Ο Κώστας Λακαφώσης, τεχνικός σύμβουλος οικογενειών θυμάτων της τραγωδίας των Τεμπών, πραγματοποίησε πείραμα σχετικά με την καύση των σιλικανικών ελαιών κατά τη διάρκεια μιας τηλεοπτικής του εμφάνισης.
«Πολλοί αναζητούν πληροφορίες στο διαδίκτυο και νομίζουν ότι γνωρίζουν αρκετά. Εδώ έχω έναν λύχνο Μπούνσεν, που μπορεί να φτάσει θερμοκρασίες γύρω από 1.200 βαθμούς Κελσίου και να φτάσει κι έως 1.500 αν ρυθμιστεί σωστά. Το χέρι μου, σύμφωνα με ιατρικές μελέτες, αρχίζει να καίγεται στους 65-70 βαθμούς Κελσίου. Αν η θερμοκρασία είναι πάνω από 70 βαθμούς, θα υποστώ εγκαύματα. Εδώ έχουμε 1.200 βαθμούς Κελσίου. Γιατί δεν καίγομαι; Το χέρι μου διαπερνά θερμοκρασίες 1.200 βαθμών. Γιατί δεν έχω εγκαύματα; Έτσι λέει το διαδίκτυο», δήλωσε σχετικά με το πείραμα ο Λακαφώσης στο ONE και τον Σταμάτη Ζαχαρό.
Στη συνέχεια, εξήγησε τη λειτουργία των σιλικανικών ελαιών σε σύγκριση με άλλα εύφλεκτα υγρά. «Αν υποθέσουμε ότι έχουμε δύο σταγόνες διαφορετικών υγρών, το ένα είναι πιο εύφλεκτο και μπορεί να αναφλεγεί στους 50 βαθμούς Κελσίου, ενώ το άλλο αντέχει μέχρι 400 βαθμούς. Αν πλησιάσουν και οι δύο στη φωτιά, το πρώτο θα ανάψει αμέσως, ενώ το δεύτερο θα χρειαστεί 15 δευτερόλεπτα για να πετύχει την απαιτούμενη θερμοκρασία και να αναφλεγεί», εξήγησε.
Το πείραμα με τα ραπανάκια
Αργότερα, χρησιμοποίησε δύο ραπανάκια για να δείξει τη συμπεριφορά αντικειμένων από το ίδιο υλικό με διαφορετική μάζα, όπου το ένα ήταν διπλάσιο σε μέγεθος.
«Αν τα φέρω κοντά στη φωτιά, ποιο θα ανάψει πρώτο;» ρώτησε, με τον δημοσιογράφο να υποθέτει ότι το μικρότερο θα καεί γρηγορότερα.
«Αυτό δεν είναι προφανές σε όλους. Πρέπει να κατανοήσει κάποιος ότι η ποσότητα έχει σημασία. Ένα γραμμάριο θα καεί σε μισό δευτερόλεπτο, ενώ δύο τόνοι δεν θα καούν στον ίδιο χρονικό διάστημα», πρόσθεσε.
Κατά τη διάρκεια της ζωντανής μετάδοσης, έκαψε σιλικανικά έλαια. «Θα χρειαστεί χρόνος για να καούν. Δεν καίγονται αμέσως», εξήγησε. «Το λευκό που παρατηρείτε είναι διοξείδιο του πυριτίου που απομένει», ενημέρωσε το κοινό.
Απαντώντας σε ερώτηση του δημοσιογράφου σχετικά με την ταχύτητα καύσης των ατμοποιημένων σιλικανικών ελαιών, ο κ. Λακαφώσης σημείωσε:
«Η ταχύτητα δεν είναι απλώς “όπως πρέπει”. Η μελέτη του καθηγητή Κωνσταντόπουλου απαντά ακριβώς σε αυτήν την ερώτηση. Το σιλικανικό έλαιο έχει την ικανότητα να δημιουργεί ένα προστατευτικό κέλυφος από πυρίτιο, το οποίο αυξάνει την ανθεκτικότητα της σταγόνας. Εάν τα έλαια διασπαστούν σε μικρές σταγόνες και οι συνθήκες είναι κατάλληλες, τότε μπορεί να υπάρξουν οι σωστές θερμοκρασίες για να καούν.»
Τέλος, τόνισε ότι σε κρύες και βρεγμένες συνθήκες, η καύση δεν είναι εφικτή αν μια σταγόνα δεν ανάψει πριν φτάσει στο έδαφος. «Ο μηχανισμός αυτός είναι κατανοητός σε χημικούς μηχανικούς, που τονίζουν ότι με σιλικανικά έλαια δεν κατορθώνεται η ίδια ταχύτητα καύσης όπως με εύφλεκτα υγρά», κατέληξε.