Η Ελλάδα γνωρίζει πλέον καλά τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσει για να εξελιχθεί σε μια προηγμένη δυτική κοινωνία. Οι πολιτικές δυνάμεις, όταν δεν διαφωνούν μεταξύ τους, αλλά και διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί όπως το ΔΝΤ, το επισημαίνουν συχνά.
Κύρια προβλήματα αποτελούν η γραφειοκρατία, η αργή Δικαιοσύνη και η διαφθορά, όπως το πρόσφατο περιστατικό με τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Αυτοί οι τομείς χρειάζονται ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που αν πραγματοποιηθούν, θα ανοίξουν δρόμους για μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και θα δημιουργήσουν ποιοτικές και βιώσιμες θέσεις εργασίας.
Σε πρόσφατη μελέτη, το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι μια αποτελεσματική Δικαιοσύνη και εύρυθμη λειτουργία των δικαστηρίων είναι απαραίτητη για την προσέλκυση επενδύσεων. Οι τρέχουσες καθυστερήσεις στην απονομή της Δικαιοσύνης αποθαρρύνουν τους επενδυτές, και μια αλλαγή σε αυτόν τον τομέα θα ωφελήσει το σύνολο της οικονομίας.
Όσον αφορά τη γραφειοκρατία, αυτή σχετίζεται με πολυάριθμες ρυθμίσεις (πρόβλημα και της Ε.Ε., σύμφωνα με την έκθεση του Ντράγκι) που εμποδίζουν την επιχειρηματικότητα. Το Ταμείο επισημαίνει ότι οι περίπλοκες και χρονοβόρες διαδικασίες αδειοδότησης, καθώς και τα προβλήματα στο πτωχευτικό δίκαιο, είναι αντικίνητρα για επενδύσεις. Η συνεχιζόμενη ύπαρξή τους επηρεάζει αρνητικά την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία, οδηγώντας σε υψηλούς φόρους και σε προσωρινές μειώσεις της ανεργίας μέσω προγραμμάτων.
Με μία δικαιότερη Δικαιοσύνη και την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς, θα μπορέσουμε να προσελκύσουμε επενδύσεις που θα ενισχύσουν την παραγωγικότητα της οικονομίας και θα τη βάλουν σε θέση ανταγωνιστική σε τομείς όπως η βιομηχανία, η μεταποίηση και ο πρωτογενής τομέας. Έτσι, οι Έλληνες νέοι δεν θα αναζητούν ευκαιρίες στο εξωτερικό, ενώ θα υπάρξουν κίνητρα για επιστροφή όσων έχουν φύγει.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο ΔΝΤ δεν χρειάζεται να μας υπενθυμίσει την ανάγκη για ένα σταθερό και ανταγωνιστικό φορολογικό σύστημα. Κεντρικός του άξονας θα πρέπει να είναι ένας σταθερός φορολογικός συντελεστής γύρω στο 15%, που θα καθιστά τη φοροδιαφυγή λιγότερο ελκυστική, αφού θα αφαιρεί τα υπάρχοντα κίνητρα.
Η απλοποίηση του φορολογικού συστήματος θα μπορούσε να οδηγήσει στην κατάργηση των τεκμηρίων των ελευθέρων επαγγελματιών και των προκαταβολών φόρου των επιχειρήσεων, κάτι που δεν παρατηρείται σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Αν προχωρήσουν αυτές οι μεταρρυθμίσεις, δεν θα χρειάζονται επιδόματα για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων και την καταπολέμηση της ακρίβειας. Ο προϋπολογισμός θα απαιτεί λιγότερες επιδοτήσεις για επενδύσεις ή για τη διατήρηση θέσεων εργασίας, οι οποίες σήμερα χρησιμοποιούνται για θεωρητικές παρουσιάσεις και τη δημιουργία μηδεμινών κοινωνικών κύκλων για την οικονομία. Αντίθετα, τα κίνητρα θα είναι μόνο φορολογικά, εξασφαλίζοντας εισόδημα για τους Έλληνες και φόρους για το κράτος.