Η κατάσταση ήταν προφανής: Ολόκληρος ο κόσμος είχε ήδη αντιληφθεί ότι το Ισραήλ, αφού εξουδετέρωσε τη Χαμάς, τη Χεζμπολάχ και τους περισσότερους άλλους «αντιπροσώπους» της Τεχεράνης στην περιοχή, θα στοχεύσει στο «κέντρο» — το Ιράν.
Ωστόσο, προκύπτουν ερωτήματα, όπως αναφέρει ο Ισραηλινός αναλυτής Αμίρ Τιμπόν: Ποια είναι η πραγματική ζημιά που υπέστη το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν; Πώς θα εμπλακούν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε αυτήν την επιχείρηση; Πώς θα επηρεάσουν όλα αυτά τον πόλεμο στη Γάζα, τον Λίβανο και την Υεμένη; Επίσης, πώς συνδέονται με τις προσπάθειες του προέδρου Τραμπ για την επαναφορά των Συμφωνιών του Αβραάμ, προκειμένου να αποκατασταθούν οι σχέσεις του Ισραήλ με τις αραβικές χώρες του Κόλπου;
Βάσει επιβεβαιωμένων στοιχείων, το Ισραήλ έχει ήδη εξαλείψει αρκετούς υψηλόβαθμους Ιρανούς στρατιωτικούς διοικητές, περίπου 13 πυρηνικούς επιστήμονες και ανώτερα στελέχη που συμμετείχαν στην πορεία του Ιράν για την απόκτηση πυρηνικών όπλων, καταστρέφοντας ταυτόχρονα όλα τα εναπομείναντα συστήματα αεράμυνας της χώρας.
Η έκταση της ζημιάς στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Νατάνζ και το Φόρντο, που βρίσκονται σε βάθος 800 μέτρων, παραμένει αδιευκρίνιστη. Ίσως το Ισραήλ να ζητήσει από τις ΗΠΑ μια περιορισμένη προμήθεια της τρομακτικής βόμβας GBU-57 MOP (Massive Ordnance Penetrator), του μοναδικού όπλου που μπορεί να διεισδύσει σε εκατοντάδες μέτρα ενισχυμένου σκυροδέματος, στα υπόγεια καταφύγια.
Η ιρανική απάντηση ξεκίνησε λίγες ώρες μετά την αρχική επίθεση του Ισραήλ, με την εκτόξευση εκατοντάδων drones και βαλλιστικών πυραύλων — και περίπου το 20% κατάφεραν να παρακάμψουν τον Σιδερένιο Θόλο.
Ισραηλινοί δημοσιογράφοι που συνομιλήσαμε εκτιμούν ότι η ιρανική ηγεσία, φοβούμενη τις συνέπειες της αδυναμίας της, θα απαντήσει πιο δυναμικά από ό,τι αναμενόταν. «Αυτό σηματοδοτεί το τέλος κάθε πιθανότητας περιορισμού της σύγκρουσης», τονίζουν οι πηγές, προσθέτοντας ότι ο πρωθυπουργός Νετανιάχου προειδοποιεί την Τεχεράνη: «Δεν έχετε δει τίποτα ακόμη».
Ο Ζβι Μπάρελ, δημοσιογράφος της Haaretz, εκτιμά ότι η ισραηλινή επίθεση θα είναι πολυδιάστατη, με πολλαπλούς στόχους: την καταστροφή του στρατιωτικού δυναμικού του ισλαμικού καθεστώτος, την πλήρη εξαφάνιση των πυρηνικών δυνατοτήτων, την αποδυνάμωση των επιλογών αντίδρασης του Ιράν, και την πρόκληση ψυχολογικού σοκ, που ίσως οδηγήσει σε πολιτική εξέγερση πού θα θεσπίσει την κατάρρευση του καθεστώτος της Ισλαμικής Δημοκρατίας.
Εντούτοις, πρέπει να σημειωθεί ότι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν έχει αναπτυχθεί εδώ και δεκαετίες και δεν στηρίζεται μόνο σε μία ομάδα επιστημόνων. Ομοίως, οι Φρουροί της Επανάστασης και ο στρατός δεν εξαρτώνται αποκλειστικά από έναν περιορισμένο αριθμό υψηλόβαθμων ηγητόρων, οι οποίοι εάν εξοντωθούν θα κατέρρευσαν τα στρατιωτικά ή πυρηνικά τους προγράμματα. Οι ανώτεροι αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένων του αρχηγού του επιτελείου Μοχάμεντ Μπαγκέρι και του διοικητή των Φρουρών Χοσεΐν Σαλαμί, έχουν ήδη αντικατασταθεί από νέους ηγέτες.
Οποιεσδήποτε σημαντικές ζημιές στις πυρηνικές εγκαταστάσεις μπορεί να καθυστερήσουν την ανάπτυξη του προγράμματος, αλλά δεν θα αποτρέψουν το Ιράν από το να γίνει πυρηνικό κράτος ή να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Αυτή η επιθυμία, υποτίθεται ότι θα είχε «παγώσει» με τη συμφωνία του 2015. Ωστόσο, ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας μόλις πριν την ισραηλινή επίθεση παραδέχθηκε για πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια ότι το Ιράν δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων, παρέχοντας έτσι ένα είδος πράσινου φωτός για τις ισραηλινές επιθέσεις.
Ԙε ενημερώσεις από τον Νετανιάχου, σχετικά με την ελπίδα να χρησιμοποιήσει τις βόμβες για την υποστήριξη της ανατροπής του θεοκρατικού καθεστώτος της Τεχεράνης, αξίζει να τονιστεί ότι η εξαγωγή «φιλελεύθερης δημοκρατίας» ή η προσπάθεια επιρροής στο πολιτικό και πολιτιστικό μέλλον ενός κράτους είναι συχνά αβέβαιη και επικίνδυνη, ανεξαρτήτως ηθικών παραμέτρων. Οι ιστορικές περιπτώσεις είναι πολλές φορές αποτυχίες – ακόμη και οι ΗΠΑ ηττήθηκαν όταν προσπάθησαν να επιβάλουν δημοκρατία μέσω στρατιωτικών παρεμβάσεων.
Στην περίπτωση του Ιράν, οι θρησκευτικές πεποιθήσεις είναι τόσο στερεωμένες στην κοινωνία, που η πλειοψηφία δεν θα αντιδρούσε σε οποιαδήποτε προσπάθεια πολιτικής αντίστασης.
Το Ισραήλ δεν έχει αποτύχει σε όλα τα μέτωπα
Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν ότι ο Ισραηλινο-ιρανικός πόλεμος θα συνεχιστεί για καιρό και αναφέρουν ότι η σύγκρουση στη Γάζα και στις γειτονικές χώρες έχει διαρκέσει σχεδόν δύο χρόνια χωρίς να έχει καταλήξει σε πλήρη στρατιωτική νίκη για το Ισραήλ. «Υπάρχει μια συγκριτική βάση: η νίκη κατά τη διάρκεια του Πολέμου των Έξι Ημερών του ’67. Τότε, το Ισραήλ επιτέθηκε στην Αίγυπτο, τη Συρία, την Ιορδανία και τον Λίβανο, αλλά τερμάτισε τη σύγκρουση σε λίγες ημέρες. Αντίθετα, η σύγκρουση στη Γάζα συνεχίζεται εδώ και 20 μήνες, ενώ στον Λίβανο, η εκεχειρία δεν έχει αφαιρέσει την παρουσία της Χεζμπολάχ από το Νότο ή το πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Η κατάσταση είναι παρόμοια και στην Υεμένη, με τους φιλοϊρανικούς Χούθι να δέχονται βομβαρδισμούς από Ισραηλινούς, Αμερικανούς και Βρετανούς για μήνες, χωρίς να μπορεί να γίνει λόγος για νίκη στο πεδίο της μάχης. Η κυβέρνηση Τραμπ αναγκάστηκε επίσης να ζητήσει νέα κονδύλια από το Κογκρέσο για να υποστηρίξει την αναγκαία εφοδο των πολεμικών πλοίων και αεροσκαφών στην περιοχή.
Στη Συρία, η κατάσταση άλλαξε με την ανατροπή του Άσαντ, ο οποίος ήταν σύμμαχος του Ιράν, αλλά με υψηλό κόστος: την άνοδο ισλαμιστών που μόλις πριν από λίγες εβδομάδες ήταν σε μαύρη λίστα διεθνούς τρομοκρατίας.
Επαναληπτικές διαπραγματεύσεις;
Αμερικανοί και Ισραηλινοί φαίνονται ακόμη σίγουροι για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων, τουλάχιστον σε επίπεδο δηλώσεων. Ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσε ότι «ελπίζει το Ιράν να επιστρέψει αμέσως στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».
Ωστόσο, αυτή τη στιγμή εφαρμόζεται μια σχεδόν αποικιακή πολιτική και στρατηγική που συνδυάζει την ένοπλη ισχύ με την επιβολή ήδη καθορισμένων και μη συμφωνηθέντων συμφωνιών. Μια μέθοδος που έχει ήδη δοκιμαστεί στη Γάζα, αλλά το Ιράν δεν είναι Χαμάς.
Φυσικά, το Ιράν έχει μια νέα πολιτική ηγεσία υπό τον πρόεδρο Μασούντ Πεζεσκιάν, ο οποίος, αν και συντηρητικός, έχει πιο ανοιχτό βλέμμα για τις διεθνείς σχέσεις σε σχέση με τους προκατόχους του. Επανέφερε το Ιράν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αλλά οι ισραηλινές επιθέσεις πιθανώς θα ενισχύσουν τις πιο ακραίες φωνές στην ιρανική ηγεσία, οι οποίες αντιτίθενται σε κάθε ενδεχόμενο διαλόγου.
Όπως αναφέρουν δημοσιογράφοι στην Ιερουσαλήμ, «η επίθεση στο Ιράν κινδυνεύει να ενώσει ένα έθνος γύρω από μια εντελώς ακραία και συντηρητική ηγεσία της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Η χρήση στρατιωτικών μέσων για την επίτευξη συμφωνιών που θα οδηγήσουν στην επιθυμητή από το Ισραήλ κατεύθυνση, δημιουργεί συχνά νέα και σοβαρά προβλήματα».
Live – Όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό