Το αγροτικό χαρτοφυλάκιο ενισχύσεων αποτελεί μια πηγή προνομίων, καθώς, από την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα το 1981 μέχρι το τέλος της τρέχουσας προγραμματικής περιόδου της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής το 2027, οι συνολικές ενισχύσεις προς τους γεωργούς και κτηνοτρόφους θα φτάσουν τα 110-120 δισεκατομμύρια ευρώ.
Αυτά τα κονδύλια προέρχονται από τα κοινοτικά ταμεία, για τη χρηματοδότηση των γεωργικών δαπανών του προϋπολογισμού, περιλαμβάνοντας το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ), καθώς και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΤΑ).
Συγχρόνως, τα τελευταία 44 χρόνια, ο πρωτογενής τομέας έχει ενισχυθεί σχεδόν όσο το μισό εγχώριο ΑΕΠ, κάτι που αντί να προάγει μια ισχυρή αγροτική οικονομία, έχει δημιουργήσει ένα «εύφορο» έδαφος για τη διαφθορά.
Αιτίες για αυτήν την κατάσταση αναζητούνται στα προβλήματα της σχετικής αγροτικής πολιτικής, όπως οι ανύπαρκτοι παραγωγοί που λαμβάνουν επιδοτήσεις, η έλλειψη ελέγχων, η συμμετοχή ιδιωτών στο σύστημα πληρωμών, και οι λαθεμένες πολιτικές προσεγγίσεις από κυβερνήσεις, καθώς και η διάδοση της κουλτούρας ότι οι επιδοτήσεις είναι απλώς ένας τρόπος χρηματοδότησης εισοδημάτων.
Αυτή η κατάσταση έχει οδηγήσει σε «γλέντια» υπεξαίρεσης κοινοτικών και εθνικών πόρων, με επιπτώσεις που αγγίζουν όλη την αλυσίδα από το χωράφι στο ράφι και προϋποθέτει μια πυραμίδα ευθυνών, τις οποίες όλοι γνωρίζουν, αλλά κανείς δεν κατονομάζει.
Ο «ΟΠΕΚΕΠΕ» και η διαφθορά
Αυτή τη στιγμή, η προσοχή είναι στραμμένη στο σκάνδαλο διαφθοράς του Οργανισμού Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΟΠΕΚΕΠΕ), το οποίο ερευνάται από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία εδώ και σχεδόν οκτώ μήνες.
Το σκάνδαλο που σχετίζεται με τα βοσκοτόπια αφορά την περίοδο 2019 – 2022, όπου αρκετά άτομα έλαβαν δικαιώματα από το εθνικό αποθεματικό της ΚΑΠ, βασιζόμενα σε ψευδείς δηλώσεις για ιδιοκτησία ή μίσθωση επιλέξιμων βοσκοτόπων. Τα άτομα αυτά συνέχισαν να υποβάλλουν ψευδείς δηλώσεις και τα επόμενα χρόνια.
Αυτό το «μαγαζί» εκμεταλλεύτηκε παραθυράκια στον κανονισμό λειτουργίας του ΟΠΕΚΕΠΕ, όπως η τεχνική λύση που επέτρεπε την ενεργοποίηση επιδοτήσεων για δημόσιους βοσκότοπους, χωρίς να απαιτείται η ύπαρξη ζωικού κεφαλαίου.
Καθώς οι έρευνες συνεχίζονται, οι ερωτήσεις πληθαίνουν, κυρίως όσον αφορά την ανοχή που έδειξαν Υπουργοί Αγροτικής Ανάπτυξης και Πρόεδροι του Οργανισμού, ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι το πρόγραμμα «Ελλάδα 2.0» ποτέ δεν χρηματοδοτήθηκε μέσω του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Για τις ευθύνες και τις ποινές, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι καταλογισμοί της ΕΕ ισχύουν στην Ελλάδα, αλλά δεν έχει ζητηθεί από τους αγρότες να επιστρέψουν κοινοτικά κονδύλια που έλαβαν παράτυπα.
Ορισμένα από τα πιο γνωστά αγροτικά σκάνδαλα περιλαμβάνουν τα «πακέτα» Κοντού, Χατζηγάκη, και Μωραΐτη-Κοσκινά, καθώς και το περιβόητο σκάνδαλο «του καλαμποκιού».
Το πολιτικό βάρος έχει το «πακέτο Χατζηγάκη», που αφορά αποζημιώσεις ύψους 37 εκατ. ευρώ το 2008 και 387 εκατ. ευρώ το 2009 σε αγρότες, οι οποίες κρίθηκαν παράτυπες. Ο ακριβής αριθμός των αγροτών και το ποσό που έπρεπε να επιστραφεί δεν έχει ανακοινωθεί.
Συνεταιρισμοί και ευθύνες
Για τους συνεταιρισμούς, υπάρχουν τρεις κύριες υποθέσεις. Η πρώτη σχετίζεται με τις ευνοϊκές ρυθμίσεις δανείων που δόθηκαν από την Αγροτική Τράπεζα σε περίπου 100 συνεταιρισμούς τη δεκαετία του ’90, λόγω των επιπτώσεων της αγοράς μετά το πυρηνικό ατύχημα στο Τσερνομπίλ.
Η δεύτερη υπόθεση αφορά το «πακέτο Κοντού» το 2008, όπου το Ελληνικό Δημόσιο παρέχει εγγυήσεις για δάνεια σε συνεταιρισμούς για αγορά δημητριακών.
Προτού σχετικές ευνοϊκές ρυθμίσεις, η υπόθεση «Μωραΐτη-Κοσκινά» αφορούσε ενισχύσεις περίπου 500 εκατομμυρίων ευρώ τη δεκαετία του ’90.
Η υπόθεση «καλαμποκιού»
Το σημαντικότερο σκάνδαλο είναι αυτό του «καλαμποκιού» το 1986, που οδήγησε στη δίκη και καταδίκη του τότε αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών Νικολάου Αθανασόπουλου για την πώληση γιουγκοσλαβικού καλαμποκιού ως ελληνικού, με στόχο την είσπραξη κοινοτικών επιδοτήσεων. Η Ελλάδα δικάστηκε ερήμην και καταδικάστηκε το 1989, με ζημία 600.000.000 δραχμών (περίπου 1,7 εκατ. ευρώ σήμερα). Παρά την καταδίκη του, ο Αθανασόπουλος εξελέγη βουλευτής το 1993 και recibió χάρη το 1994.