Sure! Here’s a rewritten version of the content:
—
Πώς ήταν η μεταολυμπιακή Αθήνα το 1900; Ποιες ήταν οι συνθήκες ζωής των 128.000 κατοίκων της (μαζί με τα περίχωρα); Αν ανατρέξουμε στην εποχή αυτή, θα διαπιστώσουμε ότι πρόκειται για μια νέα και αναπτυσσόμενη πόλη. Ο εμπορικός τομέας και οι βιοτεχνίες έκαναν άλματα, με εντατική οικοδομική δραστηριότητα που προσέφερε εργασίες σε πολλές από τις διαθέσιμες εργατικές δυνάμεις. Η βιομηχανία αναπτύσσεται επίσης, με την ατμοκίνηση να αποτελεί τη βασική κινητήρια δύναμη.
του Τάσου Κ. Κοντογιαννίδη
Στο Μεταξουργείο, ο Α. Δουρούτης αγόρασε το παλιό εργοστάσιο της «Αγγλικής Σηρικής Εταιρίας» και το εκσυγχρόνισε, προσθέτοντας επίσης έναν αλευρόμυλο και ένα ελαιοτριβείο. Στον Κεραμικό, λειτουργεί ο αλευρόμυλος των Μουζάκηδων και στην οδό Αιόλου η σοκολατοποιία του Σπύρου Παυλίδη.
Αυτές είναι οι μεγαλύτερες βιομηχανίες, ενώ υπάρχουν και πολλές μικρότερες. Λόγω της εκτεταμένης ανεργίας, πολλοί εργάτες ζούσαν σε αυθαίρετες κατοικίες γύρω από το Γκαζοχώρι. Τα ημερομίσθια κυμαίνονταν μεταξύ 50 και 70 λεπτών για τους εργάτες και 1 έως 2 δραχμές για τους καλούς τεχνίτες. Εκείνοι που δεν έβρισκαν δουλειά κατέληγαν ζητιάνοι στους δρόμους, ενώ τα ανήλικα παιδιά αναγκαζόντουσαν να εργάζονται σε σπίτια ή καταστήματα για ένα κομμάτι ψωμί.

Συχνά ήταν ορατοί ηλικιωμένοι να πεθαίνουν στο δρόμο από ασιτία ή κρύο, ενώ κάποιοι άλλοι ζητούσαν βοήθεια για να τους θάψουν. Κάθε γειτονιά είχε την ταυτότητά της και εκδηλωνόταν μέσω των γλωσσών των πωλητών.
Οι Θεσσαλοί πωλούσαν ζεστά κάστανα (πολλοί δεν καταλάβαιναν τι έλεγαν, π.χ. «ζτά κάσνα») και γιαούρτι. Οι Ηπειρώτες είχαν φούρνους και πωλούσαν κουλούρια. Οι Αρκάδες εργάζονταν ως εφημεριδοπώλες, μεταφορείς και στιλβωτές.
Μυκονιάτες και Αναφιώτες ήταν οι καλύτεροι τεχνίτες, αναγνωρίσιμοι από τις παραδοσιακές τους ενδυμασίες. Κεφαλλονίτες ασκούσαν επαγγέλματα όπως κουρέας και νοσοκόμος. Ζακυνθινοί πωλούσαν αρώματα και γλυκά, κυρίως μαντολάτο, ενώ οι Ρουμελιώτες κτηνοτρόφοι περιφέρονταν στις περιοχές των Πετραλώνων, Αμπελοκήπων και Παγκρατίου, πωλώντας γάλα απ’ ευθείας από τα ζώα τους.

Το χειμώνα, οι Μενιδιάτες κατέβαιναν στην Αθήνα με φορτωμένα μουλάρια, πωλώντας καυσόξυλα και λαχανικά. Ανάμεσα σε αυτούς, επιτήδειοι ζητιάνοι, γνωστοί ως Γκραβαρίτες, έκαναν αίσθηση με τα στραβωμένα μέλη τους, αποτέλεσμα της φροντίδας των γονιών τους από νεαρή ηλικία.
Κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων, η Επιχείρηση Ηλεκτροφωτισμού του Κ. Νικολαΐδη στην οδό Αριστείδου προμηθευόταν ρεύμα. Το 1902, η Γαλλική Εταιρία Thomson Houston de laMediterranee ίδρυσε νέο εργοστάσιο στο Φάληρο, παρέχοντας τριφασικό ρεύμα 3.000 κιλοβάτ, που κάλυπτε τις ανάγκες της Αθήνας και του Πειραιά. Η ηλεκτροδότηση βελτίωσε την νυχτερινή ζωή, καθώς ο Δήμος φώτισε όλες τις πλατείες και τους δρόμους.

Το 1904, ο ατμοκίνητος σιδηρόδρομος Αθηνών – Πειραιώς μετατράπηκε σε ηλεκτροκίνητο, μειώνοντας την διαδρομή. Ο Δήμαρχος Αθήνας, Σπύρος Μερκούρης, άρχισε την ασφαλτόστρωση δρόμων το 1902, ξεκινώντας από την οδό Αιόλου.
Ακολούθησαν οι Αθηνάς, Ευριπίδου και η πλατεία Λουδοβίκου (σημερινή Κοτζιά). Μέχρι το 1905 ασφαλτοστρώθηκαν οι Σταδίου, Πανεπιστημίου και Πλατεία Συντάγματος. Το 1908, εγκαταστάθηκαν τα πρώτα τηλέφωνα της σουηδικής εταιρίας Ερρίξον στην πλατεία Λουδοβίκου, με δυνατότητα 800 συνδρομητών.
Όσον αφορά το νερό, το Αδριάνειο Υδραγωγείο δεν επαρκούσε πια για τις αυξανόμενες ανάγκες της Αθήνας. Το κέντρο υδρευόταν κανονικά, αλλά οι γύρω συνοικίες εξαρτιόνταν από πλανώδιους υδροπωλητές—ανάμεσά τους και ο ολυμπιονίκης Σπύρος Λούης—που μετέφεραν νερό από καθαρές πηγές, όπως το Μαρούσι και την Κυψέλη.

—
Let me know if you need any further modifications!