Η εκδήλωση παρουσίασης των αποτελεσμάτων της ετήσιας έρευνας της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) για την Ελλάδα, “2024 EIB INVESTMENT SURVEY RESULTS GREECE”, αποκάλυψε την αυξανόμενη αισιοδοξία των ελληνικών επιχειρήσεων για τις επενδυτικές τους προοπτικές, καθώς και τις προκλήσεις που παραμένουν. Η εκδήλωση συνδιοργανώθηκε από το ΕΒΕΑ και την ΕΤΕπ.
Ο Πρόεδρος του ΕΒΕΑ, κ. Γιάννης Μπρατάκος, στην ομιλία του τόνισε την ανάγκη μετάβασης της ελληνικής οικονομίας σε ένα νέο και πιο ανθεκτικό παραγωγικό μοντέλο, εστιάζοντας στη βιομηχανία, την υψηλή βιοτεχνία, τον πρωτογενή τομέα και τον τουρισμό, υποστηριζόμενο από καινοτομία και εξαγωγές. Η έρευνα της ΕΤΕπ επισημαίνει δύο κύρια συμπεράσματα: οι ελληνικές επιχειρήσεις διαθέτουν τη βούληση και την ικανότητα να ηγηθούν στον παραγωγικό μετασχηματισμό, αλλά απαιτούν επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και ενίσχυση της επενδυτικής ελκυστικότητας, με έμφαση στην καινοτομία, την ψηφιοποίηση, την πράσινη μετάβαση, τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων και τη βελτίωση της δημόσιας διοίκησης.
Ο κ. Μπρατάκος υπογράμμισε: «Σε αυτήν την περίοδο παγκόσμιων προκλήσεων, είναι αναγκαία η συντονισμένη αντίδραση σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την κάλυψη του επενδυτικού κενού και τη διαμόρφωση μιας αληθινής Ενιαίας Αγοράς». Ανέφερε ότι «είναι κρίσιμο να αξιοποιήσουμε σωστά τους διαθέσιμους πόρους και να πάρουμε τολμηρές αποφάσεις, ώστε να προχωρήσουμε στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για την κινητοποίηση της επενδυτικής έκρηξης που χρειάζεται η Ελλάδα και η Ευρώπη, εξασφαλίζοντας ένα μέλλον σταθερότητας και ευημερίας».
Τα αποτελέσματα της έρευνας αναλύθηκαν από τον Αντιπρόεδρο της ΕΤΕπ, κ. Γιάννη Τσακίρη, τον Γενικό Γραμματέα Βιομηχανίας, κ. Λευτέρη Κρητικό, τον Γενικό Γραμματέα Οικονομικής Πολιτικής, κ. Γιώργο Χριστόπουλο, και την Διευθύντρια Ερευνών της διαΝΕΟσις, δρ. Φαίη Μακαντάση. Η έρευνα παρουσιάστηκε από την Διευθύντρια του Οικονομικού Τμήματος της ΕΤΕπ, κα Debora Revoltella, και τη σύνοψη των συμπερασμάτων έκανε η κα Μαριάννα Ναθαναήλ, Επικεφαλής Γραφείου της ΕΤΕπ στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με την Έκθεση, οι περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις (72%) είναι ικανοποιημένες με το συνολικό επίπεδο επενδύσεών τους τα τελευταία τρία χρόνια, ποσοστό ελαφρώς χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ, και το 25% σχεδιάζει επέκταση, κυρίως στον τομέα της μεταποίησης, όπου το ποσοστό φτάνει το 38%.
Επιπλέον, ενώ η συνειδητοποίηση σχετικά με την κλιματική αλλαγή είναι υψηλή (70% επηρεάζονται) και το 60% των ελληνικών επιχειρήσεων υλοποιεί μέτρα προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή (πιο πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, που είναι 48%), οι επενδύσεις για την πράσινη μετάβαση παραμένουν χαμηλότερες από τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ.
Στην καινοτομία, οι επιδόσεις είναι ισοδύναμες με αυτές της ΕΕ (29%), αλλά υστερούν στη χρήση ψηφιακών τεχνολογιών (53% έναντι 74%), συμπεριλαμβανομένου του διαδικτύου των πραγμάτων, δεδομένων και τεχνητής νοημοσύνης, τρισδιάστατης εκτύπωσης και επαυξημένης πραγματικότητας.
Βασικά εμπόδια στις επενδύσεις παραμένουν το ενεργειακό κόστος και το ρυθμιστικό πλαίσιο, ενώ αυξάνονται οι ανησυχίες για την αγορά εργασίας και τις ψηφιακές υποδομές. Τέλος, όσον αφορά τη χρηματοδότηση, κυριαρχεί η εσωτερική χρηματοδότηση, με το 75% των ελληνικών επιχειρήσεων να αντλεί πόρους από εσωτερικές πηγές, ποσοστό υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.