Η Ελλάδα έχει ζητήσει την ενεργοποίηση της εθνικής ρήτρας διαφυγής, με στόχο να εξαιρεθούν οι αμυντικές δαπάνες από τα όρια αύξησης των εξόδων.
Η Κομισιόν πλέον καλείται να αξιολογήσει το ελληνικό αίτημα και να καθορίσει το «έτος βάσης» για τον υπολογισμό της αύξησης των αμυντικών δαπανών μέχρι 1,5% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με τον κανονισμό που προτείνεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η αύξηση των αμυντικών δαπανών θα υπολογίζεται βάσει των επιπέδων του 2021.
Ωστόσο, το 2021 η Ελλάδα είχε αμυντικές δαπάνες που ανέρχονταν στο 2,7% του ΑΕΠ, γεγονός που περιορίζει το όφελος. «Πρέπει να εξετάσουμε εναλλακτικές λύσεις για ίση μεταχείριση», ανέφεραν ευρωπαϊκές πηγές στη «Ν».
Ένα από τα σενάρια που εξετάζονται είναι το 2024 να οριστεί ως έτος βάσης, όπου οι αμυντικές δαπάνες ανέρχονταν στο 2,2% του ΑΕΠ, ίσα με το 2023.
Η συζήτηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένονται να κορυφωθεί τις επόμενες εβδομάδες, καθώς η Κομισιόν θα εξετάσει το ελληνικό αίτημα εντός Μαΐου, μαζί με τα αιτήματα άλλων χωρών που θα υποβληθούν έως τις 1 Μαΐου.
Σύμφωνα με εκπρόσωπο της Επιτροπής, τα τελικά συμπεράσματα θα ανακοινωθούν στις 4 Ιουνίου, με την ανακοίνωση του εαρινού πακέτου στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου.
Μέχρι 4 χρόνια
Η «Λευκή Βίβλος» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναφέρει ότι η ρήτρα διαφυγής μπορεί να παραμείνει ενεργοποιημένη για 4 χρόνια, μέχρι το 2028, με δυνατότητα επέκτασης για τουλάχιστον ένα επιπλέον έτος.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι αμυντικές δαπάνες που θα εξαιρούνται από τους περιορισμούς θα αξιολογούνται ετησίως. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι εξαιρούμενες δαπάνες περιλαμβάνουν όχι μόνο τις επενδύσεις σε αμυντικό εξοπλισμό, αλλά και τα λειτουργικά έξοδα, όπως οι μισθοί στρατιωτικού προσωπικού.
Οι αμυντικές δαπάνες στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον ορισμό COFOG-Eurostat, αναμένεται να αυξηθούν από 2,2% του ΑΕΠ το 2024 σε 2,3% το 2025 και 2,5% το 2026, λόγω του νέου Μακροπρόθεσμου Προγράμματος Αμυντικού Εξοπλισμού ύψους 25-28 δισεκατομμυρίων ευρώ που έχει εγκριθεί από την Κυβέρνηση. Το πρόγραμμα καλύπτει την περίοδο 2025-2036, με τις αμυντικές δαπάνες να αναμένονται σε υψηλά επίπεδα μετά το 2026.