Ούτε μια αμφιβολία δεν υπάρχει ότι πρόκειται για φιάσκο. Η εκλογή Καγκελάριου «με τη δεύτερη» από τη γερμανική Βουλή είναι πρωτοφανής στην μεταπολεμική ιστορία.
Οι συνέπειες αυτού του φιάσκου του Μερτς αρχίζουν τώρα να γίνονται φανερότερες.
Το προφανές συμπέρασμα είναι ότι αυτή η ανεπιτυχής ψηφοφορία πιθανόν να εντείνει τη δυσπιστία μεταξύ των εταίρων της κυβερνητικής συμμαχίας, αποδεικνύοντας ότι η συνοχή τους απέχει πολύ από το να είναι συμπαγής.
Αυτή είναι μια ανησυχητική εξέλιξη σε μια περίοδο που η Ευρώπη αναμένει από τη Γερμανία να προσφέρει ισχυρή ηγεσία, όπως δήλωσαν πολιτικοί αναλυτές.
Η Γιάνα Πουλιέριν, στέλεχος του think tank «European Council on Foreign Relations», δήλωσε: «Όλη η Ευρώπη στράφηκε στο Βερολίνο με την ελπίδα ότι η Γερμανία θα επανέφερε τον ρόλο της ως άγκυρα σταθερότητας και ως την ισχυρότερη φιλοευρωπαϊκή δύναμη». Παρόλα αυτά, «αυτή η ελπίδα έχει διαψευστεί, με επιπτώσεις που ξεπερνούν τα σύνορά μας».
Ο Μερτς αναλαμβάνει καθήκοντα σε μια συγκυρία όπου:
- Η Ευρώπη αγωνίζεται να καταλήξει σε συμφωνίες ασφαλείας για την Ουκρανία στο πλαίσιο πιθανής συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός με τη Ρωσία.
- Η ΕΕ επιθυμεί να διαπραγματευθεί μια εμπορική συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, μετά τους αυστηρούς δασμούς Τραμπ που υπάρχουν ή απειλούν.
- Η Γερμανία απειλείται με τρίτο συνεχόμενο έτος ύφεσης, λόγω των δασμών και της ανάγκης να ξεπεράσει το σοκ της απεξάρτησης από το οικονομικά προσιτό ρωσικό φυσικό αέριο.
Η συμφωνία για τον σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού στηρίχτηκε σε υποσχέσεις για ανάπτυξη, μειώσεις εταιρικών φόρων, μείωση ενεργειακών τιμών, ισχυρή στήριξη στην Ουκρανία και αύξηση στρατιωτικών δαπανών.
Και μέσα σε αυτό το ισχυρό πλαίσιο υποσχέσεων, προέκυψε ένα σχεδόν κωμικό φιάσκο. Η αποτυχία του Μερτς να λάβει υποστήριξη για την καγκελαρία στην πρώτη προσπάθεια είναι κάτι ασυνήθιστο για τη μεταπολεμική Γερμανία.
Στελέχη του κόμματός του, μόλις τη Δευτέρα, εκτιμούσαν ότι ο Μερτς θα εξασφάλιζε γρήγορα την απαιτούμενη πλειοψηφία, παρά τις γκρίνιες στα δύο κόμματα του συνασπισμού σχετικά με τις επιλογές για το υπουργικό συμβούλιο, τους συμβιβασμούς και κυρίως το μεγάλο δανειακό πακέτο για τις αμυντικές δαπάνες που κληρονόμησε από την απελθούσα Βουλή.
Με την AfD να ελλοχεύει
Το πιο ανησυχητικό; Τα δύο κόμματα της κυβερνητικής συμμαχίας ήδη παρουσιάζουν μείωση στη δημοτικότητα τους. Ιδιαίτερα το συντηρητικό μπλοκ CDU/CSU, κουβαλά και την απογοήτευση από την απόφαση του Μερτς να χαλαρώσει τα όρια δανεισμού, παρά τις υποσχέσεις για γνήσια γερμανική δημοσιονομική ορθοδοξία προεκλογικά.
«Οι ψήφοι είναι μυστικές, γι’ αυτό δεν θα μάθουμε ποτέ τι πραγματικά προηγήθηκε της αποτυχίας του πρώτου γύρου σήμερα το πρωί», δήλωσε ο Κάρστεν Μπρζέσκι, Επικεφαλής Μακροοικονομικών Μελετών της ING Research. Πολλοί βουλευτές του CDU/CSU φαίνεται να ήθελαν να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους για την στροφή του Μερτς στην οικονομική πολιτική μετά τις εκλογές.
Ο μόνος νικητής της «καταστροφής» της Τρίτης, σύμφωνα με τον δημοσκόπο Μάνφρεντ Γκιούλνερ, είναι το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το οποίο κατέχει δεύτερη θέση από τον Φεβρουάριο και συνεχώς αυξάνει τη δημοτικότητά του.
«Η εμπιστοσύνη στους πολιτικούς θεσμούς έχει πληγεί ακόμη περισσότερο», αναφέρει ο Γκιούλνερ.
Το υπουργικό συμβούλιο του Μερτς θα έπρεπε να αντικατοπτρίζει την εμπιστοσύνη στην εμπειρογνωμοσύνη αντί για πολιτική διαχείριση και την επιθυμία για ανανέωση, λαμβάνοντας υπόψη τη μειωμένη εμπιστοσύνη στο κατεστημένο, υποστηρίζουν οι αναλυτές.
Θα τα καταφέρει;
Μόνο ένας υπουργός από την προηγούμενη κυβέρνηση θα διατηρήσει τη θέση του: ο υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους. Τα υπόλοιπα μέλη του υπουργικού συμβουλίου είναι νεοδιορισμένα, με εμπειρίες κυρίως στον ιδιωτικό τομέα.
Το χρήσιμο στρες τεστ
Κάποιοι στην Ευρώπη παραμένουν αισιόδοξοι για τον Μερτς, έναν πολιτικό με εξειδίκευση που ξεκίνησε την καριέρα του ως ευρωβουλευτής το 1989. Ελπίζουν ότι θα προσφέρει πιο ευρωπαϊκό προσανατολισμό σε σχέση με τον προκάτοχό του, σοσιαλδημοκράτη Όλαφ Σολτς.
Υπάρχει ωστόσο και μια θετική προοπτική: αυτό το (σχεδόν εφιαλτικό) ξεκίνημα μπορεί να προσφέρει στον νέο κυβερνητικό συνασπισμό ένα ανεπίσημο… stress test, που έλειψε από την προηγούμενη κυβέρνηση στην αρχή της.
Η προηγούμενη συγκυβέρνηση, υπό τον Όλαφ Σολτς, ορκίστηκε το 2021 με υψηλές προσδοκίες και -υποτίθεται- καλοσχεδιασμένη προγραμματική συμφωνία. Όμως, γρήγορα βρέθηκε αντιμέτωπη με τη σκληρή πραγματικότητα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, γεγονός που αποκάλυψε θεμελιώδεις διαφορές στις πολιτικές προτεραιότητες των εταίρων, καταλήγοντας στην κατάρρευση της συμμαχίας μετά από μόλις τρία χρόνια συγκυβέρνησης.