Η κα Ελισάβετ Γρουζή, Αιματολόγος και Διευθύντρια της Νοσοκομειακής Υπηρεσίας Αιμοδοσίας στο Ογκολογικό Νοσοκομείο «Άγιος Σάββας», υπογραμμίζει την κρισιμότητα της παραγωγής ηπαρίνης στην Ελλάδα, τονίζοντας ότι θα εξασφαλίσει την πρόσβαση των ασθενών σε αυτήν τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς.
Κυρία Γρουζή, πρόσφατα ανακοινώθηκε η παραγωγή μεγάλης ποσότητας ηπαρίνης μέσω της συνεργασίας της ΒΙΑΝΕΞ με την εταιρεία LEO. Ποια είναι η σημασία αυτής της παραγωγής για τη χώρα μας, δεδομένου ότι βιώσαμε ελλείψεις;
Πιστεύω ότι αυτή η συνεργασία είναι ένα σημαντικό βήμα προς τη διασφάλιση της πρόσβασης σε ένα κρίσιμο φάρμακο, επιτρέποντας στους ασθενείς στην Ελλάδα και άλλες χώρες να συνεχίσουν να απολαμβάνουν τα θεραπευτικά του οφέλη. Επιπλέον, υποστηρίζει τη φαρμακευτική στρατηγική της ΕΕ που επιδιώκει την παραγωγή βασικών φαρμάκων εντός Ευρώπης, ώστε να διασφαλιστεί η άμεση διαθεσιμότητά τους. Επίσης, πρόκειται για ένα πρότυπο συνεργασίας μεταξύ ελληνικών και πολυεθνικών φαρμακοβιομηχανιών, που δείχνει την εμπιστοσύνη προς τη δυνατότητα και την τεχνογνωσία της ελληνικής παραγωγής.
Η ηπαρίνη είναι ένα βιολογικό προϊόν που προέρχεται από τον εντερικό βλενογόνο του χοίρου. Η παγκόσμια παραγωγή της αντιμετωπίζει προκλήσεις, με συνεχείς ανάγκες που δεν καλύπτονται πάντα. Όπως αναφέρατε για τις ελλείψεις, αυτές δεν αφορούν μόνο την Ελλάδα αλλά και πολλές άλλες χώρες λόγω της περίπλοκης και χρονοβόρας διαδικασίας παραγωγής, που μπορεί να επηρεαστεί από εξωγενείς παράγοντες όπως η Αφρικανική Πανώλη των Χοίρων. Αυτό οδήγησε σε μείωση του πληθυσμού των χοίρων και σε επικίνδυνη ανεπάρκεια πρώτης ύλης, ειδικά κατά την περίοδο αυξημένης ζήτησης λόγω της πανδημίας COVID-19, όταν η επιστημονική κοινότητα πρότεινε τη χρήση αντιπηκτικών για θρομβοπροφύλαξη σε νοσηλευόμενους ασθενείς.
Ποια είναι η σημασία της ηπαρίνης στην κλινική πρακτική;
Η ηπαρίνη είναι θεμελιώδης για την πρόληψη και θεραπεία επικίνδυνων θρόμβων αίματος, χρησιμοποιούμενη σε διάφορες ιατρικές καταστάσεις, όπως καρδιοπάθειες, επιδράσεις ΜΕΘ, αιμοκάθαρση, καρκίνο και χειρουργικές επεμβάσεις. Η αποτελεσματικότητα και ασφάλειά της την καθιστούν αναγκαία στη σύγχρονη ιατρική, με ενδείξεις όπως η πρόληψη φλεβικής θρομβοεμβολής και η μηχανική υποστήριξη της κυκλοφορίας. Επίσης, παραμένει κρίσιμη για ειδικές περιπτώσεις όπως εγκυμοσύνες, όπου άλλες κατηγορίες αντιπηκτικών μπορεί να αντενδείκνυνται.
Η εξέλιξή της από τη μη κλασματοποιημένη ηπαρίνη στις ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους ενίσχυσε την ασφάλεια και ευκολία της, εδραιώνοντας τη θέση της στη σύγχρονη υγειονομική περίθαλψη.
Ποια είναι η ιστορία της ηπαρίνης στην κλινική πρακτική;
Η ηπαρίνη είναι το παλαιότερο αντιπηκτικό που επαναστατήσε τη θεραπεία της θρόμβωσης. Ανακαλύφθηκε το 1916 από τον William Henry Howell και χρησιμοποιήθηκε κλινικά τη δεκαετία του 1940, διαδραματίζοντας καθοριστικό ρόλο τα τελευταία οκτώ δεκαετίες. Ονοματίστηκε από την ελληνική λέξη “ήπαρ”. Το 1922, ο Howell παρουσίασε τη διαδικασία απομόνωσής της, ενώ 15 χρόνια αργότερα ο Charles Herbert Best παρήγαγε καθαρή μορφή της. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Best, μαζί με τον Banting, κέρδισε το Νόμπελ Φυσιολογίας το 1923 για την ανακάλυψη της ινσουλίνης. Όπως είχε δηλώσει, η ηπαρίνη είναι εξίσου σημαντική για τη θρόμβωση όσο η ινσουλίνη για τον διαβήτη.
Η ηπαρίνη δρα στον μηχανισμό πήξης του αίματος και συνεργάζεται με την αντιθρομβίνη για την αναστολή των παραγόντων πήξης, με κύριους την θρομβίνη και τον παράγοντα Xa.
Πώς χορηγείται;
Η ηπαρίνη χορηγείται ενδοφλεβίως και υποδορίως. Μετά από συνεχείς εγχύσεις έχει μικρό χρόνο ημίσεως, γεγονός που είναι χρήσιμο κατά την αιμορραγία. Χρησιμοποιείται επίσης για τη διατήρηση της βατότητας κεντρικών γραμμών και σε κυκλώματα εξωσωματικής κυκλοφορίας. Οι ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους, που εισήχθηκαν τη δεκαετία του 1980, έχουν επαναστατήσει τις θεραπείες για θρομβοεμβολές.
Θα θέλατε να προσθέσετε κάτι άλλο;
Όχι, παρά μόνο να επισημάνω ότι οι ηπαρίνες είναι ουσιαστικό κομμάτι της σύγχρονης ιατρικής. Χρησιμοποιούνται σε απλές όσο και σε κρίσιμες καταστάσεις. Σύμφωνα με διεθνή δεδομένα, η σημασία τους θα συνεχίσει να αυξάνεται. Είναι απαραίτητο να διασφαλιστούν ασφαλείς και ποιοτικές πηγές αυτού του ζωτικού φαρμάκου.