Το ΚΚΕ, σε ανακοίνωσή του σχετικά με την “μαύρη” επέτειο της δικτατορίας που επιβλήθηκε στις 21 Απριλίου 1967, αναφέρει πως «οι κύριοι υπεύθυνοι της δικτατορίας των συνταγματαρχών προήλθαν από πρόσωπα που υπηρέτησαν τους μηχανισμούς του αστικού κράτους, τον στρατό και την ΚΥΠ, και πλαισίωναν τον αντικομμουνιστικό ιδεολογικό μηχανισμό που είχε διαμορφωθεί μέσω του Συντάγματος του 1952, το οποίο είχε ψηφιστεί από όλα τα αστικά κόμματα. Αυτοί οι στρατιωτικοί, ενταγμένοι στο καπιταλιστικό σύστημα, είχαν εξασφαλίσει στενές σχέσεις με το Παλάτι, ντόπιους καπιταλιστές, εκδότες, πολιτικούς, διπλωμάτες και εκπροσώπους ξένων καπιταλιστικών κρατών, ιδίως των ΗΠΑ.
Η ανακοίνωση τονίζει ότι «η δικτατορία της 21ης Απριλίου αποτέλεσε αποτέλεσμα των μη επιλυμένων αντιφάσεων και ανταγωνισμών εντός του αστικού πολιτικού συστήματος, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί κατά τη διάρκεια του αγώνα και μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Οι εσωτερικές αντιπαραθέσεις περιπλέχτηκαν με τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς σε μια περίοδο όπου οι ισχυρές καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης σχεδίαζαν τη δική τους ιμπεριαλιστική συγκέντρωση (ΕΟΚ), και η νοτιοανατολική Ευρώπη γινόταν πεδίο αντιπαράθεσης του καπιταλισμού με τον σοσιαλισμό, καθώς και συγκρούσεων διαφορετικών καπιταλιστικών συμφερόντων.
«Η δικτατορία ήταν μια φυσική συνέχεια της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής των μεταπολεμικών κυβερνήσεων» προσθέτει η ανακοίνωση, υπογραμμίζοντας ότι η εξωτερική πολιτική της δικτατορίας «εξυπηρέτησε τα συμφέροντα των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και των ευρωπαϊκών κρατών στην Ανατολική Μεσόγειο, τη Μέσα Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, οδηγώντας επίσης στην τραγωδία της Κύπρου».
«Η δικτατορία της 21ης Απριλίου ενέτεινε τα κατασταλτικά μέτρα κατά του ΚΚΕ και υιοθέτησε μαζικές διώξεις, διαλύσεις συνδικαλιστικών και άλλων μαζικών οργανώσεων, και προχώρησε σε συλλήψεις, βασανισμούς και εξορίες. Ενώ επιβλήθηκαν περιορισμοί στη λειτουργία των αστικών κομμάτων, διατηρήθηκαν τα κανάλια επικοινωνίας και συνεργασίας μαζί τους, με απώτερο στόχο την επαναφορά της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας» αναφέρει η ανακοίνωση, τονίζοντας:
«Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου αποδεικνύει ότι η καπιταλιστική εξουσία δεν διστάζει να αλλάξει τις πολιτικές της μορφές, από αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία σε πολιτική ή στρατιωτική δικτατορία, προκειμένου να εξυπηρετήσει καλύτερα τα καπιταλιστικά συμφέροντα και να διατηρήσει τη δικτατορία του κεφαλαίου».
«Από την αρχή, οι κομμουνιστές και άλλοι ριζοσπάστες αγωνιστές αντιστάθηκαν στους σχεδιασμούς της αστικής στρατιωτικής δικτατορίας, πληρώνοντας ακριβά την αντίστασή τους υπέρ των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων.
Παρά τις μακροχρόνιες και δύσκολες συνθήκες παρανομίας, το ΚΚΕ κατάφερε, κατά τη διάρκεια της 12ης Ολομέλειας (1968), να απομονώσει τις οπορτουνιστικές δυνάμεις από το εσωτερικό του, να οργανώσει παράνομες κομματικές οργανώσεις, να ιδρύσει την ΚΝΕ και να ηγηθεί του μαζικού αντιδικτατορικού αγώνα από την πρώτη μέρα, φωνάζοντας για την ανατροπή της δικτατορίας μέσω μαζικής λαϊκής δράσης. Είχε καθοριστική συμβολή στην ανάπτυξη των εργατικών και λαϊκών αγώνων, συμμετέχοντας στις κινητοποιήσεις και την κατάληψη της Νομικής, καθώς και στον ενωτικό αγώνα του Πολυτεχνείου (Νοέμβριος 1973). Αντίθετα και από τις αστικές και τις οπορτουνιστικές πολιτικές δυνάμεις, απέρριψε την λεγόμενη “φιλελευθεροποίηση” Μαρκεζίνη, δηλαδή την πολιτική παραπλάνηση της δικτατορίας» σημειώνει το ΚΚΕ, προσθέτοντας:
«Η πτώση της δικτατορίας το 1974 ήρθε ως αποτέλεσμα των “εγκλημάτων” της, κυρίως σε σχέση με την Κύπρο, της εξάντλησης του ρόλου της και της αντίστασης που αναπτύχθηκε εναντίον της, αποκορύφωμα της οποίας ήταν το Πολυτεχνείο. Η διαδικασία της λεγόμενης “μεταπολίτευσης” προήλθε από συμβιβαστικές συμφωνίες μεταξύ εκπροσώπων της δικτατορίας, των αστικών πολιτικών δυνάμεων και των συμμάχων τους στο ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ.
Μετά την αποκατάσταση της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, το καπιταλιστικό κράτος, ανεξαρτήτως κυβέρνησης, συνέχισε να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων, να καταστέλλει τους λαϊκούς αγώνες και να συμμετέχει σε καπιταλιστικές συμμαχίες και ιμπεριαλιστικούς πολέμους».
«Ακόμα και σήμερα, ο χαρακτήρας του κράτους παραμένει εν τέλει ο ίδιος, καπιταλιστικός και αντιλαϊκός», υπογραμμίζει το ΚΚΕ, τονίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι «στο ίδιο πλαίσιο, και με τη συναίνεση συχνά όλων των αστικών κομμάτων, η εμπλοκή της χώρας στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς κλιμακώνεται, όπως παρατηρείται με τις τρέχουσες εξελίξεις στον πόλεμο στην Ουκρανία και την υποστήριξη στο Ισραήλ, το “κράτος δολοφόνο” του παλαιστινιακού λαού. Παράλληλα, οι ενδοΝΑΤΟϊκές διαπραγματεύσεις στο Αιγαίο και στην νοτιοανατολική Μεσόγειο παρουσιάζουν σοβαρούς κινδύνους για τον ελληνικό και άλλους λαούς της περιοχής».
«Το καπιταλιστικό κράτος και οι διεθνείς σύμμαχοί του, που πρωτοστατούν στην αντικομμουνιστική επίθεση, προβάλλουν το ανιστόρητο ιδεολόγημα της ταύτισης φασισμού και κομμουνισμού, καθώς και την αναθεώρηση της ιστορίας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και κάθε εργατικού-λαϊκού αγώνα» σημειώνει το ΚΚΕ, καταλήγοντας στην ανακοίνωσή του:
«Χρέος μας προς όσους αγωνίστηκαν ενάντια στη δικτατορία, αλλά και απάντηση στη σημερινή αντιλαϊκή πραγματικότητα, είναι η οικοδόμηση μιας κοινωνικής συμμαχίας μεταξύ της εργατικής τάξης, των αγροτών που αγωνίζονται, των αυτοαπασχολούμενων, οι συλλογικές και αποφασιστικές απεργίες και εργατικοί-λαϊκοί αγώνες, οι φοιτητικές και μαθητικές κινητοποιήσεις, καθώς και η ενεργός συμμετοχή των γυναικείων οργανώσεων, με στόχο την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στο εργατικό-λαϊκό κίνημα.
Η συσπείρωση γύρω από το ΚΚΕ είναι η εγγύηση για την αναγκαία αντεπίθεση της εργατικής-λαϊκής τάξης απέναντι σε κάθε αποτυχημένη κυβέρνηση. Κάθε βήμα ενίσχυσης του Κόμματος είναι ένα βήμα ενίσχυσης της εργατικής-λαϊκής δράσης, η μόνη ικανή να αναστείλει τα σχέδια των καπιταλιστών, του κράτους και των διεθνών συμμάχων τους, ανοίγοντας τον δρόμο για μια ελπιδοφόρα νέα οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας, δηλαδή τον σοσιαλισμό-κομμουνισμό».