Σήμερα, το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της ΕΕ υιοθέτησε ομόφωνα τον Κανονισμό Δράσης για την Ασφάλεια στην Ευρώπη (SAFE).
Διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι διάφορες γνώμες και ανακοινώσεις που έχουν κυκλοφορήσει σχετικά με τον Κανονισμό δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Ακολουθούν ορισμένες ανακρίβειες:
1. Ο Κανονισμός ανοίγει το δρόμο για μόνιμη συμμετοχή τρίτων χωρών στα εξοπλιστικά προγράμματα της ΕΕ. Αυτή η δήλωση είναι λανθασμένη, καθώς ο Κανονισμός αφορά ένα συγκεκριμένο χρηματοδοτικό πρόγραμμα για περιορισμένη τετραετή διάρκεια.
2. Η Ελλάδα θα μπορούσε να μπλοκάρει την υιοθέτηση του Κανονισμού. Αυτό είναι ανακριβές: Ο Κανονισμός υιοθετήθηκε με ειδική πλειοψηφία, με τις ψήφους 26 από τα 27 κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου.
3. Η Ελλάδα δεν κατάφερε να περάσει ουσιαστικές βελτιώσεις στο σχέδιο Κανονισμού. Αυτό δεν ισχύει, καθώς τα υπόλοιπα κράτη μέλη υποστήριζαν την αρχική εκδοχή του Κανονισμού προτού προταθούν οι ελληνικές βελτιώσεις. Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα εξασφάλισε ισχυρές νομικές διατάξεις για τις προϋποθέσεις συμμετοχής χωρών υποψηφίων για ένταξη.
4. Η Ελλάδα δεν θα έχει λόγο σε μελλοντικές συμφωνίες ΕΕ-τρίτης χώρας λόγω αυτόματης συμμετοχής των τρίτων χωρών στο SAFE μετά την ψήφιση του Κανονισμού. Αυτό είναι πάλι αναληθές: Ο Κανονισμός καθορίζει το γενικό πλαίσιο και απαιτούνται διμερείς συμφωνίες με τις τρίτες χώρες, εφόσον πληρούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις. Υπό ελληνική παρέμβαση, απαιτείται ομοφωνία για την υπογραφή κάθε τέτοιας διμερούς συμφωνίας, σύμφωνα με το άρθρο 212 ΣΛΕΕ και το άρθρο 218 ΣΛΕΕ, όπως επισημαίνεται στην αιτιολογική σκέψη 23 του Κανονισμού.
5. Η Ελλάδα δεν πρόβλεψε την προστασία των εθνικών της συμφερόντων στη συμμετοχή τρίτων χωρών. Αυτό είναι λανθασμένο: Η Ελλάδα εξασφάλισε ότι στο άρθρο 16 του Κανονισμού SAFE αναφέρεται η συνεκτίμηση των συμφερόντων ασφαλείας της ΕΕ και των κρατών-μελών κατά την αξιολόγηση εταιρειών από τρίτες χώρες.
Συμπερασματικά, ο Κανονισμός απαιτεί τόσο ομοφωνία όσο και λήψη υπόψη των εθνικών συμφερόντων ασφαλείας. Τα περίπλοκα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής χρήζουν σοβαρής και σε βάθος ανάλυσης και δεν πρέπει να ερμηνεύονται επιφανειακά για πολιτικές σκοπιμότητες. Απαιτείται σοβαρότητα ανάλογη με τη βαρύτητα των θεμάτων.