Η εργασία στον τομέα της ναυτιλίας υποφέρει από σοβαρή κόπωση, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου του Κάρντιφ.
Αυτό συμβαίνει παρά τις προσπάθειες για καλύτερη παρακολούθηση και εφαρμογή κανόνων σχετικά με τις ώρες εργασίας και ανάπαυσης στα πλοία.
Η έρευνα, που διεξήχθη από το Seafarers International Research Centre, στηρίχτηκε σε ανώνυμα ερωτηματολόγια και συνεντεύξεις με περισσότερους από 2.400 ναυτικούς, σε φορτηγά πλοία και κρουαζιερόπλοια.
Σύμφωνα με την επικεφαλής της μελέτης, καθηγήτρια Χέλεν Σάμπσον, παρά τη συμμόρφωση στους κανονισμούς της Διεθνούς Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας (Maritime Labour Convention), οι ναυτικοί εξακολουθούν να μην έχουν επαρκή χρόνο ανάπαυσης.
Τα αποτελέσματα γνωστοποιούνται λίγες ημέρες μετά την προσάραξη ενός φορτηγού πλοίου 135 μέτρων στη Νορβηγία.
Το πλοίο προσάραξε κοντά σε κατοικημένη περιοχή και λίγο έλειψε να χτυπήσει ένα σπίτι, ενώ είχε επισκεφθεί τρία λιμάνια μέσα σε 24 ώρες πριν από το συμβάν.
Ο αξιωματικός βάρδιας δήλωσε ότι αποκοιμήθηκε στη γέφυρα λίγο πριν από το ατύχημα.
Οι νορβηγικές αρχές έχουν ήδη ξεκινήσει έρευνα, εστιάζοντας στην τήρηση των διεθνών κανονισμών σχετικά με τις ώρες ανάπαυσης και εργασίας του πληρώματος.
Η καθηγήτρια Σάμπσον τόνισε ότι συχνά καταγράφονται λανθασμένα οι ώρες εργασίας και ξεκούρασης για να αποκρυφθεί η υπερεργασία των πληρωμάτων.
Επισημαίνει την ανάγκη αναθεώρησης των υφιστάμενων κανονισμών, ώστε όλοι οι ναυτικοί να διασφαλίσουν μια επαρκή και συνεχή περίοδο ανάπαυσης, σύμφωνα με τις επιστημονικές συστάσεις για τον ύπνο των ενηλίκων.
«Εναγώνια προειδοποίηση»
Τα ευρήματα είναι ανησυχητικά: πάνω από το ένα τρίτο των ναυτικών στα φορτηγά πλοία ανέφεραν ότι δεν είχαν επαρκή ύπνο τις τελευταίες 48 ώρες εξαιτίας του φόρτου εργασίας, των καθηκόντων στο λιμάνι και των συνθηκών εν πλω.
Η κατάσταση έχει επιδεινωθεί σε σύγκριση με αντίστοιχες έρευνες το 2016 και το 2011, ειδικά μεταξύ ανώτερων αξιωματικών, οι οποίοι αναφέρουν αυξημένο εργασιακό άγχος και ψυχολογική κόπωση.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η ναυτιλιακή βιομηχανία, που απασχολεί πάνω από 1,5 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως, πλήττεται από εκτενή υποReporting αυτών των προκλήσεων.
Πολλοί ναυτικοί, φοβούμενοι για την εργασιακή τους ασφάλεια λόγω επισφαλών συμβάσεων, διστάζουν να αναφέρουν προβλήματα.
Εξίσου ανησυχητική είναι η πρόσβαση στη ιατρική περίθαλψη. Σχεδόν το 20% των ναυτικών που υπήρξαν θύματα σοβαρών τραυματισμών ή ασθενειών στα πλοία δήλωσαν ότι δεν είχαν επαρκή ιατρική φροντίδα, λόγω έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού και ανεπαρκούς τηλεϊατρικής υποστήριξης.
«Η παρουσία εκπαιδευμένου ιατρικού προσωπικού στα πλοία θα εξασφάλιζε ότι οι ναυτικοί δεν θα μένουν χωρίς την απαραίτητη ιατρική βοήθεια για μεγάλα χρονικά διαστήματα», ανέφερε χαρακτηριστικά η Χέλεν Σάμπσον.
Στα κρουαζιερόπλοια η κατάσταση είναι ελαφρώς καλύτερη, όμως περίπου οι μισοί εργαζόμενοι δήλωσαν ότι δεν ξεκουράζονται αρκετά λόγω των ωραρίων, ενώ ένας στους δέκα ανέφερε ιατρικά προβλήματα που σχετίζονται άμεσα με την εργασία του.