Σχετικά με τις συνθήκες που επικράτησαν την «μαύρη» ημέρα της 23ης Ιουλίου 2018, όταν εκδηλώθηκε η φονική πυρκαγιά στο Μάτι, που στοίχισε τη ζωή σε 104 ανθρώπους, καθώς και για την εκδίκαση της υπόθεσης, το διοικητικό συμβούλιο του Συλλόγου συγγενών θυμάτων και εγκαυματιών προχώρησε σε δηλώσεις κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου σήμερα (7/4).
Ρεπορτάζ: Κωνσταντίνα Χαϊνά
Η πρόεδρος του Συλλόγου, κα Κάλλι Αναγνώστου, η οποία είναι και μία από τους εγκαυματίες, συγκλόνισε για άλλη μία φορά με την ομιλία της, επισημαίνοντας ότι εκείνη και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου βρέθηκαν στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ για να εκπροσωπήσουν τους δικούς τους ανθρώπους, τα θύματα και τους επιζώντες, «σε έναν δικαστικό αγώνα που έχει δοκιμάσει τα όριά μας».
Όπως ανέφερε, είναι αναγκασμένοι να αντιμετωπίζουν το πένθος για την απώλεια των αγαπημένων τους και τον πόνο των μόνιμων τραυμάτων τους, αντί να αναγνωριστεί η ευθύνη του συστήματος, που προσπαθεί να μετατρέψει τα θύματα σε θύτες. «Εάν είχε αναγνωριστεί από την αρχή η εγκληματική ανικανότητα, ίσως να μην είχαν συμβεί και άλλες τραγωδίες», πρόσθεσε.
«Καταβάλλουμε μεγάλες προσπάθειες για να αποκαλύψουμε την αλήθεια»
Η κα Αναγνώστου υπογράμμισε ότι «σχεδόν επτά χρόνια, καθένας από εμάς καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες για να φέρει στο φως την αλήθεια και να αναδείξει τις ευθύνες των υπευθύνων για αυτό το τρομακτικό έγκλημα, που δυστυχώς ελάχιστοι γνωρίζουν». Παρά την έντονη επικοινωνία μας, τα λόγια μας δεν ακούγονται.
«Δεχόμαστε πιέσεις από ‘ανθρώπους’ που υπερασπίζονται άλλα συμφέροντα, οι οποίοι προσπαθούν να πείσουν την κοινή γνώμη ότι ‘αυτό που μας συνέβη’ ήταν ‘αναμενόμενο’, ενώ ταυτόχρονα μας εκμεταλλεύτηκαν για τα δικά τους οφέλη», συμπλήρωσε. «Κατάφεραν να μας αποκαλούν ‘αντικείμενο’ και να γεμίζουν την αλήθεια μας με ψέματα, κομμένα και ραμμένα στα υποκειμενικά τους συμφέροντα».
«Εκπροσωπήσαμε τους εαυτούς μας σε μία ιδιαίτερα επώδυνη πραγματικότητα»
Αμέσως μετά την καταστροφή, οι οικογένειες των θυμάτων, που έχασαν τους αγαπημένους τους, βρέθηκαν στη διαδικασία αναγνώρισης στις νεκροτομές για να μαζέψουν τα κομμάτια τους και να προσπαθήσουν να σταθούν στα πόδια τους. «Πολλοί από τους εγκαυματίες νοσηλεύονταν σε κρίσιμη κατάσταση, ενώ άλλοι υπήρξαν μάρτυρες της φρίκης, ακούγοντας τις κραυγές των ανθρώπων τους εν μέσω πύρινων κοσμογονιών», τόνισε η κα Αναγνώστου.
Ακόμη, αναφέρθηκε ότι μετά από 7 χρόνια, οι θύτες βιώνουν ακόμη τύψεις που δεν μπόρεσαν να σώσουν περισσότερους. Αν και απέμειναν χωρίς σπίτια, οι επιζώντες συνεχίζουν να παλεύουν για τη δικαίωσή τους μέσω της Δικαιοσύνης. «Καταθέσαμε την αλήθεια μας για όσα ζήσαμε εκείνη τη μέρα», είπε.
Από την αρχή, οι φωνές που ζητούσαν απόδοση ευθυνών για την πυρκαγιά δεν εισακούστηκαν. Η προσπάθεια του ανακριτή να χαρακτηρίσει την υπόθεση ως κακούργημα δεν ακουγόταν μέσα από τον θόρυβο της σιωπής που υπήρχε γύρω από τις κυβερνητικές αδράνειες και παραλείψεις.
«Έπρεπε να δικαστούν για ένα πλημμέλημα»
Τελικά, μετά από πολυάριθμες διαδικασίες, το 2022 η δίκη εξελίχθηκε για να καταλήξει σε μία απόφαση που χλευάζει την απώλεια των 104 θυμάτων. «6 μόνο από τους κατηγορούμενους κρίθηκαν ένοχοι με ποινές ελάχιστες για τα εγκλήματα τους», τόνισε η κα Αναγνώστου, τονίζοντας την απογοήτευση και την αδικία που βίωσαν οι ίδιοι και οι οικογένειές τους.
Αν και συνεχίζουν να πλήττονται από την απόφαση του δικαστηρίου, που είχε σκεπάσει τη μεγάλη αυτή τραγωδία, οι συγγενείς των θυμάτων σκοπεύουν να συνεχίσουν τον αγώνα τους, αναμένοντας την επανεξέταση της υπόθεσης στις ανώτερες δικαστικές αρχές, χωρίς να εγκαταλείψουν την ελπίδα για δικαίωση.
Φωτιά και δίκη: Ζητήματα που απαιτούν αναθεώρηση
Η κα Μαίρη Αβραμίδου ανέφερε επίσης τις συνθήκες της δίκης και την μέγιστη έλλειψη δικαίωσης για τα θύματα, υπογραμμίζοντας τις παραλείψεις και την αντιμετώπιση που βίωσαν οι οικογένειες στα δικαστήρια. Παρά τις ελπίδες που είχαν, η διαδικασία δεν υπήρξε ποτέ ούτε δίκαιη ούτε διαφανής και πολλές φορές αποκλείστηκαν από την εκπροσώπηση των θυμάτων τους.
«Θα είναι διαρκής η προσπάθειά μας να αποκαλύψουμε την αλήθεια και να δώσουμε φωνή σε όσους δεν έχουν», κατέληξε η κα Αβραμίδου, υπογραμμίζοντας ότι η δικαιοσύνη αλλά και η κοινωνία οφείλουν να αναλογιστούν τις ευθύνες τους απέναντι στις ανθρώπινες ζωές που επλήγησαν.