Η χώρα μας κατατάσσεται 19η παγκοσμίως όσον αφορά τον κίνδυνο λειψυδρίας, κυρίως λόγω της κλιματικής αλλαγής, η οποία επηρεάζει αρνητικά τόσο την προσφορά (μείωση βροχοπτώσεων) όσο και τη ζήτηση (αύξηση κατανάλωσης για άρδευση και άλλες χρήσεις).
Τα δεδομένα προέρχονται από μελέτη του World Resources Institute (https://www.wri.org/data/aqueduct-40-country-rankings) καθώς και από έκθεση της Deloitte για τη διαχείριση των υδάτων, που εκπονήθηκε για την ελληνική κυβέρνηση. Η έκθεση, που δημοσιεύει το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, αναδεικνύει το μέγεθος του κινδύνου που αντιμετωπίζει η χώρα μας. Ο κίνδυνος αυτός διαταράσσεται περαιτέρω από τις απώλειες στα δίκτυα, οι οποίες επιδεινώνουν το ζήτημα, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Σύμφωνα με την έκθεση της Deloitte, αναλυτικά η Ελλάδα:
1. Έχει διπλασιάσει (+139%) τις απολήψεις νερού για ύδρευση από το 2001 έως το 2022, κυρίως λόγω της αυξημένης τουριστικής κίνησης.
Ο διπλασιασμός των απολήψεων οφείλεται στον συνδυασμό της αύξησης του τουρισμού και της ανόδου της κατά κεφαλήν κατανάλωσης, καθώς και στις σοβαρές απώλειες από τα δίκτυα διανομής, που φτάνουν το 50%. Το ζήτημα είναι πιο σοβαρό σε τουριστικές περιοχές, όπως οι Κυκλάδες, όπου η ζήτηση αυξάνεται ενώ η διαθεσιμότητα είναι περιορισμένη. Επιπλέον, η ζήτηση κορυφώνεται τους καλοκαιρινούς μήνες, δημιουργώντας ήδη προβλήματα επάρκειας σε πολλά νησιά, ενώ επιβαρύνονται οι υποδομές.
2. Δαπανά την μεγαλύτερη ποσότητα νερού ανά εκτάριο αρδευόμενης γης στην ΕΕ, σημαντικά υψηλότερη από άλλες μεσογειακές χώρες που παρουσιάζουν παρόμοια κλιματολογικά χαρακτηριστικά.
Παρά την πτώση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων τα τελευταία χρόνια, οι απολήψεις για άρδευση δεν έχουν μειωθεί σημαντικά για τους εξής λόγους: αύξηση της θερμοκρασίας, μεγαλύτερες ανάγκες νερού ανά καλλιέργεια, και σοβαρές απώλειες στα δίκτυα – πολλά από τα οποία είναι πάνω από 20 ετών. Επίσης, οι πολιτικές υποστήριξης του γεωργικού τομέα ενδέχεται στο μέλλον να οδηγήσουν σε αύξηση των αρδευόμενων εκτάσεων και της κατανάλωσης νερού.
3. Αντιμετωπίζει μείωση της διαθεσιμότητας επιφανειακών πόρων και αύξηση της χρήσης γεωτρήσεων, με αποτέλεσμα την υφαλμύρωση των υδάτων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (https://www.statistics.gr/el/statistics/-/publication/SOP07/-), η άντληση υπόγειων υδάτων αυξήθηκε κατά 80% από το 2000 έως το 2022, φθάνοντας τα 6.221 εκατ. κυβικά μέτρα ετησίως, ενώ η χρήση επιφανειακών υδάτων μειώθηκε κατά 40%. Η αύξηση στην άντληση υπόγειων υδάτων πιέζει τα αποθέματα του υδροφόρου ορίζοντα, οδηγώντας σε υφαλμύρωση.
Ενδεικτικό είναι ότι, παρά τις πρόσφατες αυξήσεις βροχοπτώσεων, τα αποθέματα νερού στους ταμιευτήρες της ΔΕΗ είναι σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Τα φράγματα της ΔΕΗ χρησιμοποιούνται τόσο για παραγωγή ενέργειας όσο και για άρδευση/ύδρευση, και η μείωση των αποθεμάτων εγκυμονεί κινδύνους για την επάρκεια του νερού και το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας.