Η αύξηση των εσόδων από τη φοροδιαφυγή αναμένεται να ξεπεράσει το 1 δισ. ευρώ το 2025, σε σύγκριση με τα 2 δισ. ευρώ που εισπράχθηκαν το 2024, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία εκτέλεσης του φετινού προϋπολογισμού.
Οι εκτιμήσεις είναι εξαιρετικά θετικές για τον Κυριάκο Πιερρακάκη, που καλείται να αντιμετωπίσει την πρόκληση του υπερπλεονάσματος. Ενώ η κυβέρνηση αποδίδει το υπερπλεόνασμα στην εντατική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, διεθνείς οργανισμοί παρατηρούν αύξηση της παραοικονομίας στο 36% (σε αντίθεση με το 15% στην Ε.Ε.).
Η διεθνής πρακτική δείχνει πως η μείωση των φόρων μπορεί να κάνει τη φοροδιαφυγή λιγότερο ελκυστική και να ενισχύσει τα βιώσιμα πλεονάσματα. Στην Ελλάδα, το υπερπλεόνασμα, που είναι εντυπωσιακό δεδομένου του χρέους 407 δισ. ευρώ, προήλθε από την υπερφορολόγηση μέσω υψηλών συντελεστών σε πληθωριστικά επίπεδα και νέους φόρους, όπως οι τεκμαρτές κερδοφορίες για ελεύθερους επαγγελματίες.
Πιθανόν, ένα μέρος αυτού του πλεονάσματος να προέρχεται από χρήματα που διατηρούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης, για να εξυπηρετηθούν ταμειακά ζητήματα στον ιδιωτικό τομέα. Για σύγκριση, το 2007 οι φόροι ήταν 49 δισ. ευρώ σε ΑΕΠ 228 δισ., ενώ το 2024 ανήλθαν σε 70 δισ. ευρώ σε ΑΕΠ 237 δισ., με 36 δισ. να προέρχονται από τον πληθωρισμό. Έτσι, οι πολίτες πληρώνουν 21 δισ. περισσότερους φόρους, με χαμηλότερο πραγματικό ΑΕΠ.
Η κύρια πρόκληση για την ελληνική οικονομία παραμένει η διατήρηση ισχυρού ρυθμού ανάπτυξης και η ταχεία σύγκλιση προς τον μέσο όρο της Ε.Ε. σε συνθήκες δημοσιονομικής ισορροπίας. Αυτή η σύγκλιση, που η Τράπεζα της Ελλάδος την προσδιορίζει σε 20 χρόνια, είναι συνδεδεμένη με ισχυρές παραγωγικές βάσεις με εξαγωγικό χαρακτήρα, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το διαρκές έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Αυτό το έλλειμμα θα συνεχίζεται όσο η οικονομία εστιάζει στην κατανάλωση και όχι στην παραγωγή.
Αν είχαμε εθνικό νόμισμα, θα υποτιμούταν για να επιτευχθεί ισορροπία στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Δεδομένου ότι δεν έχουμε, η μόνη εναλλακτική για εξισορρόπηση είναι η ονομαστική μείωση μισθών, δηλαδή η εσωτερική υποτίμηση.
Η άλλη προσέγγιση είναι η προσέλκυση παραγωγικών και καινοτόμων επενδύσεων για την ενίσχυση της παραγωγικότητας. Αυτό δεν επιτυγχάνεται μέσα από τον τουρισμό, όπου η παραγωγικότητα είναι σαφώς χαμηλότερη σε σύγκριση με τη μεταποίηση και τη βιομηχανία. Αυτή είναι η μόνη βιώσιμη λύση για να μειωθεί δραστικά το χρέος, μέσω πλεονασμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και όχι με παλιές συνταγές.