Οι αμερικανικές αρχές ζήτησαν την Τετάρτη την απόσυρση των ποινικών διώξεων κατά ενός 24χρονου μετανάστη, τον οποίο η κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ είχε αναδείξει ως «ηγέτη» της διάσημης συμμορίας MS-13. Αυτή η κίνηση εγείρει ερωτήματα σχετικά με τον χειρισμό της υπόθεσης και τη στρατηγική της Ουάσινγκτον στο θέμα της μετανάστευσης.
Ο νεαρός συνελήφθη στα τέλη Μαρτίου και αντιμετώπιζε κατηγορία για παράνομη οπλοκατοχή, καθώς βρισκόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες χωρίς νόμιμο καθεστώς. Μετά τη σύλληψή του, ένα ομοσπονδιακό δικαστήριο στη Βιρτζίνια αποφάσισε την προφυλάκισή του μέχρι την προγραμματισμένη ακρόαση της υπόθεσης της 1ης Απριλίου. Παρ’ όλα αυτά, η υπόθεση πήρε μία αναπάντεχη στροφή, όταν οι εισαγγελικές αρχές υπέβαλαν αίτημα να αποσύρουν τις διώξεις χωρίς να παρέχουν καμία εξήγηση στην επίσημη μονοσέλιδη πρότασή τους.
Ακόμα και μετά την απόσυρση των κατηγοριών, η υπουργός Δικαιοσύνης Πάμ Μπόντι διατήρησε σκληρή στάση, χαρακτηρίζοντας τον νεαρό «τρομοκράτη» και ανακοινώνοντας ότι η διαδικασία απέλασής του από τις ΗΠΑ έχει ήδη ξεκινήσει. Η Μπόντι εμφανίστηκε επίσης στο πλευρό του διευθυντή του FBI, Κας Πατέλ, ο οποίος στα τέλη Μαρτίου δήλωνε σε κοινή συνέντευξη Τύπου ότι ο νεαρός ήταν ένας από τους σημαντικούς ηγέτες της MS-13.
Η σύλληψη είχε εορτασθεί και από τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος μέσω του Truth Social δήλωσε ότι «οι αρχές έκαναν εξαιρετική δουλειά συλλαμβάνοντας έναν ηγέτη της MS-13 – μεγάλη υπόθεση!» Ο πρόεδρος έχει εστιάσει την πολιτική του στην καταπολέμηση της παράτυπης μετανάστευσης, αναφερόμενος επανειλημμένα σε «εισβολή εγκληματιών από το εξωτερικό» και υπογραμμίζοντας την ανάγκη για μαζικές απελάσεις.
Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής, ο Τραμπ επικαλέστηκε έναν νόμο του 18ου αιώνα σχετικά με τους «αλλοδαπούς εχθρούς» σε καιρό πολέμου, προκειμένου να απελάσει περισσότερους από 200 μετανάστες από το Σαλβαδόρ. Σύμφωνα με την κυβέρνησή του, οι απελαθέντες ανήκαν στη συμμορία Tren de Aragua, που ιδρύθηκε αρχικά στη Βενεζουέλα και σήμερα θεωρείται διεθνής εγκληματική οργάνωση. Οι μετανάστες οδηγήθηκαν σε φυλακή υψίστης ασφαλείας στο Σαλβαδόρ.
Η χρήση αυτού του νόμου από τον Αμερικανό πρόεδρο έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις. Πολλοί νομικοί κύκλοι θέτουν θέμα συνταγματικότητας, ενώ οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων καταγγέλλουν αυτήν την πρακτική ως σοβαρή παραβίαση των ελευθεριών και των δικαιωμάτων των μεταναστών.