Οι πύλες άνοιξαν για την ενεργοποίηση της ρήτρας εξόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τη Γερμανία να είναι η πρώτη χώρα που υπέβαλε επίσημο αίτημα στην Κομισιόν, λίγες μόνο μέρες πριν από την ανάληψη καθηκόντων του νέου καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς.
Σύμφωνα με στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πολλές χώρες-μέλη προγραμματίζουν να υποβάλουν αιτήματα τις επόμενες ημέρες, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, η οποία εκτιμά ότι η ενεργοποίηση της ρήτρας θα επιτρέψει την απελευθέρωση δαπανών περίπου 3,6 δισ. ευρώ. Σε αυτό το πλαίσιο, η ελληνική κυβέρνηση εντείνει τις επαφές της με εκπροσώπους των εταιρειών του αμυντικού τομέα.
Είναι προφανές ότι οι ευρωπαϊκές χώρες σπεύδουν να αξιοποιήσουν αυτή τη ρήτρα και να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση για την προμήθεια αμυντικού εξοπλισμού. Αν και η Ε.Ε. έχει καθορίσει τα απαραίτητα κριτήρια, δεν έχει ακόμα βρει μια κοινή βάση για το ποια αμυντικά συστήματα χρειάζονται, την προορισμένη χρήση τους και ποιοι θα τα παραγάγουν. Το σχέδιο ReARM Europe παραμένει ανεπαρκές, καθώς λείπει το κεντρικό στοιχείο: ένα ενιαίο αμυντικό δόγμα, που προϋποθέτει πολιτική συμφωνία εντός της Ε.Ε.
Αυτό σημαίνει ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις βιάζονται να εκμεταλλευτούν μία δημοσιονομική ευκολία, χωρίς να έχουν σαφή εικόνα για το σκοπό και τον τρόπο χρήσης της. Την ίδια στιγμή, η Ευρώπη παρακολουθεί ως παρατηρητής τις εξελίξεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, ενώ παράλληλα προσπαθεί να βρει λύσεις στον εμπορικό πόλεμο που ξέσπασε με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ως προεδρεύοντα των ΗΠΑ, πριν από περίπου 100 ημέρες. Προς το παρόν, η ρήτρα εξόδου φαίνεται να προσφέρει μία διέξοδο από την οικονομική και δημοσιονομική αδράνεια στην Ευρώπη.