Sure! Here’s a rewritten version of the content:
Του Ευάγγελου Αποστολάκη, βουλευτή Επικρατείας, πρώην υπουργού Εθνικής Άμυνας, επίτιμου αρχηγού ΓΕΕΘΑ
Η ΕΛΛΑΔΑ
Η Ελλάδα εισέρχεται σε μια νέα εποχή εξοπλιστικών προγραμμάτων που συνοδεύονται από επενδύσεις άνω των 25 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα, η Ευρωπαϊκή Ένωση ενεργοποιεί τα εργαλεία SAFE και ReArm Europe, με στόχο την ενίσχυση της αμυντικής της βιομηχανίας και τη στρατηγική της επάρκεια σε κρίσιμους τομείς.
Η σύμπτωση αυτών των εξελίξεων δεν είναι τυχαία. Αντιθέτως, αντικατοπτρίζει μια νέα ευρωπαϊκή πραγματικότητα όπου η άμυνα δεν είναι μόνο στρατιωτική υπόθεση αλλά και θέμα οικονομικής πολιτικής, βιομηχανικής στρατηγικής και θεσμικού σχεδιασμού.
Στο πλαίσιο αυτό, η συμμετοχή κάθε κράτους-μέλους αξιολογείται όχι μόνο με βάση τη ρητορική αλλά και από τις διαθέσιμες δομές και τις πολιτικές που θεσπίζει.
Η Ελλάδα έχει δηλώσει ότι επιδιώκει να εξασφαλίσει εγχώρια συμμετοχή 25% στα εξοπλιστικά της προγράμματα, ωστόσο αυτή η πρόβλεψη δεν έχει ακόμη νομική ισχύ. Δηλαδή, δεν ενσωματώνεται σε καμία νόμιμη διάταξη και δεν συνοδεύεται από μηχανισμό εφαρμογής, αφήνοντάς την ως μια απλή υπηρεσιακή οδηγία, υποκείμενη σε αλλαγές και χωρίς έλεγχο.
Με τον Νόμο 3978/2011, καταργήθηκαν όλες οι προηγούμενες ρυθμίσεις για αντισταθμιστικά ωφελήματα και εγχώρια προστιθέμενη αξία, με σκοπό την εξυγίανση του συστήματος και την καταπολέμηση φαινομένων αδιαφάνειας. Ωστόσο, είμαστε τώρα αντιμέτωποι με την πλήρη αποσύνδεση των εξοπλισμών από τη εγχώρια αμυντική βάση.
Η σημερινή κατάσταση επιβεβαιώνει αυτό το κενό, καθώς η ελληνική αμυντική βιομηχανία αποκλείεται από τα περισσότερα μεγάλα έργα. Η αντίφαση είναι προφανής: πώς μπορεί ένα κράτος να επενδύει δεκάδες δισεκατομμύρια στην άμυνα χωρίς να διασφαλίσει τη συμμετοχή της εγχώριας παραγωγής;
Η ελληνική αμυντική βιομηχανία διαθέτει υποδομές, εξειδίκευση και ανθρώπινο δυναμικό. Ειδικότερα, η ΕΑΒ, παρά τις τεράστιες τεχνικές δυνατότητές της, παρέχεται σε ξένες εταιρείες, όπως η πρόσφατη ανάθεση συντήρησης των C-130 σε πορτογαλική εταιρεία.
Παρά τις επανειλημμένες υποσχέσεις, η πρόσληψη προσωπικού παραμένει περιορισμένη, αφήνοντας κρίσιμες δυνατότητες ανεκμετάλλευτες. Τα ΕΑΣ, με σύγχρονες εγκαταστάσεις και μηχανήματα στα διάφορα σημεία, είτε παραχωρούνται είτε εγκαταλείπονται, αντί να εντάσσονται σε οργανωμένο σχέδιο.
Διοικητικά προβλήματα και αθέατα συμφέροντα εμποδίζουν μια βιώσιμη επανεκκίνηση του δημόσιου τομέα στην αμυντική παραγωγή, χωρίς φορολογικά ή επενδυτικά κίνητρα, χρηματοδοτικά εργαλεία και σύνδεση με την εθνική στρατηγική άμυνας.
Τα ευρωπαϊκά εργαλεία SAFE και ReArm Europe δε συνδέονται άμεσα με εγχώρια συμμετοχή, αλλά προτιμούν κράτη που διαθέτουν ένα καλοσχεδιασμένο θεσμικό πλαίσιο και παραγωγική ικανότητα, με σαφή στρατηγική ένταξης της εθνικής βιομηχανίας.
Η Ελλάδα, χωρίς νομική πρόβλεψη για το 25%, δείχνει λιγότερο αξιόπιστη και μνημονεύει λιγότερη ωριμότητα για ουσιαστική συμμετοχή. Η έλλειψη θεσμικής βάσης αποδυναμώνει τη διαπραγματευτική της θέση και μπορεί να δυσχεράνει την απορρόφηση ευρωπαϊκών πόρων.
Αν το 25% δεν επηρεαστεί θεσμικά, θα παραμείνει απλώς μια επιθυμία. Η υποχρεωτική ενσωμάτωσή του σε εξοπλιστικά προγράμματα πρέπει να είναι νομικά κατοχυρωμένη από τη Βουλή, ενταγμένη στις συμβάσεις και ελεγχόμενη από ανεξάρτητο μηχανισμό. Παράλληλα, απαιτείται πλήρης σχεδιασμός για την αξιοποίηση των δημόσιων και ιδιωτικών φορέων της αμυντικής παραγωγής.
Μόνο τότε η ελληνική βιομηχανία θα μπορέσει να σχεδιάσει, να διεκδικήσει και να παράγει.
Let me know if you need any further modifications!