Περισσότεροι Αμερικανοί σκέφτονται να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό για να ξεφύγουν από την αναστάτωση που έχει προκαλέσει η διακυβέρνηση Τραμπ. Ωστόσο, οι επιλογές τους στην Ευρώπη φαίνεται να περιορίζονται συνεχώς, όπως αναφέρει το Bloomberg σε σχετικό ρεπορτάζ.
Οι περιορισμοί στις βίζες για εξειδικευμένους εργαζόμενους, οι αυστηρότεροι κανόνες για προγράμματα απόκτησης υπηκοότητας μέσω καταγωγής και η μείωση των δημοφιλών “χρυσών βίζων” έχουν περιορίσει τις νομικές οδούς για Αμερικανούς και άλλους που επιθυμούν να εγκατασταθούν στην Ευρώπη. Χώρες όπως η Ιταλία, που παλαιότερα προσέφεραν ευέλικτα δικαιώματα σε άτομα με ιταλική καταγωγή, έχουν πλέον δυσκολέψει τη διαδικασία.
Αυτές οι αλλαγές προκαλούν έναν “αγώνα δρόμου” μεταξύ εκείνων που έχουν σαφές δικαίωμα διαμονής μέσω οικογενειακής σύνδεσης, ώστε να εξασφαλίσουν βίζες και διαβατήρια όσο είναι ακόμη δυνατό. Άλλοι αναζητούν πιο δημιουργικές επιλογές, όπως βίζες για ψηφιακούς νομάδες ή άδειες διαμονής για συνταξιούχους. Σημειώνεται ότι ευρωπαϊκά πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα προσπαθούν να προσελκύσουν επιστήμονες που έχουν χάσει τη δουλειά τους στις ΗΠΑ ή ανησυχούν για μελλοντικές περικοπές χρηματοδότησης.
Σύμφωνα με στοιχεία από την Deel, παγκόσμια εταιρεία ανθρώπινου δυναμικού με έδρα το Σαν Φρανσίσκο, οι προσλήψεις Αμερικανών από ευρωπαϊκές εταιρείες αυξήθηκαν κατά 16% από τον Ιανουάριο έως τον Απρίλιο. Ταυτόχρονα, οι αναζητήσεις για εργασία στην Ιρλανδία και την Πορτογαλία έχουν εκτοξευθεί, όπως δείχνει η πλατφόρμα Glassdoor.
Αύξηση στις αιτήσεις για ιρλανδική υπηκοότητα
«Δεν είχαμε ξαναδεί παρόμοια κατάσταση», δηλώνει στο Bloomberg η Κέλι Κόρντες, ιδρύτρια της Irish Citizenship Consultants στο Ιλινόις. «Οι άνθρωποι νιώθουν έντονη ανησυχία και επείγουσα ανάγκη να αποκτήσουν υπηκοότητα».
Η Κόρντες καταθέτει 20 έως 25 αιτήσεις για ιρλανδική υπηκοότητα την εβδομάδα για Αμερικανούς πελάτες της, υπερδιπλάσιες συγκριτικά με τις περίπου 10 που είχε πέρυσι, όταν καταγράφηκε ρεκόρ 32.000 αιτήσεων. Οι περισσότεροι πληρούν τα κριτήρια λόγω καταγωγής από Ιρλανδούς γονείς ή παππούδες. Ενώ προηγουμένως πολλοί έβλεπαν το ιρλανδικό διαβατήριο ως «σχέδιο Β», φέτος παρατηρείται αύξηση όσων φεύγουν πραγματικά από τις ΗΠΑ.
Παρομοίως, η Ιταλία – που επίσης έχει μεγάλη κοινότητα στις ΗΠΑ – έχει περιορίσει το δικαίωμα υπηκοότητας μόνο σε άτομα με γονείς ή παππούδες Ιταλούς. Με έκτακτο διάταγμα του Μαρτίου, η κυβέρνηση ακύρωσε τη δυνατότητα απόκτησης υπηκοότητας για όσους είχαν ρίζες που έφταναν μέχρι την ενοποίηση της Ιταλίας το 1861.
Περιορισμοί και στο Ηνωμένο Βασίλειο
Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει σφίξει επίσης τη μεταναστευτική του πολιτική.
Πέρυσι, οι αιτήσεις Αμερικανών για βρετανική υπηκοότητα έφτασαν σε ρεκόρ. Η κυβέρνηση αύξησε το ελάχιστο όριο μισθών για όσους ζητούν βίζα συζύγου, απαγόρευσε στους φοιτητές με φοιτητική βίζα να φέρνουν την οικογένειά τους και προγραμματίζει νέες, αυστηρότερες ρυθμίσεις: υψηλότερες μισθολογικές απαιτήσεις, πτυχίο μεταπτυχιακού για βίζες εργασίας και περισσότερα χρόνια διαμονής για την απόκτηση άδειας μόνιμης διαμονής.
Το τέλος των “χρυσών διαβατηρίων”
Μια άλλη επιλογή που είχαν οι εύποροι Αμερικανοί ήταν τα “χρυσά διαβατήρια” — προγράμματα που προσέφεραν δικαίωμα διαμονής (και σταδιακά υπηκοότητα) σε όσους επένδυαν σε ακίνητα ή επιχειρηματικά κεφάλαια.
Όμως και αυτή η πορεία κλείνει. Η Ισπανία έχει πρόσφατα καταργήσει τέτοια προγράμματα, το ίδιο έχει κάνει και το Ηνωμένο Βασίλειο από το 2022, ενώ χώρες όπως η Πορτογαλία και η Ελλάδα έχουν επιβάλει περιορισμούς. Παρότι το Λονδίνο εξετάζει νέο πρόγραμμα επενδυτικής βίζας, το Δικαστήριο της ΕΕ έχει κρίνει παράνομο το «χρυσό διαβατήριο» της Μάλτας, προειδοποιώντας για τις εξελίξεις στο μέλλον.
Αύξηση ζήτησης για βίζες νομάδων και συνταξιούχων
Η Σαμάνθα Γουίλσον, ιδρύτρια της εταιρείας Smart Move Italy στη Φλωρεντία, αναφέρει ότι η ζήτηση για βίζες επενδυτών, ψηφιακών νομάδων και συνταξιούχων έχει τριπλασιαστεί φέτος σε σχέση με τις αρχές του 2024.
Οι βίζες νομάδων συνήθως συνοδεύονται από φορολογικά κίνητρα και δικαίωμα διαμονής για απομακρυσμένους εργαζόμενους, ενώ οι βίζες συνταξιούχων παραχωρούνται σε άτομα που αποδεικνύουν ότι έχουν επαρκές μηνιαίο εισόδημα για να καλύψουν τις ανάγκες τους.
Η Χέδερ ΜακΛιν, πρώην αστυνομικός από τη Μινεσότα ηλικίας 50 ετών, δεν σκεφτόταν να εγκαταλείψει τις ΗΠΑ πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου. Ωστόσο, τώρα προετοιμάζει τα απαραίτητα έγγραφα για να μετακομίσει στη Γαλλία ή την Ισπανία. Ο σύζυγός της, υδρογεωλόγος σε κυβερνητική υπηρεσία, φοβάται ότι οι περικοπές στη χρηματοδότηση θα του κοστίσουν τη δουλειά του και σκέφτεται πρόωρη συνταξιοδότηση, ώστε να μπορούν να ζητήσουν από κοινού βίζα συνταξιούχου – έστω και αν αυτό σημαίνει μείωση του εισοδήματός τους.
Η βίζα νομάδων ως «παράθυρο» στην Ευρώπη
Οι βίζες για ψηφιακούς νομάδες δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν η τηλεργασία έγινε καθημερινότητα και πολλές χώρες προσπάθησαν να προσελκύσουν αυτούς τους νέου τύπου εργαζόμενους. Σήμερα, πολλοί Αμερικανοί τις βλέπουν ως ευκαιρία να εγκατασταθούν στην Ευρώπη.
Η Τζακλίν Μπαλόνε, 43 ετών, σκοπεύει να φύγει από το Πόρτλαντ του Όρεγκον και να εργάζεται εξ αποστάσεως από την Ούμπρια της Ιταλίας, κοντά στους γονείς της που έχουν μετακομίσει εκεί. Αυτή και ο σύζυγός της βιάζονται να αποκτήσουν άδεια διαμονής, καθώς φοβούνται ότι οι κανόνες θα γίνουν ακόμη πιο αυστηροί — ήδη έχουν αλλάξει μια φορά κατά τη διάρκεια της αίτησής της.
Αν και είχε σκεφτεί τη μετεγκατάσταση από την εποχή της πανδημίας, τώρα νιώθει έντονη ανησυχία για την κατάσταση στις ΗΠΑ. Αναφέρει, μεταξύ άλλων, παρελάσεις ακροδεξιών ομάδων στην περιοχή της και νεοναζιστικά γκράφιτι ως ασφυκτικές συνθήκες που την ώθησαν να αποφασίσει.»
«Θέλουμε να φύγουμε», λέει. «Έχω φτάσει στα όρια μου».