Οι νέοι ηγέτες της Συρίας εορτάζουν τη νίκη επί του Άσαντ, αλλά πίσω από τις σημαίες και τα συνθήματα κρύβεται μια επικίνδυνη κατάσταση: χιλιάδες ξένοι τζιχαντιστές, βαριά οπλισμένοι και αποφασισμένοι να παραμείνουν.
Σύμφωνα με εκτενή ρεπορτάζ της Wall Street Journal, πολλοί έχουν ενσωματωθεί σε τοπικές κοινότητες, έχουν παντρευτεί, έχουν ανοίξει επιχειρήσεις και δηλώνουν έτοιμοι να υπερασπιστούν το νέο κράτος, αρκεί να μείνουν πιστοί στις ισλαμικές αρχές.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ζητούν τον πλήρη αποκλεισμό τους. Η διεθνής κοινότητα ανησυχεί. Η νέα κυβέρνηση του Άχμεντ αλ-Σαράα προσπαθεί να διατηρήσει τις ισορροπίες, ενώ η χώρα πλήττεται από σκιώδεις σφαγές και εσωτερικές αντιφάσεις.
Η βοήθεια που αποτελεί πρόκληση
Πολλοί Σύροι τους φοβούνται και υποπτεύονται ότι συμμετέχουν σε πρόσφατα εγκλήματα. Περίπου 10.000 μαχητές από τη Μέση Ανατολή, την Ευρώπη και την Κεντρική Ασία διαδραμάτισαν κρίσιμο ρόλο στην ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ και σήμερα στηρίζουν την νέα κυβέρνηση. Ωστόσο, η αυστηρή σαλαφιστική τους προσέγγιση του σουνιτικού Ισλάμ έρχεται σε αντίθεση με την επιθυμία των νέων ηγετών να αποστασιοποιηθούν από το ισλαμιστικό παρελθόν και να προωθήσουν μια πιο δημοκρατική διακυβέρνηση.
«Ήρθα για τζιχάντ και θα παραμείνω»
Η ιστορία του 20χρονου Ουζμπέκου Μοχάμεντ Ζουφάρ αποτυπώνει αυτό το δίλημμα. Πέρασε στην Τουρκία το φθινόπωρο και μπήκε στη Συρία για να πολεμήσει με την ομάδα Katibat al-Ghuraba, που υπάγεται σε μαχητές της Κεντρικής Ασίας. Γρήγορα βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της επίθεσης υπό την ηγεσία της Hayat Tahrir al-Sham (HTS).
Ο ίδιος αναφέρει ότι έλαβε εντολές από Σύρους διοικητές μέσω Ουζμπέκων αξιωματικών που μιλούσαν αραβικά. Τώρα, δηλώνει πρόθυμος να ενταχθεί στον νέο συριακό στρατό, με στόχο την οικοδόμηση μιας χώρας «βάσει ισλαμικών κανόνων».
«Ήρθα εδώ για τζιχάντ και θα παραμείνω, ακόμα και ως μάρτυρας», λέει στη WSJ σε μια μίξη ούζμπεκικών, τουρκικών και σπαστών αραβικών. Δε θέλει να επιστρέψει στο Ουζμπεκιστάν, φοβούμενος την καταστολή. Ωστόσο, η θεοκρατική του οπτική είναι ακριβώς αυτό που μια μεγάλη μερίδα της συριακής κοινωνίας επιθυμεί να αποφύγει.
Οι ΗΠΑ έχουν ήδη ασκήσει πιέσεις ζητώντας εγγυήσεις ότι οι ξένοι μαχητές δεν θα συμμετέχουν στη νέα κρατική δομή. «Οι μεταβατικές αρχές πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι ξένοι τρομοκράτες δεν θα έχουν ρόλο στην κυβέρνηση ή στον στρατό της Συρίας», δήλωσε ο Τιμ Λέντερκινγκ, ανώτερος αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, στις 24 Απριλίου.
Η μεταβατική κυβέρνηση δεν έχει σχολιάσει τη συγκεκριμένη κατάσταση.
Η δύσκολη συμβίωση
Μετά την πτώση της Δαμασκού τον Δεκέμβριο, ξένοι μαχητές από χώρες όπως η Ιορδανία, η Αίγυπτος και η Τουρκία κατέλαβαν ανώτατες στρατιωτικές θέσεις, σύμφωνα με τη WSJ. Ο νέος πρόεδρος Άχμεντ αλ-Σαράα, επικεφαλής της HTS, έχει δηλώσει ότι όσοι ξένοι στήριξαν την επανάσταση θα ανταμειφθούν, ακόμα και με πολιτογράφηση.
Ωστόσο, πολλοί Σύροι βλέπουν με καχυποψία αυτούς τους «βετεράνους» που έχουν φέρει εμπειρία και εξοπλισμό από εμπόλεμες ζώνες. «Η εμπειρία τους είναι πολύτιμη, αλλά το κόστος είναι υπερβολικό», αναφέρει ο Μπρόντερικ ΜακΝτόναλντ του King’s College London.
Τον Μάρτιο, επιθέσεις κατά κρατικών δυνάμεων οδήγησαν σε σφαγές αντιποίνων. Οι μάρτυρες καταγγέλλουν ξένους μαχητές και φιλοκυβερνητικές μονάδες για επιθέσεις σε αμάχους σε αλαουιτικά χωριά. Μια κυβερνητική επιτροπή ερευνά τα περιστατικά, με πάνω από 50 περιπτώσεις να βρίσκονται υπό διερεύνηση.
Πρόβλημα χωρίς λύση;
Παρά τις κριτικές, ελάχιστοι πιστεύουν ότι είναι εφικτή η πλήρης εκκαθάριση των ξένων τζιχαντιστών. Πολλοί από αυτούς έχουν ριζώσει στη Συρία, έχουν παντρευτεί Σύρες, ανοίξει επιχειρήσεις και μάθει τη γλώσσα. Κάποιοι ενδέχεται να κατευθυνθούν σε νέα μέτωπα, ενώ άλλοι μπορεί να στραφούν εναντίον του νέου καθεστώτος, αν θεωρήσουν ότι αυτό έχει προδώσει τα ισλαμικά ιδεώδη ή προσπαθήσει να τους απομακρύνει.
«Είναι αδύνατον να απελαθούν όλοι – υπάρχουν τεράστιες πολιτικές δυσκολίες», δηλώνει ο Ζιάντ Ουαννούς, οδοντίατρος και συνιδρυτής φιλοδημοκρατικής ομάδας. «Αν κάποιοι αποκτήσουν υπηκοότητα, αυτό πρέπει να γίνει θεσμικά, όχι με διατάγματα».
Ο Χάλιντ Καράνφουλ, 24 ετών, που πολέμησε με ξένους μαχητές, τους εκθειάζει για τη νίκη. «Ορισμένοι είναι εδώ πάνω από δέκα χρόνια και μιλούν καλύτερα αραβικά από εμάς», δηλώνει.
Ο Αμπού Μαρέγια από τον Λίβανο, που ήρθε στη Συρία το 2017 για να πολεμήσει το καθεστώς, ζητά αναγνώριση για τους ξένους συντρόφους του: «Μερικοί έχουν θυσιάσει τα πάντα, έχουν γίνει κομμάτι της συριακής κοινωνίας».