Η ανάγκη για τη μετάβαση σε ένα δίκαιο και βιώσιμο αναπτυξιακό μοντέλο, που εξασφαλίζει συμμετοχή στον παραγόμενο πλούτο, χωρίς να αφήνει πίσω τους πολλούς, αναλύεται από τον πρόεδρο του Lyktosgroup, Μιχάλη Σάλλα, στο άρθρο του στην «Καθημερινή της Κυριακής».
Σύμφωνα με τον κ. Σάλλα, η Ελλάδα έχει επιτύχει ένα αναμφισβήτητο δημοσιονομικό θαύμα, αποκαθιστώντας τη σταθερότητα των δημόσιων οικονομικών και την εμπιστοσύνη των αγορών και των εταίρων. Μετά από μια δεκαετία σκληρής λιτότητας και μεταρρυθμίσεων, η χώρα καταγράφει ισχυρά πρωτογενή πλεονάσματα, μείωση του δημόσιου χρέους σε ποσοστό του ΑΕΠ, και σημαντική πρόοδο στη διαφάνεια και την αποτελεσματικότητα της φορολογικής διοίκησης.
Ωστόσο, πίσω από αυτή την εντυπωσιακή εικόνα, εντοπίζονται τρεις σοβαρές «τραγωδίες» που θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα της προόδου, όπως υπογραμμίζει ο κ. Σάλλας.
Η πρώτη αφορά τις εξωτερικές ανισορροπίες: το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παραμένει ελλειμματικό, κυρίως λόγω των περιορισμένων παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας. Οι εξαγωγές δεν επαρκούν για να καλύψουν τις εισαγωγές, γεγονός που καθιστά την οικονομία εξαρτώμενη από εξωτερική χρηματοδότηση και μεταβαλλόμενα έσοδα, όπως ο τουρισμός.
Η δεύτερη τραγωδία σχετίζεται με το διαρκές πρόβλημα των «κόκκινων δανείων», τα οποία επιβαρύνουν την ελληνική κοινωνία και οικονομία. Παρά τις προσπάθειες βελτίωσης του τραπεζικού συστήματος, πάνω από 500.000 δάνεια παραμένουν μη εξυπηρετούμενα, εγκλωβίζοντας χιλιάδες πολίτες και επιχειρήσεις εκτός του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η ουσιαστική λύση περιλαμβάνει διαγραφή εξωλογιστικών τόκων, ρύθμιση δανείων με μακροχρόνιο ορίζοντα και χαμηλό σταθερό επιτόκιο, ειδική μεταχείριση για δάνεια σε ελβετικό φράγκο, και δυνατότητα αγοράς των κόκκινων δανείων από τους δανειολήπτες στην τιμή που πωλήθηκαν.
Η τρίτη και ίσως πιο σοβαρή τραγωδία είναι η υποτίμηση της εργασίας και της αποταμίευσης. Η απόκτηση στέγης, βασικών αγαθών ή οικονομικής ασφάλισης για τα παιδιά έχει γίνει σχεδόν ανέφικτη για τη μεσαία και κατώτερη τάξη. Οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων αυξάνονται ταχύτερα από τα εισοδήματα, προκαλώντας ένα αίσθημα κοινωνικής αδικίας και ανασφάλειας. Αυτή η παγκόσμια ανακατανομή πλούτου, που ευνοεί τους ήδη κατέχοντες, εντείνει τις κοινωνικές εντάσεις και υπονομεύει την πολιτική σταθερότητα.
Η απάντηση σε αυτές τις προκλήσεις δεν μπορεί να είναι μόνο τεχνοκρατική, τονίζει. Χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο στρατηγικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης. Η χώρα οφείλει να επενδύσει στη μεταποίηση, τη σύγχρονη γεωργία, τη φαρμακοβιομηχανία, την ενέργεια και την τεχνολογία. Με την καινοτομία, τα clusters και τη βιώσιμη εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου, μπορεί να δοθεί νέα ώθηση στην ανάπτυξη.
Επιπλέον, όπως σημειώνει, η πολιτεία πρέπει να προστατεύσει την εργασία και να εξασφαλίσει την πρόσβαση των πολιτών σε στέγη, εκπαίδευση και βασικά αγαθά. Πρέπει να εξορθολογήσει τη φορολογία και να αποκαταστήσει την ισότητα ευκαιριών. Αν δεν ληφθούν μέτρα, το οικονομικό θαύμα κινδυνεύει να χαθεί λόγω κοινωνικών εντάσεων και διεύρυνσης των ανισοτήτων.
Το πραγματικό στοίχημα, λοιπόν, δεν είναι απλώς η διατήρηση του δημοσιονομικού ελέγχου, αλλά η μετάβαση σε ένα δίκαιο και βιώσιμο αναπτυξιακό μοντέλο που θα εξασφαλίσει τη συμμετοχή όλων στον παραγόμενο πλούτο, καταλήγει ο κ. Σάλλας.