόλυτα με την αίσθηση απελπισίας που αντηχεί σε όλο τον Δυτικό Κόσμο, θυμίζοντας στοιχεία από το «Μεροκάματο του τρόμου» του Κλουζό, το «Μαντ Μαξ» και το «Ζαμπρίνσκι Πόιντ» του Μικελάντζελο Αντονιόνι.
Είμαστε έτοιμοι για του χρόνου.