Η κατάσταση της φωτιάς που εκδηλώθηκε το βράδυ της Τρίτης (01/04) σε ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο επί της οδού Αγίου Αντωνίου στα Άνω Πατήσια είναι πλέον καλύτερη. Πυροσβέστες εξακολουθούν να βρίσκονται στο σημείο, επιχειρώντας να αντιμετωπίσουν μικρές αναζωπυρώσεις.
Η φωτιά, αν και βρίσκεται σε ύφεση, είχε μεγάλη έκταση, προκαλώντας ανησυχία στους κατοίκους της γύρω περιοχής. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις εργάζονταν καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας για να την κατασβέσουν πλήρως.
Σύμφωνα με πληροφορίες από την ομάδα στο Facebook «Ριζούπολη-Γειτονιά Ξανά», είχε σημειωθεί και άλλη μεγάλη πυρκαγιά στον ίδιο χώρο πριν από περίπου 10 ημέρες. Η ομάδα καταγγέλλει ότι ο χώρος του εργοστασίου έχει μετατραπεί σε χωματερή, με σωριασμένα άχρηστα αντικείμενα και εύφλεκτα υλικά, όπως ξύλα, χαρτόνια και πλαστικά, τα οποία αποτελούν πιθανό κίνδυνο για νέες αναφλέξεις.
Οι κάτοικοι της περιοχής ανησυχούν πολύ για την αξιοποίηση του χώρου, με συγκεντρώσεις να έχουν πραγματοποιηθεί στο παρελθόν για το θέμα αυτό.
Στο σημείο κινητοποιήθηκαν 29 πυροσβέστες με 12 οχήματα, καθώς και ένα ειδικό βραχιονοφόρο. Συνδρομή προσέφεραν και εθελοντές με υδροφόρες από τους τοπικούς δήμους. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις παραμένουν στο σημείο για να διασφαλίσουν την πλήρη κατάσβεση της φωτιάς.
Δείτε φωτογραφίες και βίντεο
Το «μικρό Μάντσεστερ»
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1920, στη Νέα Ιωνία, τον Περισσό και τα Άνω Πατήσια, αναδύεται σταδιακά ένα «μικρό Μάντσεστερ», μια μικρή βιομηχανική πόλη. Στο επίκεντρο βρίσκεται η ανθηρή κλωστοϋφαντουργία, η οποία αναπτύσσεται χάρη στα φθηνά εργατικά χέρια των προσφύγων από τη Μικρά Ασία.
Το εργοστάσιο της Ελληνικής Εριουργίας στα Άνω Πατήσια ήταν ένα από τα πρώτα που κτίστηκαν στην περιοχή, ιδρύθηκε το 1909 από τον επιχειρηματία Νικόλαο Κυρκίνη.
Μετά τη δημιουργία του πλυντηρίου της Ελληνικής Εριουργίας στην οδό Ηρακλείου, ο Κυρκίνης ίδρυσε και το εργοστάσιο μεταξουργίας το 1919, το οποίο μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνική Μεταξουργία Α.Ε.».
Αυτό το εργοστάσιο, μαζί με το εργοστάσιο της «Μεταξουργίας» στον Περισσό, σχημάτισαν ένα επιχειρηματικό σύνολο. Για τη λειτουργία τους, κατασκευάστηκε και ένα εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρισμού, η «Ηλεκτροβιομηχανική Α.Ε.», καθώς και ένας ολόκληρος εργατικός συνοικισμός για τους πρόσφυγες εργάτες.
Έτσι, το 1919, η εταιρεία μετατράπηκε σε ανώνυμη «Ελληνική Εριουργία Α.Ε.» με κεφάλαιο 2.000.000 δραχμών, δημιουργώντας μια μικρή πόλη με δικό της εργοστάσιο ρεύματος και έντονη οικονομική δραστηριότητα.
Οι εγκαταστάσεις του εργοστασίου εκτείνονταν σε 28.000 τ.μ., παράγοντας κάθε είδους μάλλινα είδη, υφάσματα ανδρικά και γυναικεία, κουβέρτες, καθώς και στρατιωτικά είδη που ήταν σε ζήτηση εκείνη την εποχή.
Από το 1926, οι τρεις μέχρι τότε ανεξάρτητες επιχειρήσεις, «Ελληνική Μεταξουργία Α.Ε.», «Ηλεκτροβιομηχανική Α.Ε.» και «Ελληνική Εριουργία Α.Ε.», συγχωνεύτηκαν, δημιουργώντας έναν επιχειρηματικό κολοσσό.
Η εποχή Μποδοσάκη
Στη συνέχεια, η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ανέλαβε τη διαχείριση και έγινε κύριος μέτοχος της εταιρίας, ενώ το 1935 το εργοστάσιο στα Άνω Πατήσια μεταβιβάστηκε στον Μποδοσάκη Αθανασιάδη.
Η σημαντική αυτή βιομηχανία που ιδρύθηκε το 1909 με εγκαταστάσεις στα Πατήσια άλλαξε χέρια, με κύρια προϊόντα τα κλινοσκεπάσματα και στρατιωτικές στολές, καλύπτοντας τις ανάγκες του Ελληνικού Στρατού κατά την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων.
Κατά τη διάρκεια της κρίσης 1929-1931, η εταιρία αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα και δεν μπόρεσε να εξυπηρετήσει δάνεια από την Εθνική Τράπεζα, αναγκάζοντας την να μεταβιβάσει το πακέτο των μετοχών της. Το 1935, η εταιρία ΠΥΡΚΑΛ, με εισήγηση του Μποδοσάκη, εξαγόρασε το 80% του πακέτου των μετοχών που κατείχε η Εθνική Τράπεζα. Μετά την εξαγορά, η εταιρία παρουσίασε ικανοποιητικές επιδόσεις και αναδείχθηκε σε μία από τις πιο σύγχρονες υφαντουργικές μονάδες της Βαλκανικής, αλλά η λειτουργία της τερματίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 μετά από μια μεγάλη πυρκαγιά στο κλωστήριο.
Από τότε υπήρξαν αρκετές προσπάθειες για επαναλειτουργία του εργοστασίου, το οποίο τελικά κρατικοποιήθηκε.