«Η διατήρηση του ποιοτικού και στρατηγικού πλεονεκτήματος της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία είναι κρίσιμη, λειτουργώντας ως αποτρεπτικός παράγοντας στην ιστορική επιθετικότητα της Τουρκίας προς τη χώρα μας,» δήλωσε η Δημοκρατική βουλευτής από τη Νεβάδα, Ντίνα Τίτους, κατά τη διάρκεια ακρόασης στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Η βουλευτής τόνισε ότι αυτή η ισορροπία θα μπορούσε να διαταραχθεί αν η Τουρκία αποκτήσει τα μαχητικά F-35, εξηγώντας ότι κάτι τέτοιο δεν πρέπει να συμβεί, δεδομένων των αμετάβλητων θέσεων και διεκδικήσεων του προέδρου Ερντογάν που παραβιάζουν την κυριαρχία της Ελλάδας και της Κύπρου.
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης στο Κογκρέσο, ο εκτελεστικός διευθυντής του Ιδρύματος για την Προάσπιση της Δημοκρατίας, Τζόναθαν Σάντζερ, προέτρεψε τους νομοθέτες να περιορίσουν τις μεγάλες πωλήσεις όπλων στην Τουρκία, μέχρι να σταματήσει η Άγκυρα να υποστηρίζει την τρομοκρατία και να αποσταθεροποιεί τη συμμαχία του ΝΑΤΟ.
Στοχεύοντας σε αυτό, υποστήριξε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να εμποδίσουν τις στρατιωτικές ενέργειες της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή και να παρακολουθούν στενά την εμπλοκή της στο λαθρεμπόριο όπλων, ιδίως κατά μήκος των συνόρων της Συρίας με την Ιορδανία και τον Λίβανο. Όσον αφορά την επανένταξη της Τουρκίας στο πρόγραμμα F-35, ο Αμερικανός αναλυτής συμφώνησε πλήρως με τις απόψεις της βουλευτού Ντίνα Τίτους.
«Θα ήμουν πολύ ανήσυχος αν παραχωρούσαμε τα F-35 σε αυτή την τουρκική κυβέρνηση. Πιστεύω ότι θα τα χρησιμοποιούσε για να υποστηρίξει την επιθετική της στάση στην περιοχή, και φοβάμαι ότι αυτό θα μπορούσε να επιφέρει συγκρούσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Δεν πρέπει να την επαναφέρουμε στο πρόγραμμα. Ακόμα κι αν απομακρυνθεί από τους S-400, πρέπει να υπάρξει μια περίοδος, πιθανώς αρκετών ετών, κατά την οποία δεν θα συμμετάσχει», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Συνεχίζοντας, επισήμανε ότι η Ελλάδα φέρει ένα σημαντικό βάρος που υπερβαίνει τις δυνατότητές της στην περιοχή. Παρ’ όλα αυτά, τόνισε ότι εξακολουθεί να αντιμετωπίζει απειλές από την Τουρκία. «Κάποια στιγμή πρέπει να αναρωτηθούμε: Τι κάνουν οι ΗΠΑ για να υποστηρίξουν τους συμμάχους τους όπως η Ελλάδα;», πρόσθεσε. Σε αυτό το πλαίσιο, πρότεινε ότι οι ΗΠΑ μπορούν να συνεργαστούν πιο στενά με το Ισραήλ και την Ελλάδα για τη βελτίωση της ασφάλειας στην περιοχή.
Στην ακρόαση συμμετείχε και η πρώην υφυπουργός Άμυνας για διεθνή θέματα ασφαλείας, Σελέστ Γουαλάντερ, η οποία ρωτήθηκε από τη βουλευτή Τζούλι Τζόνσον για το αν οι ΗΠΑ πρέπει να επιλέξουν μια πιο επιθετική στάση ή να υιοθετήσουν μια πολιτική κατευνασμού απέναντι στην Τουρκία.
Όπως τόνισε η κ. Γουαλάντερ, «ως παγκόσμια υπερδύναμη, η πιο ισχυρή χώρα στον κόσμο, οι ΗΠΑ δεν χρειάζεται να επιλέξουν. Έχουμε επιρροή. Μπορούμε να συνεργαστούμε όχι μόνο με την Τουρκία αλλά και με άλλες χώρες για να λύσουμε προβλήματα και να προωθήσουμε τα αμερικανικά συμφέροντα. Μπορούμε επίσης να κάνουμε την Τουρκία υπόλογη. Για παράδειγμα, υποστηρίζω πλήρως τη συμπερίληψη της Τουρκίας στις κυρώσεις CAATSA, καθώς με την αγορά του συστήματος S-400, η Τουρκία έθεσε σε κίνδυνο τους πιλότους των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.»