Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, υπέγραψε χθες, Τετάρτη, διακήρυξη που αναγνωρίζει την 8η Μαΐου ως «Ημέρα της Νίκης» στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, επισημαίνοντας ότι «ήρθε η ώρα οι ΗΠΑ να λάβουν τα εύσημα για τις επιτυχίες τους».
«Η νίκη επιτεύχθηκε κυρίως χάρη σε εμάς, αρέσει δεν αρέσει», δήλωσε ο Τραμπ, αναφέροντας παράλληλα ότι θα καθιερώσει και μια νέα «Ημέρα της Νίκης» για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στις 11 Νοεμβρίου.
Ο Ρεπουμπλικάνος είχε ανακοινώσει αυτά τα σχέδια τη Δευτέρα μέσω του Truth Social.
«Παρατήρησα ότι η Γαλλία και άλλες χώρες προγραμματίζουν γιορτές για την Ημέρα της Νίκης», σημείωσε χθες, υπογραμμίζοντας ότι η Ρωσία θα οργανώσει έναν σημαντικό εορτασμό αύριο (9 Μαΐου), προσθέτοντας με νόημα: «αλλά κανένας δεν συνέβαλε όσο εμείς».
«Είχαμε εξαιρετικούς συμμάχους, αλλά πιστεύω ότι κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη κυρίαρχη θέση μας» στους δύο παγκόσμιους πολέμους, πρόσθεσε ο Τραμπ.
Ωστόσο, διευκρίνισε ότι η 8η Μαΐου δεν θα είναι αργία στις ΗΠΑ.
Η 11η Νοεμβρίου είναι ήδη ομοσπονδιακή αργία για τους βετεράνους, και ο Λευκός Οίκος ανέφερε ότι η «Ημέρα της Νίκης» για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο θα προστεθεί σε αυτή τη γιορτή και δεν θα την αντικαταστήσει.
Το… μπέρδεμα με τις ημερομηνίες «Νίκης»
Όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, η 8η Μαΐου, γιορτάζεται ευρέως στην δυτική Ευρώπη (ενώ η Ρωσία γιορτάζει στις 9 Μαΐου), αποτελεί την ημέρα άνευ όρων παράδοσης της ναζιστικής Γερμανίας το 1945.
Μετά την ολοκλήρωση των εχθροπραξιών στην Ευρώπη, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος συνεχίστηκε στην Ασία μέχρι τις 2 Σεπτεμβρίου 1945, όταν και παραδόθηκε η Ιαπωνία. Έτσι, θεωρητικά ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος έληξε επίσημα στις 2 Σεπτεμβρίου 1945.
«Η νίκη στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο σημειώθηκε στις 15 Αυγούστου 1945, όταν η Ιαπωνία υπέκυψε», δήλωσε μέσω της πλατφόρμας Χ ο πρώην παρουσιαστής του MSNBC, Keith Olbermann.
«Ο Τραμπ είναι τελείως ανίκανος», πρόσθεσε αναφερόμενος στον Τραμπ.
We won World War II on August 15, 1945 when the Japanese surrendered.
Trump is a complete moron. pic.twitter.com/teHhJ1u3Rh
— Keith Olbermann (@KeithOlbermann) May 2, 2025
Η Ιαπωνία ανακοίνωσε την πρόθεσή της να παραδοθεί στις 15 Αυγούστου 1945, όταν ο αυτοκράτορας Χιροχίτο ενημέρωσε τον ιαπωνικό λαό μέσω ραδιοφώνου αποδεχόμενος τους όρους της Διακήρυξης του Πότσδαμ και προαναγγέλλοντας το τέλος του πολέμου.
Αυτή η ημερομηνία αναφέρεται συχνά στις ΗΠΑ και τη Βρετανία ως «V-J Day» («Ημέρα Νίκης επί της Ιαπωνίας»), είτε για τις 15 Αυγούστου είτε για τις 2 Σεπτεμβρίου.
Εντούτοις, η επίσημη παράδοση της Ιαπωνίας συνέβη αργότερα, στις 2 Σεπτεμβρίου 1945, στο καταστρώμα του USS Missouri στον κόλπο του Τόκιο, επισφραγίζοντας το διεθνώς αναγνωρισμένο τέλος του πολέμου.
Η παράδοση της Ιαπωνίας σηματοδοτεί το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς ήταν το τελευταίο κράτος του Άξονα σε εμπόλεμη κατάσταση με τους Συμμάχους. Η Ιταλία είχε συνθηκολογήσει το 1943 και η Γερμανία στις 8 Μαΐου 1945.
Η Ιαπωνία, όμως, πολεμούσε μέχρι και μετά τους βομβαρδισμούς σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι -6 και 9 Αυγούστου 1945- καθώς και την σοβιετική επίθεση στη Μαντζουρία.
Οι ΗΠΑ στους Παγκοσμίους Πολέμους
Οι ΗΠΑ διαδραμάτισαν κρίσιμο ρόλο και στους δύο παγκόσμιους πολέμους, συμμετέχοντας στρατιωτικά και προσφέροντας σημαντική υλική βοήθεια.
Ωστόσο, δεν είναι η χώρα που απέστειλε τους περισσότερους στρατιώτες ούτε εκείνη που υπέστη τις περισσότερες απώλειες.
Στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ αποφάσισαν να εμπλακούν το 1917, κυρίως λόγω των γερμανικών επιθέσεων σε αμερικανικά εμπορικά πλοία.
Στο πλαίσιο αυτό κινητοποίησαν 4 εκατομμύρια άνδρες, λιγότερους σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές χώρες (περίπου 9 εκατομμύρια για τη Γαλλία και τη Βρετανία, περιλαμβανομένων των αποικιών τους, 6 εκατομμύρια για την Ιταλία, 18 εκατομμύρια για τη Ρωσία). Οι απώλειες των ΗΠΑ ήταν επίσης πολύ μικρότερες σε σύγκριση με άλλες χώρες.
Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ αρχικά προσέφεραν βοήθεια στους Συμμάχους και ενεπλάκησαν στις εχθροπραξίες μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ στις 7 Δεκεμβρίου 1941.
Σύμφωνα με το Εθνικό Αμερικανικό Μουσείο για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ έχασαν 416.800 στρατιώτες στον πόλεμο αυτό, ελαφρώς περισσότερους από τη Βρετανία (383.600), αλλά πολύ λιγότερους σε σύγκριση με την πρώην Σοβιετική Ένωση, των οποίων οι απώλειες εκτιμώνται σε 8,8 με 10,7 εκατομμύρια.