Αμερικανικό δικαστήριο αποφάσισε την Τετάρτη ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, δεν έχει τη δικαιοδοσία να εφαρμόσει τη δασμολογική του πολιτική, ακυρώνοντας τους «ανταποδοτικούς» δασμούς τουλάχιστον 10%.
Η απόφαση του δικαστηρίου, που εστιάζει σε διεθνές εμπόριο, υποστηρίζει ότι μόνον το Κογκρέσο έχει τη δυνατότητα να αποφασίζει για τέτοιου είδους μέτρα.
Η επιτροπή του Δικαστηρίου για το Διεθνές Εμπόριο των ΗΠΑ κατέληξε ομόφωνα στην απόφαση να ακυρώσει τους δασμούς που είχε επιβάλει η κυβέρνηση Τραμπ.
Η απόφαση αποκλείει οριστικά τους δασμούς, εκτός αν το εφετείο επιτρέψει στον Τραμπ να τους ξαναθέσει σε εφαρμογή κατά τη διάρκεια της νομικής διαδικασίας. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης έχει ήδη καταθέσει έφεση.
Σύμφωνα με το Bloomberg, η απόφαση αφορά τους ενιαίους ανταποδοτικούς δασμούς του Τραμπ, τους αυξημένους δασμούς κατα της Κίνας και άλλων χωρών, καθώς και τους δασμούς που σχετίζονται με τη φαιντανύλη στην Κίνα, τον Καναδά και το Μεξικό. Άλλοι δασμοί, όπως οι δασμοί που προκύπτουν από τον νόμο 232 και 301, παραμένουν ανέγγιχτοι και περιλαμβάνουν δασμούς στον χάλυβα, το αλουμίνιο και τα αυτοκίνητα.
Το δικαστήριο έδωσε δέκα ημέρες στην αμερικανική κυβέρνηση για να εφαρμόσει την απόφαση αλλά δεν καθόρισε συγκεκριμένα βήματα για την άρση των δασμών.
Η απόφαση έρχεται σε μια περίοδο που συνεχίζονται οι εμπορικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της κυβέρνησης και διαφόρων χωρών. Την Παρασκευή, ο Τραμπ απείλησε με νέους δασμούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά υποχώρησε το Σαββατοκύριακο αναβάλλοντας τους μέχρι τις 9 Ιουλίου.
«Υπέρβαση εξουσίας»
Σύμφωνα με το αμερικανικό δικαστήριο, ο πρόεδρος δεν μπορεί να επικαλείται τον νόμο περί έκτακτης οικονομικής ανάγκης του 1977 –όπως έκανε ο Τραμπ– για να δικαιολογήσει τη χρήση εκτελεστικών διαταγμάτων σχετικά με την επιβολή δασμών, προκειμένου να «επιβάλλει απεριόριστους επιπλέον δασμούς σε αγαθά από σχεδόν όλες τις χώρες», όπως αναφέρεται σε απόφαση 49 σελίδων, την οποία αναφέρουν το Γαλλικό και το Γερμανικό Πρακτορείο.
Οι δικαστές σημειώνουν ότι τα εκτελεστικά διατάγματα της 2ης Απριλίου, που επιβάλουν τουλάχιστον 10% δασμούς σε όλα τα εισαγόμενα προϊόντα και μέχρι 50% ανάλογα με τη χώρα, «υπερβαίνουν τις εκχωρηθείσες εξουσίες στον πρόεδρο σύμφωνα με το νόμο IEEPA (που επιτρέπει δράσεις σε περιπτώσεις έκτακτης οικονομικής ανάγκης) για τη ρύθμιση των εισαγωγών μέσω δασμών».
Στη γνωμοδότηση που συνοδεύει την απόφαση, ένα από τα μέλη του δικαστηρίου επισημαίνει ότι η παραχώρηση «απεριόριστης» εξουσίας στον πρόεδρο αναφορικά με τους δασμούς παραβιάζει τη δυνατότητα της νομοθετικής εξουσίας, δίνοντάς την στην εκτελεστική, κάτι που είναι αντίθετο στο Σύνταγμα των ΗΠΑ.
Ο νόμος IEEPA επιτρέπει στον πρόεδρο να λαμβάνει «απαραίτητα οικονομικά μέτρα» ή να επιβάλλει κυρώσεις για «την αντιμετώπιση ‘εξαιρετικής και ασυνήθιστης’ απειλής», όπως εξηγεί το δικαστήριο.
Αντίδραση από τον Λευκό Οίκο
Ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Κους Ντεσάι, σχολίασε την απόφαση, επισημαίνοντας την αντίθεσή του στους «μη εκλεγμένους δικαστές» που δεν έχουν το δικαίωμα να αποφασίζουν για την αντιμετώπιση εθνικών εκτάκτων αναγκών.
«Ο πρόεδρος Τραμπ δεσμεύτηκε να θέσει την Αμερική πρώτη, και η κυβέρνηση θα χρησιμοποιήσει όλους τους διαθέσιμους πόρους της εκτελεστικής εξουσίας για να ανταπεξέλθει στην κρίση και να αποκαταστήσει τη δύναμη της Αμερικής», δήλωσε.
Επεσήμανε ότι η αμοιβαία μεταχείριση που δέχεται οι Ηνωμένες Πολιτείες από ξένες χώρες έχει επιφέρει τα ιστορικά και διαρκή εμπορικά ελλείμματα της Αμερικής, γεγονός που έχει δημιουργήσει μια εθνική έκτακτη ανάγκη που έχει πλήξει τις τοπικές κοινότητες και έχει αποδυναμώσει τη βιομηχανία μας στον τομέα της άμυνας — γεγονός που δεν αμφισβήτησε το δικαστήριο. «Δεν είναι δουλειά των μη εκλεγμένων δικαστών να αποφασίζουν πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί μια εθνική έκτακτη ανάγκη».