Ο Γιάννης Κορίδης, δημοσιογράφος, συγγραφέας και ποιητής, απεβίωσε σε ηλικία 89 ετών, αφήνοντας πίσω του μια σπουδαία κληρονομιά ως ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους της δεύτερης μεταπολεμικής ποιητικής γενιάς.
Την είδηση του θανάτου του ανακοίνωσε η Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ).
Η λογοτεχνική του πορεία αναγνωρίστηκε από εξέχοντες προσωπικότητες όπως οι Νίκος Καζαντζάκης, Βάσος Βαρίκας και Ζωή Καρέλλη. Το έργο του έχει συμπεριληφθεί σε πολλές ανθολογίες και έχει μεταφραστεί σε έξι γλώσσες, ανάμεσά τους τα αγγλικά και τα γαλλικά.
Γεννημένος το 1936, ο Κορίδης είχε μια ηρωική πορεία: σε ηλικία 14 ετών, έφτασε μόνος του από την Μολόχα Κοζάνης στη Νέα Ιωνία, όπου παρά τις δύσκολες συνθήκες εργασίας, σπούδασε με αφοσίωση, εν inspirating την πρώιμη ποιητική του παραγωγή. Το 16ο έτος της ηλικίας του δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή, καθοδηγούμενος από τον μέντορά του Κόντογλου, σηματοδοτώντας την αρχή μιας πλούσιας λογοτεχνικά πορείας.
Ως ιδρυτής των εκδόσεων «Ιωλκός» και του ομώνυμου περιοδικού, υπηρέτησε ως πυρήνας δημιουργικής αναζήτησης από τη δεκαετία του 1960, συνεργαζόμενος με σημαντικές προσωπικότητες όπως η Ρίτα Μπούμη‑Παπά, ο Γιάννης Ρίτσος και ο Βασίλης Βρεττάκος.
Δίδαξε μέσα από τον ρόλο του ως εκδότης περιοδικών όπως «Άλεφ», «Συμπόσιο», «Δίοδος», «Βαλκάνια» και «Έρευνα», αλλά και από τις διοικητικές του θέσεις σε σημαντικές εκδόσεις όπως το «Υγειονομικόν Βήμα» και την «Πολιτική και Οικονομική Έρευνα».
Ο Κορίδης διατήρησε τα πνευματικά του ιδανικά σε υψηλό επίπεδο, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, όπου οργανώθηκε στην πνευματική αντίσταση, μεταφέροντας κρυφά συνεντεύξεις και άρθρα, εκπροσωπώντας τον φιλοπατριωτισμό του σε σχέση με τα ανθρώπινα ιδεώδη – για τα οποία τιμήθηκε και από την Ακαδημία Αθηνών.
Η λογοτεχνική και πολιτική του φυσιογνωμία ήταν ακλόνητη και ανθρωπιστική, αντλώντας από την καθημερινότητα βαθύτερες αξίες και ιδανικά. Ο Γιάννης Κορίδης υπήρξε φάρος για όσους δίνουν νόημα στη ζωή μέσα από τον λόγο, τη δράση και την πίστη στον άνθρωπο – και ο αποχαιρετισμός του αφήνει ένα κενό στην ελληνική λογοτεχνία που θα αναγνωρίζεται για πολύ καιρό.