«Το πρόγραμμα αλληλούχισης του ανθρώπινου γονιδιώματος στοχεύει στην ανίχνευση 500 σπάνιων γενετικών ασθενειών σε νεογέννητα στην Ελλάδα. Αυτές οι ασθένειες δεν μπορούν να ανιχνευτούν με άλλους τρόπους και πλέον είναι θεραπεύσιμες, χάρη στις καινοτόμες θεραπείες που αναπτύχθηκαν κυρίως στη Βόρεια Αμερική. Σκοπός μας είναι να προσφέρουμε καλύτερη ζωή σε οικογένειες και παιδιά. Αυτό θα επιτευχθεί στην Ελλάδα, παρά τις αντιρρήσεις εκείνων που δεν κατανοούν την κατεύθυνση της ανθρωπότητας», ανέφερε ο Άδωνις Γεωργιάδης στη Βουλή.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση της ανεξάρτητης βουλευτού Θεοδώρας Τζάκρη, ο υπουργός Υγείας δήλωσε ότι καταγγέλει τη σύμβαση όχι λόγω των αντιδράσεων, όπως ισχυρίστηκε η βουλευτής, αλλά επειδή η πλευρά των εταιρειών δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της.
Η κ. Τζάκρη επισήμανε ότι «η κυβέρνηση της ΝΔ προχωρά στην ιδιωτικοποίηση του προληπτικού ελέγχου των νεογνών χωρίς κανονιστικό πλαίσιο και χωρίς διασφάλιση της χρήσης των γενετικών πληροφοριών, παρά τις αντιδράσεις και από το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού».
«Πρέπει να πραγματοποιούνται τέτοιες έρευνες στην Ελλάδα. Ο βιοχημικός έλεγχος που διεξάγει το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού είναι παρωχημένος, σε αντίθεση με την αλληλούχιση του γονιδιώματος, που είναι το μέλλον της ιατρικής. Οι χώρες που θα υιοθετήσουν γρήγορα νέες τεχνολογίες θα αποκτήσουν σημαντικό πλεονέκτημα. Εγώ επιδιώκω να καταστήσω την Ελλάδα πρωτοπόρο. Αν το πρόγραμμα ικανοποιούσε τις προϋποθέσεις, θα ήταν προς όφελος του ελληνικού πληθυσμού», πρόσθεσε ο κ. Γεωργιάδης.
Η βουλευτής Θεοδώρα Τζάκρη, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, υποστήριξε ότι η υπογραφή της σύμβασης υποκινεί απόπειρα συσκότισης, καθώς το πρόγραμμα θα χρηματοδοτηθεί από ιδιωτικές εταιρείες, δεν έχει την έγκριση της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, και δεν υπάρχει καμία θεσμική πρόβλεψη για την προστασία των δεδομένων.
Απαντώντας, ο υπουργός επεσήμανε ότι η σύμβαση καταγγέλθηκε επειδή η άλλη πλευρά δεν τηρούσε τις υποχρεώσεις της και όχι λόγω αντιδράσεων. Ανακοίνωσε ότι θα συνεργαστεί με την ακαδημαϊκή κοινότητα ώστε να προταθεί ένα σύστημα στην Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής για να προχωρήσουν οι σχετικές έρευνες.
«Η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων ήταν ενήμερη και είχε δώσει την έγκρισή της. Η σύμβαση δεν προχώρησε λόγω των ανεκπλήρωτων υποχρεώσεων της άλλης πλευράς. Είχαμε προβλέψει Επιτροπή Παρακολούθησης για τη σωστή εκτέλεση του προγράμματος», δήλωσε ο κ. Γεωργιάδης, προσθέτοντας ότι «δεν έχει συλλεγεί ούτε ένα δείγμα».
«Συνεχίζουμε τις προσπάθειες για να καταστήσουμε την Ελλάδα πρωτοπόρο σε αυτή την τεχνολογία. Μπορεί σύντομα να ανακοινώσουμε πρωτοβουλίες που θα σώσουν ζωές, καθώς αυτή η τεχνολογία έχει τη δυνατότητα να αλλάξει ριζικά την ιατρική», κατέληξε ο κ. Γεωργιάδης.