Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου δεν κυβερνά πλέον – απλώς επιβιώνει. Σε μια κρίσιμη περίοδο για το Ισραήλ, με ανθρωπιστική τραγωδία στη Γάζα, διεθνή απομόνωση και εσωτερική αποσύνθεση, επιλέγει να εντείνει τις κρίσεις αντί να τις επιλύει.
Για να διατηρήσει την εξουσία του, ρισκάρει το κράτος, επισημαίνει ακόμη και ο Economist.
Στη Γάζα, ο ισραηλινός στρατός προετοιμάζεται για ακόμη μεγαλύτερη φρίκη. Με το 75% της Λωρίδας να τελεί υπό στρατιωτικό έλεγχο και χιλιάδες ανθρώπους να ασφυκτιούν σε περιοχές πλήρους εξαθλίωσης, η κυβέρνηση προτείνει σχέδια βοήθειας που καταρρέουν μέσα σε μία μόλις μέρα. Παραιτήσεις, πείνα, διεθνής κατακραυγή.
Στην Ευρώπη, οι παραδοσιακοί σύμμαχοι του Ισραήλ απομακρύνονται. Η Γερμανία επανεξετάζει τις εξαγωγές όπλων, η Βρετανία παγώνει εμπορικές διαπραγματεύσεις, ενώ η φον ντερ Λάιεν και ο Μερτς χρησιμοποιούν λέξεις που στο παρελθόν θεωρούνταν ταμπού για φίλους του Ισραήλ. Ακόμα και ο Τραμπ καλεί για αποκλιμάκωση, βλέποντας την ισορροπία να κλονίζεται.
Και εν μέσω όλων αυτών, ο Νετανιάχου υπονομεύει τις ίδιες τις θεσμικές βάσεις του Ισραήλ: τοποθετεί στρατηγό στη Shin Bet που θεωρεί τον πόλεμο με τους Άραβες «αιώνιο», παραβλέπει το Ανώτατο Δικαστήριο, παρακάμπτει τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων και εργαλειοποιεί τις μυστικές υπηρεσίες για δικούς του δικαστικούς σκοπούς.
Ο λαός, κουρασμένος από τον πόλεμο και την αβεβαιότητα, παρακολουθεί τον πρωθυπουργό του να προχωρά σε διχαστικές και χαοτικές επιλογές. Εάν ο Νετανιάχου πιστεύει ότι μπορεί να διατηρήσει τη θέση του καταστρέφοντας τα πάντα γύρω του, το τίμημα θα είναι τελικά δικό του. Ας ελπίσουμε ότι η χώρα του δεν θα πληρώσει το ίδιο τίμημα, καθώς επιθυμεί όχι τη συλλογική τιμωρία των Παλαιστινίων, αλλά την εξάλειψη της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς.