Αυτό το άρθρο στοχεύει να αποκαλύψει το υπάρχον σύστημα που: 1) κατάσχει μετρητά από λογαριασμούς οφειλετών με ληξιπρόθεσμα χρέη, 2) ταυτόχρονα διατηρεί τα κατασχεμένα στους λογαριασμούς ιδιωτικών τραπεζών, 3) αρνείται να συμψηφίσει αυτά τα ποσά με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, και 4) εμποδίζει στις περισσότερες περιπτώσεις τους οφειλέτες να μηδενίσουν το συνολικό τους χρέος, καθιστώντας τους ενήμερους.
Ο κανονικός άνθρωπος, που δεν έχει προσβληθεί από ψυχική ανικανότητα, κατανοεί ότι οι κατασχέσεις από τραπεζικούς λογαριασμούς για φορολογικές οφειλές σημαίνουν ότι τα κατασχεθέντα ποσά αφαιρούνται από τον λογαριασμό του οφειλέτη και πιστώνονται στην Εφορία για την εξόφληση των αντίστοιχων χρεών.
Ο οφειλέτης στην ιστορία μας κοιτάζει το TAXIS του και βλέπει ότι το συνολικό ποσό οφειλής του είναι 2.195€ την 1η Ιουνίου 2025. Ταυτόχρονα, παρατηρεί ότι 2.211€ έχουν κατασχεθεί από τον τραπεζικό του λογαριασμό. Δεν είναι λογικό να ζητήσει συμψηφισμό και να εξοφλήσει το σύνολο των οφειλών του, καθώς θα μπορούσε να επανέλθει ως ενήμερος πολίτης;
Όμως, αυτό δεν συμβαίνει. Σε δύο διαδοχικά άρθρα μας στις 27 Μαρτίου 2025 και 17 Μαΐου 2025, παρέχουμε αναλυτικά στοιχεία ότι αυτός ο συμψηφισμός των κατασχεμένων ποσών και των ληξιπρόθεσμων οφειλών είναι αδύνατος.
Πολύ περισσότερο, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί το κατασχεμένο ποσό για την εξόφληση της συνολικής οφειλής, παρά την επιθυμία του οφειλέτη να μηδενίσει το χρέος του πριν υποβάλει την φορολογική του δήλωση για το 2025 (χρήση 2024).
Ποιες δυνάμεις εμποδίζουν την άμεση εισροή 2-4 δισεκατομμυρίων στα κρατικά ταμεία, ενώ αυτά τα ποσά είναι καταχωρημένα ως καταθέσεις στις ιδιωτικές τράπεζες αντί να βρίσκονται στο Δημόσιο;
Ο Καλόπιστος Άνθρωπος διερωτάται
– Πώς δεν εισπράττονται 2-4 δισ. με το πάτημα ενός κουμπιού, ενώ απαιτούνται νέοι ψηφιακοί μηχανισμοί για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής;
– Ποια κυβέρνηση θέλει να αποφύγει το πολιτικό κόστος που συνεπάγεται η αδυναμία χρήσης των κατασχεμένων για την εξόφληση των οφειλών; (α) Μη δυνατότητα χρήσης των κατασχεμένων για τις οφειλές, (β) Μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος επιβίωσης των φυσικών προσώπων λόγω κατασχέσεων, (γ) Συνεχιζόμενη αύξηση των χρεών λόγω αδυναμίας εξυπηρέτησης των οφειλών.
Ο άσκοπος αυτός κύκλος προκαλεί την κοινωνία να ρίξει την ευθύνη στην κυβέρνηση, και προσωπικά στον Πρωθυπουργό, καθώς πολλοί αισθάνονται ότι διώκονται άδικα.
Η κοινωνία συνειδητοποιεί ότι τα κατασχεμένα μετρητά είναι στην πραγματικότητα «μπλοκαρισμένα» σε τραπεζικούς λογαριασμούς, ερμηνεύοντας αυτήν την κατάσταση ως σχετική ενίσχυση των ιδιωτικών τραπεζών. Άσχετα αν αυτή είναι θεωρία συνωμοσίας ή απλή αμέλεια, το αποτέλεσμα είναι λιγότερο φαγητό στο τραπέζι και περικοπές σε λογαριασμούς, ενώ το πολιτικό κόστος αυξάνεται μαζί με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Με το πάτημα ενός κουμπιού
Η κοινωνία κατανοεί ότι η τεχνητή αύξηση των χρεών προς την εφορία μέσω προσαυξήσεων και τελών, ενώ θα μπορούσε να αποφεύγεται με το πάτημα ενός κουμπιού, απομακρύνει τον φορολογούμενο από την έγκαιρη εξόφληση των οφειλών του. Υπομονή, επιμονή και πίστη είναι αναγκαία.
Στην εμπειρία μου, όταν ο Νομάρχης ήταν Υπουργός και όχι γραφειοκρατικός υπάλληλος, το βαθύ κράτος συνέχιζε να υφίσταται, επειδή η διοίκηση εφαρμόζει το νόμο και δεν τον διαμορφώνει.
Εάν το σύστημα δεν αλλάξει σε κανονιστικό επίπεδο, θα συνεχίσει να δρά με αντιφατικό τρόπο προς τις εντολές των πολιτικών προϊσταμένων και θα αναπαράγει τα λάθος αποτελέσματα.
Ο Κ. Πιερρακάκης έκλεισε το ετήσιο συνέδριο του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας στις 5 Μαΐου 2025 με αισιόδοξα μηνύματα σχετικά με την πρόθεση του Υπουργείου να εξαλείψει τις αβελτηρίες και το βαθύ κράτος.
Ωστόσο, το βαθύ κράτος συνεχίζει να υπάρχει, πιστεύοντας ότι οι μελέτες και άρθρα θα ξεχνιούνται στην καθημερινότητα, αφήνοντάς το ανενόχλητο να ταλαιπωρεί τους πολίτες και να αντιστρατεύεται την κυβέρνηση.
Ωστόσο, σε αυτή τη φάση, υπάρχουν άνθρωποι και φορείς που δεν θα σταματήσουν μέχρι να εξαλειφθεί το σύστημα που βλάπτει την κοινωνία και αντιβαίνει την δημόσια βούληση της κυβέρνησης.
Κύριε Πιερρακάκη, αναλάβετε δράση με σθένος.
*Ο Ανδρέας Αθηναίος είναι Καθηγητής Πανεπιστημίου – μέλος της American Association of University Professors (1977) – και πρώην Νομάρχης.