Ο Τζορτζ Φίσερ Μπέικερ είναι άνθρωπος ελάχιστης φλυαρίας. Η δουλειά του μιλάει από μόνη της. Θεωρείται ο «πρύτανης των Αμερικανικών τραπεζών», ο πιο ισχυρός και ταυτόχρονα σιωπηλός παράγοντας του αμερικανικού καπιταλισμού.
Η δημόσια σφαίρα και τα ΜΜΕ δεν μπορούν να τον προσεγγίσουν. Μέχρι τα 82 του χρόνια, δεν έχει παραχωρήσει καμία συνέντευξη. Όταν τελικά μιλά, το κάνει με οικονομία, σαν να χαρίζει εύνοια — όχι πληροφορίες.
Από την τράπεζα στον στρατό
Γεννήθηκε το 1840 στο Τρόι της Νέας Υόρκης. Ως γιος παπουτσή και πολιτικού από τους Whigs, έμαθε νωρίς για την αξία της τάξης, της σκληρής δουλειάς και του να κρατάς το στόμα σου κλειστό.
Στα 16 του χρόνια, εργάζεται ως βοηθός στο Τραπεζικό Τμήμα της Πολιτείας της Νέας Υόρκης. Δεν θα παρακολουθήσει σπουδές, καθώς δεν τις χρειάζεται. Όταν ξεσπά ο Εμφύλιος Πόλεμος, εντάσσεται στο 18ο Σύνταγμα της Μασαχουσέτης και φτάνει μέχρι τον βαθμό του υπασπιστή.
Από ταμίας σε διευθυντή της Citibank
Το 1863, χρονιά που θεσπίζεται ο εθνικός τραπεζικός νόμος, ο Μπέικερ, σε συνεργασία με τον μέντορά του Τζον Τόμπσον και τους γιους του, ιδρύει την First National Bank of New York City — την πρώτη εθνική τράπεζα της πόλης, η οποία θα εξελιχθεί στη σημερινή Citibank.
Αρχίζει ως απλός ταμίας, αλλά μέχρι τα 25 του, αναλαμβάνει τη διοίκηση. Μέχρι τα 37, γίνεται πρόεδρος, και μέχρι το 1909 που αποχωρεί, έχει καταστήσει την τράπεζα πυλώνα του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Η σκιά πίσω από την αυτοκρατορία του Τζέι Πι Μόργκαν
Ο Μπέικερ δεν είναι απλώς τραπεζίτης· είναι η άγνωστη δύναμη πίσω από τον καπιταλιστικό γίγαντα των Η.Π.Α.. Κατέχει 20.000 μετοχές της τράπεζας, αξίας 20 εκατομμυρίων δολαρίων — μια εξωπραγματική ποσότητα για την εποχή. Είναι ο μεγαλύτερος μεμονωμένος μέτοχος της U.S. Steel.
Ελέγχει σχεδόν ολόκληρη τη Central Railroad of New Jersey και συμμετέχει σε 22 διοικητικά συμβούλια, επιβλέποντας αυτοκρατορίες με συνολικά περιουσιακά στοιχεία 7,27 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Οι εφημερίδες τον αποκαλούν «πλουσιότερο και ισχυρότερο από τον Μόργκαν». Ο Τύπος εκείνης της εποχής βλέπει σ’ αυτόν έναν άνθρωπο που, χωρίς ποτέ να φωνάζει, ενσωματώνει σιδηροδρόμους, βιομηχανίες και χρηματοπιστωτικούς θεσμούς.
Στην πραγματικότητα, είναι το αθόρυβο alter ego της δυναστείας Μόργκαν, συμμετέχοντας στις σημαντικές συγχωνεύσεις του τέλους του 19ου αιώνα, στην αμερικανική υπερδομή του trust, και στα θεμέλια μεγάλων εταιρειών όπως η General Electric, η AT&T και η U.S. Steel. Παρά τη σιωπή του, είναι πανταχού παρών.

Η φιλανθρωπία ενός αόρατου μεγιστάνα
Ωστόσο, πίσω από αυτή τη σιωπή κρύβεται ένας απρόσμενος φιλάνθρωπος. Δωρίζει 5 εκατομμύρια δολάρια στο Χάρβαρντ για να ιδρυθεί η Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων.
Κατασκευάζει τη Βιβλιοθήκη Μπέικερ στο Ντάρτμουθ, χρηματοδοτεί το Χημικό Εργαστήριο στο Κορνέλ και το Baker Field στο Κολούμπια. Ενισχύει το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης και τον Ερυθρό Σταυρό, όχι για αναγνώριση — αλλά επειδή το θεωρεί καθήκον του.
Το τέλος
Κατοικεί στη Madison Avenue, περνά τα καλοκαίρια του στο Τάξιντο Παρκ και στο Jekyll Island. Δεν συμμετέχει σε γκαλά και δεν σκορπά τη δημοσιότητα.
Πεθαίνει στις 2 Μαΐου 1931, σε ηλικία 91 ετών, αφήνοντας πίσω του περιουσία 100 εκατομμυρίων δολαρίων — από τα μεγαλύτερα ιδιωτικά χαρτοφυλάκια στην Αμερική. Μόνο ο Ροκφέλερ και ο Φορντ τον ξεπερνούν. Ωστόσο, το όνομά του παραμένει άγνωστο για τον μέσο Αμερικανό.
Ο Μπέικερ ποτέ δεν αναζητά αναγνώριση. Η εποχή του διαδραματίζεται στα παρασκήνια. Η δύναμή του είναι σιωπηλή και το όνομά του, παράδοξα, διακριτικό — όπως και η ζωή του.