Ο πόλεμος στο Ιράν έχει εισέλθει σε μια νέα φάση μετά τον βομβαρδισμό των πυρηνικών του εγκαταστάσεων από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι συνέπειες είναι αβέβαιες, με τον πρόεδρο Τραμπ να διακινδυνεύει μια παγκόσμια κρίση.
Η επίθεση ήταν αναμενόμενη, καθώς η Ισλαμική Δημοκρατία προετοιμαζόταν για αυτή τη στιγμή εδώ και 45 χρόνια, υποστηριζόμενη από νεοσυντηρητικούς «γεράκια» και τον Νετανιάχου.
Ο κύριος στόχος ήταν η αποπυρηνικοποίηση του Ιράν. Ωστόσο, καταστράφηκε πραγματικά το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης; Η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας ανακοίνωσε ότι δεν υπήρξε διαρροή ραδιενέργειας, γεγονός που ενδέχεται να υποδηλώνει ότι οι βομβαρδισμοί θα συνεχιστούν.
Η αμερικανική στρατηγική στη Μέση Ανατολή παραμένει αινιγματική, παρά τις δηλώσεις του προεδρίου ότι «τώρα είναι η ώρα για ειρήνη».
Πολλά ερωτήματα παραμένουν: Πώς θα αντιδράσει το Ιράν; Έχει σχέδιο ο Τραμπ; Θα επιχειρηθεί η ανατροπή του καθεστώτος των Αγιατολάχ;
Ο Τραμπ επιθυμεί περιορισμένη στρατιωτική εμπλοκή στο Ιράν, αλλά η κατάσταση θα μπορούσε να ξεφύγει από τον έλεγχο.
Εάν η σύγκρουση κλιμακωθεί, ακόμη και οι πιστοί υποστηρικτές του Τραμπ ενδέχεται να απομακρυνθούν, ειδικότερα καθώς η επίθεση έγινε χωρίς τη συναίνεση του Κογκρέσου.
Όπως είχε πει ο Μακιαβέλι, «μπορείς να ξεκινήσεις έναν πόλεμο, αλλά ποτέ δεν μπορείς να τον σταματήσεις όταν το θελήσεις».
Το καθεστώς της Τεχεράνης θα πρέπει να αντεπιτεθεί μετά τον βομβαρδισμό αν δεν θέλει να θεωρηθεί «χάρτινη τίγρη», ειδικά λόγω των εσωτερικών προκλήσεων. Απαιτείται λοιπόν μια απάντηση, έστω και συμβολική.
Πιθανές ιρανικές αντιδράσεις περιλαμβάνουν επιθέσεις σε αμερικανικές βάσεις και πρεσβείες στην περιοχή, καθώς και στοχευμένες τρομοκρατικές ενέργειες από συμμαχικές πολιτοφυλακές. Ο αποκλεισμός του Στενού του Ορμούζ θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε σημαντικές οικονομικές συνέπειες παγκοσμίως.
Η αμερικανική επίθεση μπορεί να επηρεάσει σοβαρά τη συνεργασία Μόσχας, Πεκίνου και Τεχεράνης, προκαλώντας στρατηγικό πλήγμα σε μια εποχή σχηματισμού νέων γεωπολιτικών μπλοκ.