Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προχώρησε σε μείωση του βασικού επιτοκίου καταθέσεων την περασμένη Πέμπτη (5/6) κατά 25 μονάδες βάσης, φτάνοντας το 2%, το πιο χαμηλό επίπεδο των τελευταίων δύο ετών.
Τα επιτόκια στις κύριες αναχρηματοδοτήσεις και στη διευκόλυνση οριακής χρηματοδότησης μειώνονται επίσης σε 2,15% και 2,40% αντίστοιχα, με εφαρμογή από τις 11 Ιουνίου 2025.
Η οικονομία της ευρωζώνης παρουσίασε ανάπτυξη 0,3% κατά το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, μια άνοδο από το 0,2% του προηγούμενου τριμήνου, ξεπερνώντας τις προβλέψεις.
Ανακοίνωση ΕΚΤ
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να μειώσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης. Η απόφαση αυτή σχετίζεται με την ανανεωμένη αξιολόγηση των προοπτικών του πληθωρισμού, της υποκείμενης πληθωριστικής δυναμικής και της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.
Αυτή τη στιγμή, ο πληθωρισμός κυμαίνεται γύρω από το στόχο του Διοικητικού Συμβουλίου, ο οποίος είναι 2%. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις, ο γενικός πληθωρισμός αναμένεται να είναι μέσου όρου 2,0% το 2025, 1,6% το 2026 και 2,0% το 2027. Οι διορθώσεις προς τα κάτω συγκριτικά με τις προβλέψεις του Μαρτίου αν reflect την εκτίμηση για χαμηλότερες τιμές ενέργειας και ένα ισχυρότερο ευρώ. Ιδιαίτερα, ο πληθωρισμός χωρίς τις τιμές ενέργειας και τροφίμων αναμένεται να είναι 2,4% το 2025 και 1,9% τα έτη 2026 και 2027, διατηρώντας σχετική σταθερότητα.
Η ανάπτυξη του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να φτάσει το 0,9% το 2025, 1,1% το 2026 και 1,3% το 2027. Η μη αναθεωρημένη πρόβλεψη για το 2025 προκύπτει από μια ισχυρότερη ανάπτυξη στο πρώτο τρίμηνο, που συνοδεύεται από προβλέψεις χειρότερες για το υπόλοιπο του έτους. Ενώ οι αβεβαιότητες γύρω από τις εμπορικές πολιτικές αναμένεται να πλήξουν τις επιχειρηματικές επενδύσεις και τις εξαγωγές βραχυπρόθεσμα, οι αυξανόμενες κρατικές επενδύσεις στον τομέα της άμυνας και των υποδομών θα στηρίξουν την ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα, ενώ τα αυξημένα πραγματικά εισοδήματα θα ενισχύσουν τη δυνατότητα κατανάλωσης των νοικοκυριών.
Σε συνθήκες υψηλής αβεβαιότητας, οι ειδικοί ανέλυσαν διάφορους μηχανισμούς μέσω των οποίων οι αλλαγές στις εμπορικές πολιτικές μπορεί να επηρεάσουν την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό, με τα σενάρια αυτά να δημοσιεύονται στον ιστότοπο της ΕΚΤ. Σύμφωνα με την ανάλυση, εάν σημειωθεί κλιμάκωση των εμπορικών εντάσεων, οι ρυθμοί ανάπτυξης και πληθωρισμού αναμένονται κάτω από τις βασικές προβλέψεις. Αντιθέτως, μια αποκλιμάκωση θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερες τιμές ανάπτυξης και πληθωρισμού.
Οι περισσότεροι δείκτες του υποκείμενου πληθωρισμού υποδεικνύουν ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί γύρω από το μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Η αύξηση των μισθών παραμένει σχετικά υψηλή, αν και επιβραδύνεται, προσφέροντας κάποια ανακούφιση από τον πληθωρισμό. Ανησυχίες για την επίδραση της αβεβαιότητας και των μεταβαλλόμενων αντιδράσεων στην αγορά έχουν υποχωρήσει.
Το Διοικητικό Συμβούλιο παραμένει αποφασιστικό να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει σταθερός γύρω από το 2% μεσοπρόθεσμα. Θα ακολουθεί μια προσέγγιση που βασίζεται στα δεδομένα, λαμβάνοντας αποφάσεις σε κάθε συνεδρίαση για την κατάλληλη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής. Οι αποφάσεις για τα επιτόκια θα βασίζονται στις εκτιμήσεις τους για τις προοπτικές του πληθωρισμού, καθώς και στα παρεχόμενα οικονομικά δεδομένα.
Βασικά επιτόκια ΕΚΤ
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να μειώσει τα τρία βασικά επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης, φτάνοντας έτσι τα επιτόκια στα 2,00% για τη διευκόλυνση αποδοχής καταθέσεων, 2,15% για τις κύριες αναχρηματοδοτήσεις και 2,40% για τη διευκόλυνση οριακής χρηματοδότησης, με εφαρμογή από τις 11 Ιουνίου 2025.
Το πρόγραμμα APP και το έκτακτο πρόγραμμα PEPP μειώνονται με σταθερό και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν επενδύει πλέον τα ποσά που προκύπτουν από την αποπληρωμή τίτλων.
Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα διαθέσιμα μέσα για να εξασφαλίσει τη βιώσιμη σταθεροποίηση του πληθωρισμού στο 2% και τη διατήρηση των ομαλών συνθηκών στη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής. Επίσης, το Μέσο Προστασίας Μετάδοσης είναι στη διάθεση του για να αντιμετωπίσει τυχόν αδικαιολόγητες δυνάμεις της αγοράς που απειλούν τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στην ευρωζώνη.