Ο Ντόναλντ Τραμπ έφτασε στο Ριάντ με τιμές αρχηγού κράτους και πολεμική συνοδεία F-15, στην πρώτη του επίσκεψη στο εξωτερικό από την εκλογή του για δεύτερη θητεία.
Ο στόχος της αποστολής είναι φιλόδοξος: η εξασφάλιση των επενδύσεων και των συμφωνιών που θα φτάσουν μέχρι και το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια από τη Σαουδική Αραβία. Επιπλέον, είναι γνωστή η θετική σχέση του με τον Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν (MBS), ή όπως λένε τα αμερικανικά μέσα, το “bromance” τους. Ωστόσο, οι αριθμοί αποκαλύπτουν μια διαφορετική πραγματικότητα: μια οικονομία που αγωνίζεται να εκπληρώσει τις ίδιες της τις φιλοδοξίες, όπως υπογραμμίζει εκτενές ρεπορτάζ από το Bloomberg.
Ο πρίγκιπας διάδοχος ηγείται ενός προγράμματος εκσυγχρονισμού και απεξάρτησης από το πετρέλαιο, το κόστος του οποίου αναμένεται να ξεπεράσει τα 2 τρισ. δολάρια. Κεντρικό έργο του προγράμματος είναι η υπερφιλόδοξη πόλη Neom, της οποίας το κόστος μπορεί να φτάσει τα 1,5 τρισ. δολάρια — περισσότερο από το διπλάσιο του αρχικού προϋπολογισμού των 500 δισ. δολαρίων που εκτιμήθηκε το 2017.
Το βασίλειο έχει ανακοινώσει επίσης τη διοργάνωση τριών μεγάλων παγκόσμιων εκδηλώσεων στην επόμενη δεκαετία: την World Expo 2030, το Μουντιάλ του 2034 και την Ασιατική Χειμερινή Ολυμπιάδα του 2029. Το κόστος αυτών των σχεδίων, που δεν είναι δημόσιο, εκτιμάται σε εκατοντάδες δισ. δολάρια.
Παράλληλα, η Σαουδική Αραβία μετατρέπεται από εξαγωγέας κεφαλαίων σε καθαρό εισαγωγέα, παρά τις τιμές του πετρελαίου που παραμένουν γύρω από τα 63 δολάρια το βαρέλι. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έχει γίνει αρνητικό, ενώ ο κρατικός προϋπολογισμός βυθίζεται όλο και περισσότερο στο κόκκινο.
Το στοίχημα του Τραμπ και οι αβεβαιότητες
Ο Τραμπ θέλει εντυπωσιακούς αριθμούς να παρουσιάσει στη βάση του. Μέχρι τώρα, το Ριάντ έχει δεσμευτεί για 600 δισ. δολάρια σε επενδύσεις με τις ΗΠΑ μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια. Ωστόσο, αναλυτές προειδοποιούν ότι ο στόχος του 1 τρισ. είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί.
«Αυτό το νούμερο ισοδυναμεί σχεδόν με όλα τα περιουσιακά στοιχεία του σαουδαραβικού Public Investment Fund», σημειώνει ο Τιμ Κάλεν από το Arab Gulf States Institute.
Ακόμα και αν ανακοινωθούν “εντυπωσιακά πακέτα”, μεγάλο τμήμα αυτών των ποσών μπορεί να μην φτάσει άμεσα στην αμερικανική οικονομία — ίσως ούτε ποτέ. Σύμφωνα με τη Ρέιτσελ Ζίμπα από το Center for a New American Security, η κυβέρνηση μπορεί να προσπαθήσει να «απλώσει» τις δεσμεύσεις σε μια δεκαετία, με τεχνολογικές προθέσεις και εμπορικές διευκολύνσεις, χωρίς σαφή χρονοδιάγραμμα.
Η οικονομική πίεση στον MBS
Η Σαουδική κυβέρνηση δανείζεται αυξανόμενα — μόνο στο πρώτο τρίμηνο του 2025 έφτασε να δανειστεί περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη φορά στην ιστορία της, ξεπερνώντας ακόμα και το 2020, όταν οι τιμές του πετρελαίου πέφτουν. Το δημόσιο χρέος ανέρχεται σε 354 δισ. δολάρια, περίπου 30% του ΑΕΠ — αν και εξακολουθεί να είναι σχετικά χαμηλό διεθνώς.
Ωστόσο, οι εσωτερικές πιέσεις αυξάνονται. Το Bloomberg Economics εκτιμά ότι η Σαουδική Αραβία χρειάζεται τιμή 96 δολάρια/βαρέλι για να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό της — και 113 δολάρια αν υπολογιστεί η εγχώρια επενδυτική δραστηριότητα του PIF.
Η κυβέρνηση έχει ήδη ξεκινήσει να παγώνει ή να καθυστερεί εσωτερικές επενδύσεις για να εξασφαλίσει ρευστότητα για τις διεθνείς της υποχρεώσεις — κυρίως για να επιτύχει τους στόχους της επίσκεψης του Τραμπ.
Το σαουδαραβικό «δώρο» στον Τραμπ και η πολιτική ανταπόδοση
Ο MBS έχει ήδη βοηθήσει τον Τραμπ, αυξάνοντας την παραγωγή πετρελαίου ώστε να μειωθούν οι τιμές στα πρατήρια των ΗΠΑ, κάτι που αντιτίθεται στην απογοητευτική επίσκεψη του Μπάιντεν το 2022, όταν έφυγε με άδεια χέρια.
Ωστόσο, αυτή η «πολιτική συναλλαγή» δεν είναι αρκετή. Η σαουδαραβική επιχειρηματική κοινότητα έχει λάβει οδηγίες να ετοιμάσει λίστες με εμπορικά σχέδια και συμβάσεις με αμερικανικές εταιρείες. Πολλά μεγάλα έργα του Vision 2030 πιθανά να ανατεθούν σε αμερικανικές εταιρείες, τουλάχιστον σε αρχικό στάδιο.
Ο στόχος είναι σαφής: να παρουσιαστούν επενδύσεις και ποσά που θα ενισχύσουν τη ρητορική του Τραμπ περί εμπορικού πλεονεκτήματος και αναγέννησης της αμερικανικής βιομηχανίας μέσω διεθνών συμφωνιών.
Η πραγματικότητα πίσω από τις κάμερες
Αν και αναμένονται συμφωνίες σε τομείς όπως η ενέργεια, η τεχνητή νοημοσύνη, ο τουρισμός και τα χρηματοοικονομικά, οι περισσότεροι αναλυτές βλέπουν αυτές τις κινήσεις ως συμβολικές παρά με ουσιαστικό βάθος. Η πολιτική σχέση Ριάντ και Ουάσινγκτον φαντάζει περισσότερο ως μια αμοιβαία συμφέρουσα και εντυπωσιακή σχέση, παρά ως στρατηγική επανεκκίνηση με διαρθρωτική βάση.
«Ο Τραμπ θέλει τον τίτλο, ο MBS επιδιώκει την ευελιξία. Και οι δύο θα προσφέρουν αυτό που μπορούν — αλλά ο λογαριασμός θα παραμείνει ανοιχτός για αργότερα», επισημαίνει χαρακτηριστικά Σαουδάραβας οικονομολόγος στο Bloomberg.