Η παγκόσμια κυριαρχία του δολαρίου αμφισβητείται πλέον ευθέως, καθώς η γεωπολιτική αστάθεια και οι εμπορικές εντάσεις, σε συνδυασμό με τη στρατηγική χρήση του νομίσματος από τις ΗΠΑ, οδηγούν όλο και περισσότερες χώρες και επενδυτές στην αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων.
Το ευρώ αρχίζει να αναδύεται ως το πιο πιθανό υποκατάστατο, αλλά έχει ακόμα πολύ δρόμο να διανύσει.
Η Ασία ηγείται της αποδολαριοποίησης
Στην πρωτοπορία της αποδολαριοποίησης βρίσκεται η Ασία, όπως αναφέρει ανάλυση του CNBC. Η ASEAN ανακοίνωσε ένα στρατηγικό σχέδιο για την περίοδο 2026-2030, που στοχεύει στην αύξηση της χρήσης τοπικών νομισμάτων στο εμπόριο και τις επενδύσεις, καθώς και στην ενίσχυση της περιφερειακής διασύνδεσης πληρωμών.
Σύμφωνα με την ING, η πολιτική αστάθεια στις ΗΠΑ, η επιθετική ρητορική του Τραμπ και η συνεχής απώλεια αξίας του δολαρίου επιταχύνουν τη μετάβαση σε άλλα νομίσματα. Από τις αρχές του 2024, ο δείκτης του δολαρίου έχει μειωθεί πάνω από 8%, ενισχύοντας την τάση απομάκρυνσης από αυτό.
Όπως επισημαίνει ο Φρανσέσκο Πεσόλι της ING, «η πολιτική του Τραμπ και η αποδυνάμωση του δολαρίου οδηγούν στη στροφή σε άλλα νομίσματα».
Μεταβολές στις παγκόσμιες επενδύσεις
Η χρήση του δολαρίου ως παγκόσμιο αποθεματικό υποχωρεί σταθερά: από 72% το 2000 στο 57,8% στο τέλος του 2024, σύμφωνα με το ΔΝΤ και την ΕΚΤ. Αντίθετα, το ευρώ παραμένει σταθερό στο 20% των παγκόσμιων συναλλαγματικών αποθεμάτων, διατηρώντας τη θέση του ως τη δεύτερη κύρια αποθεματική δύναμη.
Οι ξένες επενδύσεις σε κρατικό χρέος της ευρωζώνης ανέρχονται σχεδόν στο 1 τρισεκατομμύριο ευρώ, που αντιπροσωπεύει πάνω από το ένα τρίτο των ξένων κατόχων ευρωπαϊκών κρατικών ομολόγων.
Η μείωση των τοποθετήσεων από χώρες μη γεωπολιτικά ευθυγραμμισμένες με τη Δύση περιορίστηκε στο 5%, υποδεικνύοντας την ανθεκτικότητα του ευρώ, ιδιαίτερα σε περιόδους συγκρούσεων και κυρώσεων, όπως είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Επιπλέον, οι μεγάλες επενδυτικές εταιρείες αναθεωρούν την έκθεσή τους στο δολάριο. Σύμφωνα με τη Nomura, θεσμικά χαρτοφυλάκια στην Ιαπωνία και την Ταϊβάν έχουν σημαντικά αυξήσει τις συναλλαγματικές αντιστάθμισεις, περιορίζοντας τη θέση τους στο δολάριο. Το hedge ratio των ιαπωνικών ασφαλιστικών φθάνει το 48%, ενώ της Ταϊβάν ξεπερνά το 70%.
Αυτό σημαίνει ενεργητική πώληση δολαρίων και αγορές τοπικών ή εναλλακτικών νομισμάτων, επιτείνοντας τις πιέσεις στο greenback.
Το ευρώ στην κεντρική σκηνή
Καθώς η εμπιστοσύνη στο δολάριο μειώνεται, η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ αναφέρεται σε μια «ιστορική ευκαιρία» για την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου του ευρώ. Η διεθνής παρουσία του ευρώ παραμένει σταθερή στο 19%, σύμφωνα με δείκτη που υπολογίζει η ΕΚΤ βασισμένο σε διάφορους παράγοντες, όπως η αποθεματική χρήση και οι χρηματοοικονομικές ροές.
Το 2024 υπήρξε χρονιά-ρεκόρ για τη διεθνή έκδοση ομολόγων σε ευρώ, με την αξία τους να αυξάνεται πάνω από 40%, φτάνοντας τα 900 δισεκατομμύρια δολάρια – το υψηλότερο επίπεδο από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-09. Η αμερικανική κυβέρνηση εξέδωσε σχεδόν 95 δισεκατομμύρια δολάρια σε λεγόμενα “Reverse Yankees”, έναντι 60 δισεκατομμυρίων το 2023.
Από τα λόγια στις πράξεις
Η αλήθεια είναι ότι, παρόλο που το ευρώ είναι το δεύτερο μεγαλύτερο παγκοσμίως, απέχει σημαντικά από το να απειλήσει την κυριαρχία του δολαρίου, κατέχοντας περίπου το 20% των παγκόσμιων αποθεμάτων και το 30% των τιμολογήσεων στο διεθνές εμπόριο. Η απουσία κοινού ευρωομολόγου και η περιορισμένη πολιτική ενοποίηση δημιουργούν εμπόδια που είναι δύσκολα να ξεπεραστούν.
Όπως τονίζει ο αναλυτής Άαρον Χιλ της FP Markets, «το ευρώ έχει οικονομική σημασία, αλλά στερείται ακόμη της πολιτικής συνοχής που χρειάζεται για να ανταγωνιστεί το δολάριο».
Μια παγκόσμια επιτυχία;
Η σύγκριση με εταιρείες όπως η Blockbuster ή η Sears είναι επίκαιρη. Η κυριαρχία, όσο ισχυρή και αν φαίνεται, δεν είναι διαρκής. Και το δολάριο, που κυριαρχεί τα τελευταία 60 χρόνια, μπορεί ήδη να έχει εισέλθει σε μια διαδικασία σταδιακής απομυθοποίησης.
Πιθανότατα, το τέλος δεν θα είναι θεαματικό, αλλά σταδιακό. Όχι με κραχ, αλλά με σιγά-σιγά μετατόπιση κεφαλαίων, μείωση εμπιστοσύνης και πολλές εναλλακτικές που θα κερδίζουν μικρές μάχες — μέχρι να εμφανιστεί ο επόμενος «αδιαφιλονίκητος βασιλιάς».